Ride On The Storm
Διαβάζοντας κείμενα σαν αυτό της Μαρίας Φλέδου για τους Ride αναρωτιέσαι αυθόρμητα τι να σημαίνει άραγε να γράφεις για τη μουσική "αντικειμενικά". Στον σεγόντο σχολιασμό ο Άρης Καραμπεάζης
(Με κάθε επόμενη ευκαιρία μένω το ίδιο και περισσότερο έκπληκτος με το πόσο ‘fedele alla linea’ είναι η φίλη μου η Μαρία η Φλέδου στην υπόθεση shoegaze. Όχι ότι δεν έχει επιχειρήματα, ίσα- ίσα. Άλλωστε όλοι (λέμε τώρα) σε κάποια φάση της ζωής μας πιστέψαμε ότι το shoegaze είναι η καλύτερη ροκ ενσάρκωση όλων των εποχών. Απλώς συνήθως μετά την πίστη, πρέπει να ακολουθεί η αμφισβήτηση αυτής. Εν πάση περιπτώσει έγραψα αυτόν τον κατά τα άλλα άχρηστο πρόλογο για να ‘δικαιολογήσω’ το ότι δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό να ‘υποσκάψω’ το κείμενο της με προβοκατόρικα σ.σ. παρακάτω. Ελπίζω αυτό να μη διαβρώσει την υπερεικοσαετή φιλία μας. Είμαι σίγουρος δηλαδή, αλλά έτσι το είπα για να προκαλέσω συγκίνηση. Τι θα ήταν η ροκ γραφή άλλωστε χωρίς μία δόση ειρωνείας να στέκεται πάντοτε απέναντι της; (σημείωση δική μου: καλύτερη ίσως; Παραδέχομαι πάντως πως διαβάζοντας το κείμενο της Μαρίας, παραιτήθηκα από την ιδέα να γράψω review για το Weather Diaries. Παρότι παραμένουν οι διαφωνίες μου, ειδικά στο ζήτημα της βαθμολογίας, δεν έχω να πω κάτι περισσότερο για το άλμπουμ, και κυρίως δεν έχω να πω κάτι καλύτερο από όσα θα διαβάσετε παρακάτω - Άρης Καραμπεάζης)
Παρασκευή 16/6, ώρα 6 μμ: φεύγω σαν τρελή από την δουλειά, δεν ξέρω τι συμβαίνει γύρω μου, θέλω απλώς να φτάσω σπίτι μου. Εκεί -κάπου στο Islington- με περιμένει το απόλυτο δώρο, η φαντασίωση 22 χρόνων που ξαφνικά απέκτησε -κόκκινη και διπλή- υπόσταση (σ.σ. κάπως kinky ξεκινάει το κείμενο, αλλά δυστυχώς δεν συνεχίζει έτσι). Ναι σε λίγη ώρα θα κρατήσω επιτέλους στην αγκαλιά μου το Weather Diaries, το ολοκαίνουριο 5ο άλμπουμ των Ride, του «λατρεμένου μου boy-band» (σ.σ. κάποιος έπρεπε να σου μιλήσει για τους New Kids On The Block), της εφηβικής μου υστερίας που κατέληξε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου (ήμουν κι εγώ teenage shoegazer βλέπετε). Και τώρα πρέπει να διαχειριστώ αυτή την πραγματικότητα.
