Prolapse

The Early Years

Οι Prolapse σχηματίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του '90 στο Leicester της Αγγλίας. Αρχικά, ως τετραμελές σχήμα και με κεντρικό πυρήνα τους Pat Marsden και Mick Derrick κατορθώνουν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον της τοπικής κοινωνίας και να δημιουργήσουν σύντομα ένα cult μύθο γύρω από το όνομά τους, χάρη στις μανιασμένες κιθάρες του Pat και τους ακατάληπτους λεκτικούς αυτοσχεδιασμούς,την παράνοια και την ανατριχιαστική Σκωτσέζικη προφορά του Mick.Στην πορεία, το μουσικό όχημα αποκτά και δεύτερο κιθαρίστα (τον David) και τελικά, παίρνει την οριστική του εξαμελή μορφή μέσα σε λίγους μήνες με την προσθήκη των αέρινων φωνητικών της Linda Steelyard.

Με εκρηκτικές live εμφανίσεις, γεμάτες ενέργεια, πάθος και... πολλές καταστροφές, οι Prolapse κερδίζουν όχι μόνο φανατικούς οπαδούς και φήμη μιας εξαιρετικής live μπάντας, αλλά και τις ευνοϊκές, όσο και πολύτιμες «ευλογίες» του John Peel για τις μετέπειτα δισκογραφικές τους συνεργασίες.

Το όνομά τους αποσπά την προσοχή πολλών εταιριών και τελικά το καλοκαίρι του '93 υπογράφουν στην ιστορική Cherry Red. Τα πρώτα τους δυο ep's('Crate', 'Pull-thru barker') αναγορεύονται σε singles of the week στην ραδιοφωνική εκπομπή του BBC 'Evening session',ενώ εξίσου θετικές κριτικές δέχεται και το παρθενικό τους άλμπουμ με τον εντυπωσιακό τίτλο 'Pointless walks in dismal places' που κυκλοφορεί τον Οκτώβριο του 1994 για την Cherry Red.

Το 1995 περιοδεύουν στις Η.Π.Α. με τους Wedding Present και τους Stereolab και κλέβουν την παράσταση στο φεστιβάλ του Reading, για άλλη μια φορά με τις νευρωτικές και θορυβώδεις εμφανίσεις τους, ενώ οι θεατές γίνονται μάρτυρες της πρωτόγνωρης, για τα μουσικά δεδομένα, μονομαχίας των δύο τραγουδιστών πάνω στη σκηνή.Ο Mick απειλεί απαγγέλοντας με στόμφο τις ακατανόητες και σαλεμένες φράσεις του, η Linda ανταποδίδει εκστομίζοντας τους, γεμάτους πάθος και ένταση, μονολόγους της και η σκηνή παίρνει φωτιά, όταν οι χειροδικίες και τα μαλλιοτραβήγματα μετατρέπουν τη συναυλία σε ένα πραγματικό πεδίο μάχης.

Παράλληλα,το Μάιο του '95 κυκλοφορούν το τελευταίο single τους για την Cherry Red με τίτλο 'When space invaders were big' / 'Love like anthrax' και πλέον προσπαθούν να βρουν νέα δισκογραφική στέγη. Και ενώ η εκκεντρική φήμη των Prolapse αρχίζει να παίρνει διαστάσεις και όλοι περιμένουν με ανυπομονησία το δεύτερο άλμπουμ τους, οι ίδιοι επιλέγουν για σημαντικό χρονικό διάστημα να κυκλοφορούν διάσπαρτα singles σε μικρές εταιρίες. Επιπλέον,ο Mick και ο Pat διοχετεύουν την δημιουργική τους ενέργεια και φαντασία σε ένα νέο σχήμα, τους Cha Cha 2000, και εκδίδουν το single 'Autobahn', ένα instrumental το οποίο γίνεται ραδιοφωνική επιτυχία στο 'Evening session'. Στα τέλη του '95 έρχεται το μίνι-άλμπουμ 'Backsaturday'από τη Lissy's records, το οποίο στην αμερικάνικη έκδοση της Jetset records εμφανίζεται ενισχυμένο με δύο έξτρα τραγούδια('T.C.R.', 'Irritating radiator') και το οποίο περισσότερο μοιάζει με ένα πειραματικό μουσικό εγχείρημα, παρά με το δεύτερο πολυ-αναμενόμενο δίσκο των Prolapse, το διάδοχο του αριστουργηματικού 'Pointless walks in dismal places'.

