SOVIET SOVIET, CCCP και άλλες ιστορίες από το ιταλικό ροκ παραπέτασμα
Το ιταλικό ροκ και οι μανίες του. Του Άρη Καραμπεάζη
Δεν ασχολούμαστε σχεδόν ποτέ με το ιταλικό ροκ. Όπως πάνω κάτω δεν ασχολείται και κανείς δηλαδή εκτός συνόρων Ιταλίας. Κάποιοι διεθνιστές ιταλοί ροκάδες, post ροκάδες, γκοθάδες ή και μεταλάδες εμφανίζονται κάθε τόσο, αλλά με το κυρίως σώμα της ιταλικής ροκ σκηνής (ανεξάρτητης όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε ακόμη) ο υπόλοιπος κόσμος ελάχιστη επαφή έχει. Και αναφέρομαι κυρίως στα ιταλόφωνα ροκ συγκροτήματα. Προφανώς οι αιτίες δεν διαφέρουν κατά πολύ με το γιατί κανείς εκτός συνόρων δεν ασχολήθηκε ποτέ με τις Τρύπες ή τα Διάφανα Κρίνα. Μόνο οι Υπέρ-Βόρειοι έχουν καταφέρει να ακούμε φανατικά τα συγκροτήματα τους και να μην καταλαβαίνουμε μία από όσα λένε, ίσως γιατί μας φαίνονται και ακούγονται κλισαρισμένα εξωτικά έως και "ξωτικά".
Η περίπτωση των Soviet Soviet, δεν έρχεται να αλλάξει το παραπάνω συμπέρασμα. Πρόκειται άλλωστε για μπάντα που τραγουδάει στην αγγλική γλώσσα (χωρίς "ιταλική προφορά" ευτυχώς, διότι αν ακούσεις Ιταλό να μιλάει αγγλικά... άστο καλύτερα, χειρότερα και από μας), συντάσσεται με το post punk κλίμα της τελευταίας πενταετίας και αρκετοί όταν άκουσαν ότι θα τους φέρουν για συναυλία οι τύποι της Arte Fiasco μες στον Δεκέμβρη, πίστεψαν ότι πρόκειται για κάποιο side project των Ρώσων Motorama, που είχαν προκαλέσει πανικό προ έτους. Όχι αδίκως ίσως, η τελευταία παρανόηση.
Η γκάμα αναφορών των συνθέσεων τους σπάνια ξεπερνάει τη νοητή γραμμή που ενώνει στις συνειδήσεις των οπαδών, τους Joy Division με τους Gang Of Four, αλλά από την άλλη αρκετοί πλέον σπάνια χρειάζονται κάτι παραπάνω από αυτό (και αυτό δεν είναι και λίγο εδώ που τα λέμε). Παρά ταύτα έχουν όντως και στις συνθέσεις και στο παίξιμο τους, αφενός ισχυρή δυναμική, αφετέρου γνήσιο πάθος, για να υποστηρίξουν κάτι που θα μπορούσε και να κατηγορηθεί ως ξεδιάντροπη αντιγραφή. Το μπάσο το έχουν σωστά τοποθετημένο στην κορυφή της διαδικασίας, τα φωνητικά δεν βαριούνται ακόμη και όταν μελαγχολούν και καθώς παραμένουν υπόγεια και ανεξάρτητα δρώντες είναι μία πρώτης τάξεως λύση, τέτοιες ώρες που, πάλαι ποτέ παθιασμένοι τύποι, σαν τους Interpol και τους Editors έχουν λουστραριστεί για τα καλά στο βωμό μιας αόριστης ροκ ενθρόνισης και άρα πάψει να μας συγκινούν. Οι κυκλοφορίες τους είναι περιεκτικές, τιμούν το κατ' εξοχήν indie προϊόν των 80s, που είναι το EP, και αποφεύγουν περιττά τραγούδια, αλλά και περιττή διάρκεια στα τραγούδια τους.
Το όνομα της μπάντας (επιτυχημένο σίγουρα, όπως και αυτό των Motorama, είναι από τα ονόματα, που αναρωτιέσαι πώς και δεν τα σκέφτηκε κάποιος τόσα χρόνια) μου θύμισε ότι το ιταλικό ροκ έχει δύο μεγάλες μανίες: τον Κομμουνισμό και την Μέση έως Άπω Ανατολή. Η τελευταία δε μας ενδιαφέρει εδώ και κατά βάση ούτε και ο πρώτος, αλλά έστω και στοιχειωδώς αν έχεις ασχοληθεί με τη σκηνή της γειτονικής χώρας, δεν μπορεί παρά να σου έρθουν στο μυαλό οι πάλαι ποτέ κραταιοί και ένδοξοι κατά κει (και παντελώς άγνωστοι κατά δω) CCCP.