Και σχεδόν κάπως έτσι πέρασε το φετινό (Βρετανικό) καλοκαίρι μου: με αρκετά ακούσματα ώστε να έχω μάθει άλλο ένα άλμπουμ απ' έξω, με τρία live το ένα καλύτερο από το άλλο και με αποκορύφωμα ένα afterhours μεθυσμένο τετ-α-τετ με τον Andy Bell, των Ride και όχι των Oasis φυσικά (σ.σ : ένας είναι ο μόνος Andy Bell που μετράει βέβαια, αλλά ας μην το συζητήσουμε τώρα αυτό)
Δεν ξέρω πόσο κατάλληλη είμαι να γράψω για τους Ride ας πούμε 'αντικειμενικά' (σ.σ. καθόλου, αλλά δεν σου το ζητήσαμε κιόλας). Δεν πιστεύω έτσι κι αλλιώς ότι στην περίπτωσή του Weather Diaries αρμόζουν μετριοπαθείς προσεγγίσεις ή ώριμες μεμονωμένες αναλύσεις (σ.σ. σε αγάπες και έρωτες πιστεύεις;). Διότι εκτός από μία ολοκληρωμένη δισκογραφία (σ.σ. χμμμμμμ......) το πλαισιώνει και η εδώ και δύο πια χρόνια επανασύνδεσή τους. Επομένως έχουμε να κάνουμε με ένα comeback άλμπουμ και με τις όποιες προσδοκίες το συνοδεύουν και ενδεχομένως βαραίνουν και την όποια απόπειρα κριτικής του (σ.σ. δηλαδή να μην το τολμήσουμε καν; ΟΚ (not) done).
Κατά την διάρκεια των δύο αυτών και κάτι χρόνων λοιπόν, τα 40++χρονα πλέον αγόρια από την Οξφόρδη έδωσαν κάτι παραπάνω από οτιδήποτε μπορεί να περίμενε ο/η μεγαλύτερη φαν τους. Σε αυτό το σημείο πρέπει να ομολογήσω πως προσωπικά ό,τι και να έκαναν ποτέ οι Ride θα ήμουν σε κάποιο βαθμό ευχαριστημένη (σ.σ. κατανοούμε όλοι το παράδοξο της ψυχής των φαν πιστεύω εδώ πέρα, καθώς αναζητούμε αν το παράδοξο αυτό είναι που κρατάει το ροκ-εν-ρολ ζωντανό τόσα χρόνια μετά τον θάνατο του). Τελικά κατέληξα να τους ευγνωμονώ που επέστρεψαν εν έτει 2015 για να μου θυμίσουν πόσο εθιστικοί μπορούν να γίνουν και για ποιους λόγους, σε σημείο που έπρεπε να τους βλέπω όπου και όσο συχνά μπορούσα, αφενός επειδή είναι καταπληκτικοί live, αφετέρου λόγω του φόβου μου πως ξαφνικά όλα θα τελειώσουν για δεύτερη φορά... (σ.σ. προφητείες και χρησμοί για το πόσο θα διαρκέσει το Second Coming των Ride δεκτοί).
Πάντως όσο ανούσια και να φαίνεται η όποια κριτική από δηλωμένη/ο εξαρχής φαν, (θέλω να) πιστεύω πως το να γνωρίζει κανείς ένα back catalogue by heart έχει πολλά θετικά. Την ιδιαίτερη προσοχή σε λεπτομέρειες, στα επί μέρους σημεία, μουσικά και στιχουργικά, που πιθανόν να περάσουν σχετικά απαρατήρητα με ένα πρώτο άκουσμα (σ.σ. εδώ πάντως δεν θα διαφωνήσουμε). Το subtext με άλλα λόγια (σ.σ. πως το λέμε εμείς εδώ, Θεία από το Λονδίνο;).
Γι' αυτό θα τολμήσω να πω πως όσοι αγαπήσαμε λίγο παραπάνω τους Ride την πρώτη φορά, μπορούμε ευκολότερα ή έχουμε ίσως την διάθεση, να ακούσουμε και να διαβάσουμε το Weather Diaries εις βάθος, πέρα από νοσταλγία και κολλήματα τύπου 'ε, δεν είναι Nowhere' (σ.σ. ε, δεν είναι και Tarantula). Στο κάτω κάτω όποιος ψάχνει για αναμασήματα μπορεί να ακούσει Nugaze (σ.σ. ή και το Lannoy Point ίσως;) ή για να το θέσω πιο σωστά, οτιδήποτε προσπέρασε την ειρωνεία που επαναπροσδιόρισε τον όρο Shoegaze(r) και έκανε το 'lack of personality' αυτοσκοπό.