Ακολουθεί μία περίοδος νηνεμίας στις δισκογραφικές δραστηριότητές τους, καθώς η έλλειψη χρημάτων και η διαρκής αναζήτηση νέας εταιρίας δεν τούς επιτρέπει να κυκλοφορήσουν «φρέσκο» υλικό. Στις αρχές του 1997, υπογράφουν συμβόλαιο στη Radar records (παρακλάδι της Warner) και πλέον κοιτούν με σιγουριά και αισιοδοξία το μέλλον τους ως Prolapse.

Με παραγωγό τον Ronald Ross Skinner (και έκτοτε έβδομο μέλος τους) εκδίδουν εκεί τα singles 'Killing the bland' και 'Autocade', προαναγγέλοντας ουσιαστικά την κυκλοφορία του τρίτου τους άλμπουμ, που δεν αργεί να έρθει. Τον Οκτώβριο του '97 βγαίνει στην αγορά το 'The Italian flag', που ακόμα και σήμερα θεωρείται η πιο φιλόδοξη και πολυδιάστατη δουλειά του συγκροτήματος. Οι κριτικοί υποδέχονται το δίσκο με διθυράμβους και τυμπανοκρουσίες, με συνέπεια ο χαρακτηρισμός του ως ένας από τους κορυφαίους του '97 για το ΝΜΕ να έρχεται τελικά ως φυσιολογικά αναμενόμενο αποτέλεσμα. Με το 'The Italian flag' οι Prolapse κατορθώνουν να διευρύνουν το ακροατήριό τους και παράλληλα εδραιώνουν τη φήμη τους ως μια δυναμική μπάντα που «...παίζει στους δίσκους της, όπως παίζει και στις live εμφανίσεις της».

Ωστόσο, στα πλαίσια της νομαδικής περιπλάνησής τους από εταιρία σε εταιρία, σύντομα οι Prolapse ξαναπαίζουν το αγαπημένο τους παιχνίδι, δηλαδή την ανεύρεση μιας δισκογραφικής στέγης που να καλύπτει τις καλλιτεχνικές ανησυχίες και ιδιοτροπίες τους. Έτσι, καταλήγουν στη μεγάλη οικογένεια της Cooking vinyl (βλέπε Pere Ubu, Billy Bragg, Wedding Present κ.ά.), όπου το Μάιο του '99 κυκλοφορούν το τέταρτο τους L.P. με τίτλο 'Ghosts of dead aeroplanes'.

Εδώ, οι Prolapse ακούγονται σίγουρα λιγότερο οργισμένοι και ψυχωτικοί απ'ότι σε προηγούμενες ηχογραφήσεις τους, αλλά το αποτέλεσμα παραμένει ιδιαίτερα εθιστικό και ατμοσφαιρικό, χάρη στην αθρόα εισαγωγή ηλεκτρονικών ήχων που πλέον εναλλάσονται με τις μεθυστικές κιθάρες στις παρτιτούρες τους.

Οι Prolapse είναι αναμφίβολα ένα από τα ελάχιστα βρετανικά συγκροτήματα που διαγράφουν, χωρίς παρεκλίσεις και κλυδωνισμούς, τη μοναχική όσο και περίεργη πορεία τους στο μουσικό χάρτη. Και αυτό το γεγονός δεν είναι διόλου τυχαίο. Οι Prolapse είναι άτομα με χιούμορ, μόρφωση (ο Mick είναι αρχαιολόγος!), διαβάζουν πολλά βιβλία, ακούν πολλή μουσική, βλέπουν ταινίες, περιστασιακά είναι και οι ίδιοι ηθοποιοί (η Linda και ο Mick παίζουν σε σαπουνόπερα!!), και το κυριότερο διαφωνούν μεταξύ τους σχεδόν στα πάντα. Αυτό το τελευταίο ίσως είναι και το στοιχείο που τους ξεχωρίζει απ' τη μεγάλη πλειονότητα των ροκ συγκροτημάτων, τόσο πολύ μάλιστα, ώστε οι προστριβές, οι αντιθέσεις, οι ατελείωτες διαμάχες και γενικά το πολύπλοκο και ανορθόδοξο να παραπέμπουν σε μία και μόνο λέξη: Prolapse!