Πώς να ανοίξεις σπίτι....
…και να το επιπλώσεις. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι 63 εξώφυλλα δίσκων. Του Μπάμπη Αργυρίου
"Μωρό μου", είπε στο τηλέφωνο και έκανε μια παύση. Το ύφος της δεν προμήνυε τίποτα καλό. "Θα έρθω απ' το σπίτι σου να συζητήσουμε κάτι σοβαρό". Κατάλαβα. Θα μου πει πάλι για το ρολόι που χτύπησε, το μητρικό ένστικτο που ξύπνησε, τα παιδιά που πρέπει να γεννήσει για να συμβάλλει στην επίλυση του προβλήματος της υπογεννητικότητας κλπ.
"Νομίζω πως ήρθε η ώρα να βρούμε σπίτι και να στεγάσουμε τον έρωτά μας", είπε μπαίνοντας κατευθείαν στο ψητό. Τι να απαντήσεις όταν σου λένε αυτή την σαχλή κοινοτοπία του κερατά; Το έριξα στην πλάκα. "Μα ο έρωτάς μας είναι λίγο πιο μικρός απ' το σύμπαν και δε χωράει πουθενά εκτός απ' αυτό", είπα. "Δε χωράει πουθενά" επανέλαβα εμφατικά ως Αγγελάκας τζούνιορ. Έκανε πως δεν το άκουσε. "Ξέρεις πως δεν αντέχω τα παλιά, υγρά κτήρια, ούτε τα άχαρα μοντέρνα. Καλά, για τις εργατικές κατοικίες ούτε συζήτηση".
"Γι'αυτό λέω να βρούμε ένα σπίτι στην εξοχή. Μονοκατοικία όπως το μικρό σπίτι στο λιβάδι. Να ανοίγουμε το παράθυρο και να βλέπουμε τη θάλασσα, το δάσος, ή έστω τον κήπο μας. Να γεμίζουν τα πνευμόνια μας θαλασσινό ή βουνίσιο αέρα και όχι καπνό και στάχτες από τα τζάκια".
Δεν είπα τίποτα για να μην της χαλάσω την ονειροπόληση. Συνέχισε στο ίδιο τέμπο. "Να μας ξυπνάει το λάλημα του κόκορα, να μας τραγουδούν τα πουλιά και να έρχονται οι πεταλούδες, να κάθονται στα μαλλιά μας".
"Μήπως διαβάζει Άρλεκιν και δε μου το λέει", σκέφτηκα. Μου ήρθε να της πω ότι το πιο πιθανό είναι να μας επισκέπτονται τα φίδια, να έχουμε αρουραίους και κάθε λογής έντομα για συγκάτοικους, αλλά κρατήθηκα.
"Διάλεξε τι σκύλο θέλεις να πάρουμε. Του καναπέ, κάποιον παιχνιδιάρη ή ένα μοβόρο που θα τρομάζει και τους υποψήφιους διαρρήκτες;" Πριν ακόμα συμφωνήσω για το σπίτι, μπήκαμε στα επί μέρους...
"Δεν αφήνουμε το σκύλο για την ώρα; Μπορεί να βγει ζημιάρης ή να κάνει κακές παρέες και να τις κουβαλάει στο σπίτι. Καλύτερα όχι" είπα και την ίδια στιγμή θύμωσα με τον εαυτό μου που παρασύρθηκε στο παιχνίδι της.
"Εντάξει, όχι σκύλο", είπε και χάρηκα για τη μικρή μου νίκη. "Για πες όμως, προτιμάς βουνό, κάμπο ή θάλασσα;" "Εγώ λέω να πάμε και να χτίσουμε αυθαίρετο σε κάποιο καμένο δάσος, να φτιάξουμε τον κήπο μας και σε λίγα χρόνια που θα μεγαλώσουν πάλι τα δέντρα, θα είμαστε στην καρδιά του παραδείσου", της είπα.