Όχι φίλε/φίλη, το WD δεν είναι Nowhere. Αλλά ούτε και το Going Blank Again ήταν. Θυμάμαι πολύ καθαρά και μάλιστα ως την μόνη εμπειρία που θα μπορούσα να συγκρίνω με την τωρινή, τον Μάρτιο του '92 όταν πάλι έτρεχα σπίτι να ακούσω το καινούριο άλμπουμ των Ride για πρώτη φορά, ανυπομονώντας να μάθω ποιο ήταν το επόμενο βήμα, ποια τα περιθώρια εξέλιξής τους μετά από ένα τέτοιο debut (και ένα Today Forever που μεσολάβησε φυσικά). Και το λάτρεψα! Τώρα, 25 χρόνια μετά, τι περιμένω;
Ένα πράγμα μόνο: να ξανακούσω Ride.
Όποιος λοιπόν περίμενε να ακούσει revival '91-'92 να το ξεχάσει (σ.σ. skip track 1 & track 8). Επίσης αν κάποιος ακόμη πιστεύει ότι το Carnival και/ή το Tarantula ήταν άσκοπες δισκογραφικές απόπειρες ή απλώς ΄'λάθη' ίσως τώρα να αναθεωρήσει (σ.σ. ναι, σιγά μην ζητήσουμε και αναψηλάφηση στον Άρειο Πάγο).
Γιατί τελικά όλα παίζουν τον ρόλο τους. Ακόμη και η οριακά αποδεκτή μετέπειτα καριέρα του Andy Bell (σ.σ. ποιου από τους δύο;), ακόμη και η σύντομη Animalhouse φάση του Mark Gardener. Πάνω από όλα όμως βρίσκεται μία λέξη που και οι τέσσερις έχουν χρησιμοποιήσει σε όλες σχεδόν τις πρόσφατες συνεντεύξεις τους: το Potential. Η δυνατότητα (σ.σ. ευχαριστούμε για τη μετάφραση εδώ).
Αυτό ακριβώς σκέφτηκα όταν τους είδα στο πρώτο gig στο Roundhouse του Λονδίνου, να 'πειράζουν' τα κλασσικά αγαπημένα μας λες και τους χρωστούσαν κάτι που στο παρελθόν δεν ήξεραν πώς ακριβώς να αποδώσουν (σ.σ. αυτά είναι χρέη τιμής, όπως από την τράπουλα). Έτσι για παράδειγμα, το Cool Your Boots post-reunion έγινε κάτι παραπάνω από αριστουργηματικό, το Drive Blind έχει πλέον σχεδόν αφανίσει από τη μνήμη μου οποιοδήποτε ΄Ηolocaust'. Το δε Nowhere (UK) Tour το φθινόπωρο του 2015, δεν ήταν απλά μία ζωντανή εκτέλεση του άλμπουμ, το επαναπροσδιόρισε. Το Seagull έκτοτε έχει αγγίξει τα όρια του prog (σ.σ. Μην λες κακές λέξεις Μαρία. Πρώτη και τελευταία φορά).
Έτσι η επανασύνδεση αυτή (όπως ευτυχώς και των Slowdive) λειτούργησε σε δύο επίπεδα (σ.σ.: τα λεγόμενα ‘γκεστάλε’ Μαρία; Δεν πιστεύω να κρεμάνε και τίποτε κιθάρες στον τοίχο;): στο να πειραματιστούν με κάποια από τα κομμάτια που έγραψαν σχεδόν 3 δεκαετίες πριν και να δουν που μπορούν να φτάσουν και τελικά στο να παράξουν καινούριο υλικό. Και στο τελευταίο μάζεψαν όλες τους τις εμπειρίες, τις έβαλαν κάτω και ξαναβρήκαν αυτό που έχασαν ίσως ήδη από το Carnival. Την επιθυμία-ή ανάγκη, ποιος ξέρει-να δημιουργήσουν μαζί.