Ένα εντελώς ιδιόρρυθμο και εντυπωσιακά εκκωφαντικό σε μεθόδους έκφρασης συγκρότημα, που από το 1981 και για μία δεκαετία, καθόρισε κατ' ουσία τις εξελίξεις στον ιταλικό ανεξάρτητο-πανκ ροκ ήχο, αλλά και την ιστορική του συνέχεια, μέσα από τα γκρουπ που προέκυψαν από τη διάλυση τους. Το πλήρες όνομα της μπάντας είναι CCCP Fedeli Alla Linea (πιστοί στη γραμμή), ενώ υπογραμμίζουν την καταγωγή τους με τον επιθετικό προσδιορισμό Musica Melodica Emiliana (από την επαρχία της Emilia Romagna, τόπο καταγωγής του αρχηγού βασικά) - Punk Filosovietico (εδώ δεν θέλει διευκρινήσεις). Φιλιοσοβιετικοί ήταν πάντοτε, υπό την έννοια ότι τους γοήτευε η κουλτούρα και η ίδια η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, ως ένα παράλληλο σύμπαν, στο δυτικό σύμπαν στο οποίο κινούνταν αυτοί.
Παρά ταύτα δεν πρόκειται για υποχείριο-μέσο προπαγάνδας του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ούτε για τίποτε λιγούρια ροκάδες που παρακάλαγαν για το ρόστερ του φεστιβάλ ΚΝΙ στη Μπολόνια (σαν κάτι δικούς μας...), παρότι η μουσική τους εξύμνησε αρκετά το σοβιετικό πρότυπο και οι ρυθμοί τους υπήρξαν ενίοτε υπέρ το δέον μιλιταριστικοί και αυστηροί, ενώ σε επίπεδο εικόνας χρησιμοποίησαν (αλλά και παραποίησαν) κάθε πιθανό και απίθανο κομμουνιστικό σύμβολο.
Θα ήταν βέβαια ανόητο να κρίνει κανείς τους CCCP παραλείποντας να λάβει υπόψη του το θεατρικό στοιχείο, τον κύρια up-tempo χαρακτήρα των ρυθμών τους, το μπόλικο fun επί σκηνής, αλλά και την πικρή ειρωνεία που πάντοτε έδειξαν απέναντι στη δύναμη και τις πρακτικές του καθεστώτος. Συνοψίζοντας μπορεί να πει κανείς ότι κατέληγαν πάντοτε σε θέαση των προβλημάτων του καπιταλισμού μέσα από το ομοίως χαμένο όραμα του σοσιαλισμού, απλώς το τελευταίο, ως μακρινό για τους ίδιους, συνέχιζε να ασκεί μία κάποια γοητεία, σε σχέση με το φάτσα-κάρτα εκφυλισμένο καπιταλιστικό μοντέλο (της τρελής γινόταν και στην Ιταλία των 80s, ως γνωστόν, σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο).
Οι CCCP μίλησαν για το άτομο και τα αδιέξοδα του, με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν και οι Gang Of Four και τα Μωρά Στη Φωτιά και οι Mission Of Burma, απλώς προτίμησαν να χρησιμοποιήσουν σύμβολα και ιδεολογίες σε πρώτο πλάνο, για λόγους που σήμερα παρότι χάνονται στο χρόνο δεν αφαιρούν σε τίποτε από την αξία της μουσικής τους.