"Συνεχίζεις να σκέφτεσαι με τον πατροπαράδοτο ελληνικό τρόπο", είπε. "Μα τίποτα δε σε δίδαξε η κρίση; Τέλος πάντων. Λέω να βάψουμε την κουζίνα φιλντί, το σαλόνι αρβοπαρτί και την κρεβατοκάμαρα ζεπελινί. Τι λες;"
"Το White Album ξέχασες. Όχι πάλι τέτοια ξεπλυμένα χρώματα. Δε βαρέθηκες να ζεις σε άχρωμα δωμάτια; Θα χρησιμοποιήσουμε κουινί, τοκινί και παναμερικανί".
"Μόλις το βάψουμε θα κρεμάσουμε ωραίους πίνακες", είπε. "Έναν σε κάθε τοίχο".
"Ααα, τους πίνακες θα τους αναλάβω εγώ", είπα. "Έχω ήδη μερικές ωραίες ιδέες".
Τότε σκέφτηκα τις οικιακές συσκευές που θα χρειαζόμασταν. Έπρεπε να πουλήσω το ένα μου νεφρό για να τις πληρώσω. Της το είπα και μου υποσχέθηκε πως θα βοηθήσει κι ο μπαμπάς της που παίρνει βαρβάτη σύνταξη.
Την είδα να βγάζει από την τσάντα της ένα κατάλογο του ΙΚΕΑ και έπαθα σοκ. Τα είχε δρομολογήσει όλα και εγώ τα μάθαινα τελευταίος. Άρχισε να μου δείχνει φωτιστικά. Δε ρώτησε καν τη γνώμη μου. Είπε πως θα βάλουμε Vampire στο σαλόνι, Nits στα υπόλοιπα δωμάτια και πορτατίφ PJ στο υπνοδωμάτιο.
"Μην είσαι σίγουρη πως μέσα στην ερημιά θα έχουμε ρεύμα. Πάρε καμιά γκαζόλαμπα, κεριά και κηροπήγια για να μη μας φάει το μαύρο σκοτάδι", είπα.
"Για κρεβάτι λέω να πάρουμε το Carroll. Ή μήπως προτιμάς το Harding", ρώτησε. "Εγώ λέω να πάρουμε δυο Red House και να τα βάλουμε δίπλα δίπλα. Αν κάποτε βαρεθούμε να κοιμόμαστε μαζί, τα απομακρύνουμε", είπα και εισέπραξα βιτριολικό βλέμμα.
"Έχει γούστο να με ρωτήσει για κάθε σκεύος και αξεσουάρ που σκοπεύει ν' αγοράσει", σκέφτηκα. "Απ' το λεμονοστίφτη μέχρι το πατάκι της εξώπορτας". "Επειδή μάλλον θα τον χρησιμοποιείς περισσότερο, θα σ' αφήσω να επιλέξεις εσύ τον καναπέ", είπε.
"Δύσκολη επιλογή, θα χρειαστώ λίγο χρόνο για ν' αποφασίσω. Εν τω μεταξύ, εσύ μπορείς να διαλέξεις τις καρέκλες", της είπα.
"Νομίζω πως έμεινε το μέσο μεταφοράς", είπε. "Αν το σπίτι μας είναι παραθαλάσσιο λες να πάρουμε βάρκα, ταχύπλοο ή κάτι μεγαλύτερο;"
"Το πατρικό σου όνομα μήπως είναι Σάλλα και δεν το ξέρω; Αν το σπίτι μας είναι πεδινό με τι θα πηγαίνεις για ψώνια στην πλησιέστερη πόλη;"
"Με κούρασε ο σχεδιασμός της νέας μας ζωής. Να κάνουμε ένα διάλειμμα;", ρώτησα. "Όπως θες". "Μήπως θέλεις να κάνεις κάνα μπάνιο; Έχω ανάψει θερμοσίφωνο".