'When we've swept ourselves away, a better sense can start again'
Το Lannoy Point, το τέταρτο από τα 5 συνολικά singles, teasers, πείτε τα όπως θέλετε, έγινε το opener όχι μόνο του άλμπουμ αλλά απ' ό,τι φαίνεται πλέον και της πλειοψηφίας των live τους. Επίσης είναι το κομμάτι με το οποίο άρχισε να γίνεται ευδιάκριτο το ύφος του νέου άλμπουμ και παράλληλα μας επέτρεψε να έχουμε προσδοκίες ως το άπειρο (σ.σ. ξεκινώντας από το μηδέν πάντως, ε;). Οι Ride έχουν κάτι να πουν για το τώρα, το δικό τους και το δικό μας.
Όλα όμως ξεκίνησαν ένα απόγευμα, γύρω στις 5.30 local time, όταν ακούστηκε για πρώτη φορά στο BBC 6 το Charm Assault. To Twitter πήρε φωτιά, η συγκίνηση έφτασε σε επικίνδυνα για κάποιους από εμάς επίπεδα, με τα δύο πρώτα χαρακτηριστικά 'ah-ah', τις δυνατές κιθάρες, το απαραίτητο noise σημείο. Και εδώ έχουμε και το έξτρα στοιχείο που διακρίνει τους Ride του 2017. Τους βρίσκουμε να παίρνουν θέση απέναντι στις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις, μεταξύ άλλων και με ένα ξεκάθαρο Fuck Off στον Boris Johnson, όπως και την Theresa May λίγο αργότερα με το 'All I Want', αλλά και μέσω των social media, μιλώντας για αέρα πολιτικής αλλαγής παραμονή Βρετανικών εκλογών και στηρίζοντας ανοιχτά Corbyn (σ.σ. “We won’t vote conservative/because we never have”).
”Κάποτε το σοβαρότερο μας πρόβλημα ήταν μάλλον το 'Γιατί με χώρισες;'” παραδέχονται στον Steve Lamacq και μάλλον κάτι παραπλήσιο ίσχυε και για εμάς από την άλλη πλευρά 25 και χρόνια πριν (σ.σ. αυτά είναι διαχρονικά προβλήματα παιδιά και 40++άρηδες, ας μην αφορίζουμε επειδή μας «κάθισαν» τον κάθε Trump τώρα). Τώρα τυχαίνει να βιώνω κι εγώ μαζί τους την χειρότερη περίοδο των 20 σχεδόν χρόνων μου σε αυτή τη χώρα και έτσι οι Ride εξακολουθούν να μιλάνε για μένα και την ζωή μου όταν εκφράζουν την ανάγκη να εξαφανιστούν από τόπο και χρόνο. Και όλα αυτά μας τα μεταφέρουν, με δόσεις early δυναμικής τύπου Perfect Time, τα αγγελικά φωνητικά του Mark Gardener συνοδευόμενα από τα νωχελικά backing του Andy Bell. Κατά συνέπεια τόσο το Charm Assault όσο και το All I Want για όσους έχουμε ήδη φτάσει επίπεδα sing along με πάθος, είναι brilliant με το παραπάνω όταν κι εμείς μαζί τους τραγουδάμε για το ίδιο ακριβώς πράγμα (σ.σ. τελικά γιατί τους χώρισαν;).
Κάπου μεταξύ των δύο, και για την ακρίβεια λίγες ώρες μετά την κυκλοφορία του Charm Assault, κάνει την πρώτη του εμφάνιση το Home is a Feeling, λες και ήθελαν να καθησυχάσουν αυτούς που περίμεναν ένα κλασσικό, οικείο κομμάτι για comeback ή όσους ίσως θα ξένιζαν λίγο αργότερα τα edited ντραμς του All I Want (τα οποία ο ντράμερ Laurence 'Loz' Colbert αναπαράγει με αξιοθαύμαστη ευκολία ζωντανά). Υπέροχο μεν, αναμενόμενο δε, θα μπορούσε πέραν της παραγωγής να είναι και ένα unreleased του κάποτε. Κατά τη γνώμη μου το λιγότερο ενδιαφέρον κομμάτι του δίσκου.
