Όταν θα παίρνω τις στροφές: Λαϊκά-Σκυλάδικα (70-90s)
Η συλλογή που κατά έναν τρόπο ολοκληρώνει την περιδιάβαση στο ελληνικό underground. Μια τίμια εξωτερική ματιά σε έναν κόσμο φορτισμένο με στερεότυπα και προκαταλήψεις, με τις δικές του αλήθειες και τους δικούς του κώδικες. Του Θάνου Σιόντορου
Αφού λοιπόν ξεσκονίσαμε και αναμοχλέψαμε αρκετά ικανοποιητικά θαρρώ διάφορες πλευρές του ελληνικού μουσικού underground, εκείνες που κατά βάση κοιτάνε προς Δύση μεριά, ήρθε η ώρα να πάμε και σε άλλου τύπου μουσικά υπόγεια, αυτή τη φορά όμως με το βλέμμα προς Ανατολάς.
Δεν το κρύβω πως αφορμή για να φτιάξω αυτό το μιξάκι υπήρξε η πολύ όμορφη τηλεοπτική σειρά που προβάλλεται τη φετινή σεζόν με τίτλο "Αυτή η νύχτα μένει". Όντας πλέον ένας περήφανα βαρετός μεσήλικας που δεν ξινίζει να κολλήσει και με καμιά σαπουνόπερα, τη χαζεύω με ευχαρίστηση και τολμώ να πω πως ερμηνείες σαν αυτές του Γιάννη Τσορτέκη και της Άννα Μάσχα είναι κοσμήματα και πραγματική πολυτέλεια για το τηλεοπτικό τοπίο.
Τη δε ταινία του 2000 (του Νίκου Παναγιωτόπουλου) την είχα δει σχεδόν όταν βγήκε και είναι από τις πολύ αγαπημένες μου ελληνικές. Φυσικά κοινός παρονομαστής και των δύο δεν είναι άλλος από το ομώνυμο βιβλίο του πολύ ωραίου τύπου κ. Θάνου Αλεξανδρή. Πάντα μου ήταν ιδιαίτερα συμπαθής, από τις αρχαίες πλέον εποχές που παρουσίαζε την εκπομπή "Trash TV" στο Κανάλι 5. Ίσως και να είναι ο άτυπος μπαμπάς της όλης trash τηλεοπτικής υποκουλτούρας εδώ που τα λέμε κι ας μην το πήραν πολλοί χαμπάρι.
Σχετικά τώρα με τα σκυλάδικα καθαυτά, προσωπικά, ούτε καν τουρίστα δε με λες στη συγκεκριμένη κουλτούρα. Δυο φορές έχω πάει όλες κι όλες στη ζωή μου στα μπουζούκια. Μία στην πενταήμερη στη Ρόδο (Κουρκούλης στα πρώτα του βήματα) και μία αρκετά μεγάλος και εντελώς επί τούτου (Τερλέγκας-Αδαμαντίδης στις Τρεις Γέφυρες), αλλά την εποχή της βαθιάς κρίσης, οπότε η θεά που απονέμει δικαιοσύνη σχετικά με το κομμάτι της πίτας που αναλογεί στο καθένα στο κυνήγι εμπειριών, υπήρξε ακριβοδίκαια. «Άντε, πάρε κι εσύ το κομματάκι σου» ένα πράμα, αλλά στην ουσία «Τι ήρθες τώρα να κάνεις ρε φιλαράκο κι εσύ εδώ πέρα, ευπρόσδεκτος, αλλά τα σύκα σύκα και η σκάφη σκάφη». Δεν την αδικώ καθόλου, ορθά έπραξε. Έκαστος στο είδος του.
Το να μην ταυτίζεσαι όμως με κάτι δε σημαίνει ότι αυτό το κάτι δεν εμπεριέχει τις δικές του αλήθειες, τις δικές του ρίζες και αρκετούς λόγους που στα μάτια πολλών το κάνουν από γοητευτικό και ενδιαφέρον μέχρι τρόπο ζωής.
Ε, να μην τα πολυλογώ, κάπως έτσι φτάσαμε να έχουμε στα χέρια μας μία ώρα και σχεδόν δέκα λεπτά με τίμια, old school σκυλάδικα, σε συντριπτική πλειοψηφία από τα ακριβοθώρητα 80s. Εργάτες της πίστας, φίρμες πριν γίνουν φίρμες, φίρμες αφού είχαν γίνει φίρμες, rarities και χιτάκια, αφανείς ήρωες και ηρωίδες χέρι χέρι με σουπερστάρς. Σεκλέτια, καψούρες, γαρύφαλλα, σπασμένα πιάτα, ουίσκια και ντέρτια. Όλα εκεί, όλα κομμάτια ενός κόσμου που στα πρώτα του βήματα και στον πυρήνα του υπήρξε κι αυτός βαθιά υπόγειος, κυριολεκτικά και μεταφορικά.