Κωλοέλληνες Νεοέλληνες
Ατοπήματα και απογοητεύσεις, τόλμη και αυτοϋπονόμευση, αμφιλεγόμενες θέσεις, συμβιβασμούς, χυδαιότητα, ξεπούλημα κ.α. Του Δημήτρη Κάζη
Πριν από λίγες μέρες ανέβηκαν ταυτόχρονα στο mic δύο κριτικές για συναυλίες, η μία για του Τζίμη Πανούση στο Τρόικα club από τον Χρήστο Αναγνώστου και η δεύτερη για του Διονύση Σαββόπουλου στο Gagarin από τον Άρη Καραμπεάζη.
Οι δύο συντάκτες, έχοντας την ίδια περίπου αφετηρία ηλικιακά (μια γενιά μετά από το Σαββόπουλο και μισή από τον Πανούση) μουσικά και αισθητικά, αποτιμούν μέσα από την κριτική τους για μια συναυλία, θέλοντας και μη, τη συνολική πορεία και των δύο, και καλλιτεχνικά αλλά και σαν δημόσια πρόσωπα.
Η αίσθηση που αποκόμισα από τα δύο κείμενα είναι ότι και οι δύο με βαριά καρδιά προσπαθούν να παραδεχτούν το προφανές. Ο μεν Άρης το καλλιτεχνικό μεγαλείο του Σαββόπουλου, παρόλο που πολλές φορές μας έχει απογοητεύσει με τη δημόσια παρουσία του και τις αμφιλεγόμενες θέσεις του, ο δε Χρήστος το ξεπούλημα και την απόλυτη ανυποληψία του Πανούση, παρόλο που ο τρόπος και η ορμή που ξεκίνησε τον κατατάσσουν ανάμεσα στους παιδικούς μας ήρωες και αυτά τα αισθήματα δεν αλλάζουν εύκολα ό,τι και να γίνει.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι ένας μεγάλου βεληνεκούς τραγουδοποιός και μια larger than life προσωπικότητα. Άλλες εποχές βέβαια, αλλά πριν κλείσει τα 40 γέμισε το Ολυμπιακό στάδιο με ογδόντα χιλιάδες κόσμο, όταν σήμερα ο πιο πετυχημένος σαραντάρης τραγουδοποιός θα είναι ευτυχισμένος αν γεμίσει ένα ανοιχτό θέατρο τριών χιλιάδων θέσεων. Αυτός είναι και ο λόγος που οτιδήποτε έχει σχέση με αυτόν εξήπτε πάντα την περιέργεια του κόσμου. Και την υγιή και τη νοσηρή. Αλλά επειδή στην Ελλάδα ζούμε, μικρή χώρα που λίγο πολύ όλοι τους ξέρουν όλους και κακό χωριό τα λίγα σπίτια που λέει και η παροιμία, δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει το καθολικό status που του αξίζει. Δεν του λείπει πολύ, ένα 10-20% λέω, αλλά ανάμεσά τους είναι και κόσμος που έχω την αίσθηση ότι θα ήθελε να έχει κατακτήσει.
Όχι ότι δεν προσπάθησε πολύ και ο ίδιος να μουντζουρώσει την εικόνα του. Και καλά όταν το έκανε καλλιτεχνικά και δημιουργικά, όπως έγινε με το Κούρεμα (τον δίσκο αυτό καθαυτό), αλλά πολλές φορές το έκανε εντελώς αψυχολόγητα, όπως έγινε με άλλες κινήσεις του που ξεκίνησαν πάνω - κάτω εκείνη την εποχή ή λίγο πιο πριν. Ακόμη θυμάμαι πόσο με εξόργισε όταν τον έβλεπα από τον Έβρο να τραγουδάει στα στρατόπεδα παρέα με τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης κ. Ιωάννη Βαρβιτσιώτη. Μύρισε χούντα. Ή όταν έμπλεξε με εκείνο το ανεκδιήγητο κίνημα των "νεοορθόδοξων" το οποίο στη συνέχεια αποκήρυξε μέχρι και ο εμπνευστής του. Ή όταν βγήκε παρέα με τη Βίσση στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών και μετά το δικαιολόγησε λέγοντας πόσο σκληρά δουλεύει (η Βίσση) λες και αυτό είναι κριτήριο. Οι έμποροι ναρκωτικών και τα golden boys που φτιάχνουν τοξικά ομόλογα να δεις πόσο σκληρά δουλεύουν.
Η αλήθεια είναι ότι ο Σαββόπουλος είναι ένας άνθρωπος που δεν φοβάται να σκεφτεί, να αναθεωρήσει και να τοποθετηθεί δημόσια για κάτι που πιστεύει. Μόνο οι νεκροί και τα ντουβάρια δεν αλλάζουν, έχει πει σε ανύποπτο χρόνο ο ίδιος. Και μέσα από αυτές τις αναθεωρήσεις και τις δημόσιες τοποθετήσεις του έχει αποξενώσει, ερχόμενος σε σύγκρουση με τις δογματικές τους αλήθειες, ανθρώπους που τον λάτρεψαν για το έργο του αλλά και για παλιότερες θέσεις του, μετατρέποντάς τους σε μια στιγμή από αφοσιωμένους οπαδούς σε ορκισμένους εχθρούς, και ξέρουμε καλά ότι οι χειρότεροι εχθροί είναι οι πρώην φίλοι που αισθάνονται προδομένοι. Και επειδή όλοι αντιλαμβάνονται την αξία του ακούγοντας τη Δημοσθένους Λέξη, το Μπάλο τον Πολιτευτή (μπορώ να συνεχίσω με καμιά τριανταριά τίτλους ακόμη, τίτλους τραγουδιών που θα ακούγονται και εκατό χρόνια από σήμερα) εξαγριώνονται ακόμη περισσότερο. Το παρορμητικό και το θυελλώδες της προσωπικότητάς του, όσο και να αμβλύνεται με το χρόνο, δεν κάνει τα πράγματα πιο εύκολα.