Το ομώνυμο κομμάτι συνεχίζει την θεματική των 3 πρώτων σε ύφος κάπου μεταξύ GBA και Carnival of light, με verse που θυμίζει αρκετά Moonlight Medicine. Μόνο που αυτή τη φορά η ρετρό μελωδία εναλλάσσεται με χαοτικές κιθάρες και αντί για κιθαριστικά σόλο, έχουμε το ήδη πολυσυζητημένο storm effect, ένα από τα δείγματα της παραγωγής του Erol Alcan.
Αν τώρα υπήρχε ανάγκη για καινούριο anthem στη θέση του LeaveThem All Behind, o Loz το τακτοποίησε αυτό γράφοντας και ερμηνεύοντας εν μέρη το electro-psychedelic έπος Rocket Silver Symphony. Μην σας ξεγελάει το στιγμιαία ποπ σημείο, αφήστε το να εξελιχθεί, είναι εγγύηση (σ.σ. προς στιγμήν ξεγελάστηκα ομολογώ, αλλά αφού έχουμε την εγγύηση ΟΚ, πάσο). Παρόλο που δεν το ακούσαμε σε κανένα από τα 3 καλοκαιρινά live του Λονδίνου με διαβεβαίωσε αυτοπροσώπως, καθώς περίμενε το ποτό του στο μπαρ του XOYO μετά το σύντομο σετ που τους οργάνωσε ο Erol, πως θα είναι στη λίστα τον Νοέμβριο. Loz we salute you.
Αμέσως μετά o Andy σε ένα όνειρο συνομιλεί με τον David Foster Wallace, συγγραφέα του Infinite Jest απ' όπου και ο χαρακτήρας της Latteral Alice και ταυτόχρονα πραγματοποιεί την φιλοδοξία που μάλλον δεν κατάφερε να υλοποιήσει με το Tarantula (σ.σ. πολύ περίεργος είμαι να μάθω τι φιλοδοξία είχε με το Tarantula, εκτός από το να κυκλοφορήσει το πιο απογοητευτικό άλμπουμ των 90s, μέχρι την επιστροφή των Stone Roses τουλάχιστον). Το δε spacemen 3-esque φινάλε του έδεσε απίστευτα με το cover του Revolution σε πρόσφατο live (άσχετα αν εγώ αναρωτιόμουν σχεδόν μία μέρα ποιο κομμάτι ήταν). Έχει ακριβώς την ένταση και διάρκεια που χρειάζεται για να μας προετοιμάσει για αυτό που θα ακολουθήσει: ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει.
Δεν νομίζω πως θα ξεχάσω ποτέ την στιγμή, στο Village Underground του Λονδίνου, όταν ενώ όλοι περιμέναμε ότι το Weather Diaries ήταν ό,τι πιο καινούριο θα ακουστεί εν αναμονή του άλμπουμ, ο Mark απλά μας ανακοίνωσε 'This is Cali'. Τρία περίπου δευτερόλεπτα αφού ξεκίνησε το Daydream-like μπάσο του Steve Queralt, καθώς μπαίνουν οι πρώτες κιθάρες, συνειδητοποίησα -όπως και όλοι γύρω μου- ότι ναι, οι Ride πραγματικά επέστρεψαν, κατάφεραν κάτι που ούτε εγώ περίμενα μάλλον. Και κάπου εκεί στο σημείο πριν το τελευταίο 'Another summer is on the way', ένοιωσα δάκρυα στα μάτια μου και κόμπο στο στομάχι γιατί ξανά άκουγα αυτές τις τόσο γνώριμες αρμονίες και εναλλαγές φωνητικών, που κάποτε έκαναν για μένα το Cool your boots το πιο όμορφο τραγούδι που είχε ποτέ γραφτεί και αυτό το rhythm section που πάντα καταφέρνει να κρατάει την μελωδία μέχρι τέλους, όταν όλα τείνουν να χαθούν μέσα στον εκπληκτικά όμορφο θόρυβο. Και μέσα σε όλα αυτά οι στίχοι άρχισαν να αποκτούν νόημα. Ο ερωτευμένος Andy που το ΄93 στο Ρόδον μας τραγουδούσε το ολοκαίνουριο Crown of Creation, αφιερωμένο στην τότε σύζυγο του (τα σχόλια δικά σας ειδικά για το ρεφρέν), αυτή τη φορά κατάφερε να μας κάνει να τον ερωτευθούμε εμείς με το απόλυτο love song στην σύζυγο νο. 2 (σ.σ. από τον Βοσκόπουλο στον Andy Bell ένα τσιγάρο δρόμος τελικά).
Το ambient 2λεπτο του Integration Tape μας βγάζει από αυτή την βγαλμένη από όνειρο τετράδα, όπως τόσο σωστά το διατύπωσε φίλος (και σούπερ-φαν φυσικά) στον διπλό επίλογο των Impermanence και White Sands. Το πρώτο θυμίζει θεματικά μετεφηβικές υπαρξιακές αναζητήσεις τύπου 'We have short time to stay' με τη διαφορά ότι όπως δηλώνει ο τίτλος, η κατάληξη δεν είναι ένα αναπόφευκτο τέλος αλλά η πιθανότητα μετεξέλιξης, αναγέννησης. 'impermanence outlives you, your life will always be'. Οκ, ας πούμε ότι είναι μία πιο ώριμη εκδοχή του 'wake up see the sun, what's done is done'.
To White Sands θα μπορούσε να είναι η μελωδική-αλλά κάθε άλλο παρά υποτονική-ανακεφαλαίωση του τι συνέβη ως τώρα. Στην προαναφερθείσα συνέντευξη ο Lammo έδωσε τη δική του ερμηνεία για αυτό το φινάλε, ότι δηλαδή πρόκειται για την εισαγωγή στο επόμενο άλμπουμ και όχι για το κλείσιμο του Weather Diaries, δεν είναι αποχαιρετισμός είναι η δήλωση του επανήλθαμε για να μείνουμε (σ.σ. πήγε η καρδιά της στη θέση της, της κοπέλας). Οι ίδιοι μετά από παύση γέλασαν όλοι μαζί. Και γιατί όχι. Οι Ride δεν έχουν καμία απολύτως υποχρέωση να δώσουν εξηγήσεις, όπως δεν είχαν καμία υποχρέωση να γίνουν ρεπλίκα του εαυτού τους για να ικανοποιήσουν κανέναν νοσταλγικό shoegazer ή σοβαροφανή nugazer (σ.σ. μόνο δικαιώματα έχουν αυτοί οι Ride τελικά;). Και έτσι ο τύπος που τις προάλλες στο εκπληκτικό live στο Kingston δεν σταμάτησε να φωνάζει το Sight of You, δεν φάνηκε να εντυπωσιάζει κανέναν από τους τέσσερις και σίγουρα ούτε εμένα που έπρεπε να υποστώ την μίζερη και δήθεν παρελθοντολαγνεία του επί μία ώρα (σ.σ. ο εμφύλιος δεν είναι καλό πράγμα, Μαρία).
Το '92 με το Going Blank Again οι Ride τόλμησαν κάτι διαφορετικό και κατάφεραν να τελειοποιήσουν τον ήχο τους το μέσα σε μία σκηνή που είχε πλέον και όνομα και εκπροσώπους, αλλά και κάποιους περιορισμούς που έπρεπε να ξεπεραστούν. Το Weather Diaries όπως και το GBA μπορεί να μην παρουσιάζει την ομοιομορφία των Nowhere και Carnival of Light αλλά σε καμία περίπτωση δεν καταλήγει να είναι μία συλλογή από σκόρπια κομμάτια όπως το Tarantula. Και παρά τα 25 χρόνια που τα χωρίζουν αυτή η συνειδητή πολυφωνία είναι το κοινό στοιχείο μεταξύ των δύο άλμπουμ. Όπως και η αυτοπεποίθηση που αποπνέουν.
H παραγωγή του- επίσης superfan- Erol Alcan, ο οποίος κατά τους ίδιους ενθάρρυνε τα νέα στοιχεία, κυρίως τα electronics παρά ευθύνεται αποκλειστικά για αυτά, καταφέρνει να ανανεώσει τον ήχο τους ώστε να ξεπεράσει το δοκιμασμένο και προβλέψιμο και να δέσει και με το γενικότερο ύφος που θέλησαν να αποδώσουν. Περιμένουμε τώρα και το remix του Unfamiliar που έχει υποσχεθεί.