Ο Πανούσης από την άλλη δεν δυσαρέστησε ποτέ την πελατεία του, και αυτό στα μάτια μου τον κάνει πιο κομφορμιστή από τον Σαββόπουλο, αν και σύγκριση ανάμεσα σ' αυτούς τους δύο σε οποιοδήποτε επίπεδο μόνο σαν ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί. Της έδινε πάντα αυτό που ήθελε, και διάλεξε από νωρίς, λίγο μετά τα "ηρωικά" του χρόνια με τις Μουσικές Ταξιαρχίες, την πιο εύκολη πελατεία για να μη χρειάζεται και πολλή προσπάθεια για να την κρατήσει ικανοποιημένη. Αυτούς που υποτίθεται ότι πάντα περιφρονούσε. Αυτούς που αν τους πετάξεις στα μούτρα ένα "σόκιν" αστείο και ένα βρισίδι σε όλους τους "δυνατούς" θα σε κάνουν θεό, και όσο πιο χοντροκομμένα είναι αυτά τόσο το καλύτερο. Αυτούς που είναι οι μόνοι που μπορεί να σοκάρει. Τους μικροαστούς.
Θυμάμαι στα μέσα των 90s να τον βλέπω ντυμένο με ένα λαστιχένιο ομοίωμα γυμνού γυναικείου σώματος να χορεύει βάζοντας τα δάχτυλα μέσα στο "ψεύτικο μουνί" (σε εισαγωγικά επειδή είναι απόσπασμα από στίχο του, για όσους τυχόν δεν το ξέρουν) και βγάζοντας "προκλητικά" τη γλώσσα έξω και να αναρωτιέμαι τι διάολο θέλω εγώ εκεί. Τον θυμάμαι να κάνει φάρσες στο τηλέφωνο, που αν ήταν στημένες ήταν απλά γελοίες και αν δεν ήταν δεν βρίσκω λόγια να τις χαρακτηρίσω. Τον θυμάμαι να παίρνει μια τσάντα από μια πελάτισσα, να κάνει ότι βγάζει από μέσα ένα δονητή, και να ρωτάει δείχνοντας το συνοδό της "ολόκληρος άντρας δεν σας φτάνει κυρία μου;", το κοινό του να χαχανίζει ζαλισμένο από τις ακριβοπληρωμένες μπόμπες και αυτόν να γελάει αυτάρεσκα για το φοβερό αστείο του. Τον θυμάμαι να βρίζει ή να ειρωνεύεται (ΟΚ, μερικές φορές έξυπνα) τους πάντες και τα πάντα τόσο επιθετικά, αφοριστικά και ισοπεδωτικά ώστε να μην αφήνει περιθώρια για αντίλογο (άλλη παροιμία που μου ήρθε στο νου τώρα: "Όταν μαλώνει μια κυρία με μια πουτάνα κερδίζει πάντα η πουτάνα"). Τον θυμάμαι μερικές φορές να παίρνει θέση απέναντι σε πανίσχυρα κατεστημένα και να τον θαυμάζω για το θάρρος του και την αμέσως επόμενη στιγμή να ξεστομίζει την πιο απίστευτη ρατσιστική χυδαιότητα. Ίσως αυτή να είναι και η τέχνη του. Βαλκάνιο κράμα Lenny Bruce με John Valby.
Δεν τον θυμάμαι ποτέ να παίρνει θέση υπέρ για κάτι, ό,τι και να ήταν αυτό, εκθέτοντας τον εαυτό του σε κριτική και αναλαμβάνοντας προσωπικό ρίσκο πιο βαρύ από αυτό που παίρνεις όταν είσαι ενάντια σε όλα. Δεν τον θυμάμαι ακόμη να υπερασπίζεται τα τραγούδια του, αυτά με τα οποία μας πήρε και μας σήκωσε στην αρχή. Τα περιόρισε σε ρόλο μουσικού διαλείμματος ανάμεσα στα σκετς του, και τους μουσικούς σε κομπάρσους του show του, με την πελατεία του να μιλάει ή να πηγαίνει στην τουαλέτα όταν παίζουν μη τυχόν και χάσει την επόμενη εξυπνάδα.
Δεν τον θυμάμαι τέλος να μετανιώνει ή να παίρνει πίσω εκείνη την αποκρουστική κουβέντα που είπε το 2005, μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στον υπόγειο του Λονδίνου με τους 52 νεκρούς, "μια χούφτα Άραβες έσωσαν την τιμή της ανθρωπότητας" ή κάπως έτσι. Και επειδή για 'μένα η ανθρώπινη ζωή έχει την ίδια αξία και στην Ελλάδα, και στην Αφρική, και στη Γάζα και στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη, με τα δικά μου μέτρα είναι ένα πράγμα με πολλούς στους οποίους στέκεται "απέναντι".
Πολλοί μπορεί να σκέφτηκαν διαβάζοντας το αφιέρωμα στο Σαββόπουλο και την κριτική στη συναυλία του ότι δεν έχει καμιά σχέση με αυτό το site. Αυτός όμως που στην πραγματικότητα είναι εντελώς έξω από τη φιλοσοφία του mic είναι ο Τζίμης Πανούσης.