Οι Ride είναι και πάλι χαρούμενοι και υπέροχα εκκωφαντικοί, δίνουν και παίρνουν αγάπη χάρη σε αυτό που ίσως σήμαιναν κάποτε όσο και για αυτό που είναι τώρα. Η δε δική μου χαρά είναι τέτοια που ψάχνω κενά στους τοίχους για να επαναφέρω τα 50 πόστερ που κάποτε διακοσμούσαν το δωμάτιό μου. Ειλικρινά δεν φανταζόμουν ότι ήταν δυνατόν να τους αγαπήσω ακόμη περισσότερο. Κυρίως επειδή το μεγαλύτερο διάστημα της 20ετίας που μεσολάβησε πέρασε μου ήταν για διάφορους λόγους απίστευτα δύσκολο και επίπονο να τους ακούσω.
Για όλους αυτούς τους λόγους το Weather Diaries, αν πρέπει να το βαθμολογήσω, είναι για μένα 10/10 (σ.σ. βγάλτε 3 βαθμούς του φαν και μισό του μαθητή, και είστε μέσα, κατ’ εμέ). Ακούστε το, δείτε τους ζωντανά όπου μπορείτε και αφήστε πίσω τα βαριεστημένα reunions και την αναβίωση του οτιδήποτε. Εξάλλου όπως είπε και ο Steve Q. 1991 χωρίς Pale Saints δεν (ξανά) γίνεται. Νομίζω καταλαβαίνουμε όλοι τι εννοεί (σ.σ. εγώ όχι πάντως).
PS 1: Χάρη στην Latteral Alice, ξαναέπιασα στα χέρια μου το Infinite Jest, το οποίο μου δάνεισε πριν 2 χρόνια ο αγαπημένος μου φίλος Βασίλης, aka Polygrains, ως αντικαταθλιπτικό. Δεν μπορώ να πω ότι βοήθησε σε εκείνη τη φάση της ζωής μου, αλλά του δίνω μία δεύτερη ευκαιρία (σ.σ. σε δέκα χρόνια που θα το τελειώσεις, θα τα ξαναπούμε).
PS 2: Μετά το τέλος της σχεδόν μυστικής συναυλίας στο κατά τ΄ άλλα απίστευτα βαρετό Kingston Upon Thames (στο οποίο πέρασα ενάμιση χρόνο στα late 90's και δεν είχα ως τώρα λόγο να ξαναεπισκεφθώ) μου συνέβη το εξής περιστατικό. Ενώ ο roadie μου έδινε στο χέρι το setlist που ευγενικά του ζήτησα, μου επιτέθηκε από τα αριστερά μεσόκοπος άντρας τραβώντας με μανία το ήδη διαλυμένο από τενοντίτιδα χέρι μου. Αφού αντιμετωπίστηκε τουλάχιστον με αηδία από όλους, τα παιδιά από το crew με φώναξαν και μου έδωσαν ό,τι αναμνηστικό είχαν στα χέρια τους. Αναπόφευκτα μου ήρθε στο μυαλό η τραυματική εμπειρία του 1993 στο Ρόδον, όταν μεγαλύτερος μου και πάλι άντρας, άρπαξε από τα 16χρονα (σ.σ. παιδικά) χεράκια μου την λίστα που μόλις είχαμε καταφέρει με την φίλη μου να ξεκολλήσουμε από τη σκηνή. Και πάλι δύο τύποι που προφανώς δούλευαν εκείνο το βράδυ και με είδαν να κλαίω, μου έδωσαν ένα πόστερ για παρηγοριά. Έχουν περάσει σχεδόν 25 χρόνια από τότε και ακόμη δεν έχω καταφέρει να μάθω ποιοι ήταν. Τον πρώτο πάντως έτυχε να τον ξανασυναντήσω ως ενήλικη πλέον. Δεν χάρηκε που με γνώρισε (σ.σ. και τα κακουργήματα παραγράφονται σε 20 χρόνια, υπόψιν).