Πολύ πριν καταντήσει αστεία η φράση της Ρόζα Λούξεμπουργκ στα χέρια πρόσφατου Έλληνα πρωθυπουργού, ονόμασαν το δεύτερο άλμπουμ τους 'Και σοσιαλισμός και Βαρβαρότητες', μη αρνούμενοι να δουν την πραγματικότητα, όπως ακριβώς είχε. Τραγούδια όπως το Emilia Paranoica συντάσσονται στη γραμμή Παράξενη Πόλη, των δικών μας Τρύπες (για να καταλαβαινόμαστε το λέω), στο Punk Islam ενώνουν τις δύο εμμονές του ιταλικού ροκ που λέγαμε και παραπάνω, ενώ προς το τέλος πρόλαβαν να δουν τον κομμουνισμό να καταρρέει και οδήγησαν τον ήχο τους ακόμη περισσότερο προς την ανατολή. Ένα παλιότερο τραγούδι τους κατατάσσει τους αναρχοκομμουνιστές μπάχαλους στο επίπεδο των 'επικίνδυνων χουλιγκάνων' (Huligani Dangereux) και τους κατηγορεί ευθέως για περιστασιακή μόνον ανάγνωση των μανιφέστων στο όνομα των οποίων τα κάνουν όλα λίμπα (συμπτωματικά μοιάζει τόσο μουσικά, όσο και στην εκφορά των φωνητικών με το Χούλιγκανς των Σπυριδούλα από το 1982!).
Υπάρχει ένα εκπληκτικό διπλό best of σε CD, με τον τίτλο Enjoy CCCP από το 1994 (μετά τη διάλυση τους), όπου το logo της μπάντας εμφανίζεται αρμονικά ως αυτό της Coca Cola (το έχει κάνει και ο Πανούσης στα καθ' ημάς), που εύκολα θα βρείτε σε οποιοδήποτε ιταλικό δισκάδικο, αν τύχει και ταξιδέψετε κατά κει. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα, καθότι το tracklisting είναι αλάνθαστο και δεν περισσεύει ούτε ένα τραγούδι. Α, να πούμε ότι, όπως ακριβώς και οι Τρύπες, έτσι και αυτοί κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 80 υπογράφουν στην τοπική Virgin (και παντού στην Ευρώπη υπάρχουν ανάλογα παραδείγματα, οπότε μήπως να μετριάσουμε λίγο το ρόλο κάποιων, που ίσως κύρια να κλήθηκαν να επιλέξουν και να έπραξαν εύλογα και ορθά;).
Περαιτέρω εξερεύνηση στον κατάλογο τους αποκαλύπτει EP με εκπληκτικούς τίτλους και περιεχόμενο, όπως τα Orthodossia I & II, αλλά και μία συνεργασία με την Amanda Lear στα 1987, όπου κατακρεουργούν με τη σύμπραξη της το Tomorrow, που μετατρέπεται σε cyber punk αριστούργημα, που ακόμη περιμένει την κατάλληλη γενιά για να το αποθεώσει.
Μετά από μία κοινή περιοδεία με τους ακόμη πιο δημοφιλείς Ιταλούς ρόκερ Litfiba, που έφτασε μέχρι και τις υπό κατάρρευση Σοβιετικές Μητροπόλεις (ολίγον τι λαϊκότεροι και πιο άμεσα κατανοητοί οι Litfiba, αργότερα θα γκραντζάρουν τον ήχου τους και θα κάνουν τεράστια επιτυχία στη χώρα τους τραγουδώντας την αλά βρώμικο 89 φράση "θέλουμε τους κλεφταράδες, θέλουμε όλα τα λεφτά τους"), ακολούθησαν αμοιβαίες προσχωρήσεις-αποχωρήσεις και όλα αυτά oδήγησαν στο τελευταίο άλμπουμ του γκρουπ 'Epica, Etica, Etnica, Pathos', που παρότι αναγνωρίζεται ως το καλύτερο τους, προσωπικά το βρίσκω αρκετά στρωτό και προβλέψιμο, για μία μπάντα που είχε πάντα το στοιχείο του σοκ ως πρωταρχικό της γνώρισμα.
Μετά τη διάλυση της μπάντας, προέκυψαν οι C.S.I. που συνέχισαν με καλά άλμπουμ ως τα τέλη των 90s, αλλά το μήνυμα και η αισθητική άρχιζαν πλέον να πλατειάζουν επικίνδυνα και κάπου εκεί κόλλησαν και το μικρόβιο της ούτως ή άλλως ισχυρής στην Ιταλία prog rock παράδοσης. Οι Giovanni Lindo Feretti και Massimo Zamboni σε φωνητικά-συνθέσεις και κιθάρες αντίστοιχα υπήρξαν από την αρχή μέχρι το τέλος η ψυχή των CCCP, ενώ κατά το θρύλο είχαν πρωτοσυναντηθεί στο Βερολίνο των αρχών της δεκαετίας του '80, που ευνοούσε τέτοιες καταστάσεις και τους έδωσε άπλετο χώρο για τα πρώτα τους "υπόγεια" live.
Οι Soviet Soviet παρότι δεν φέρουν πολλά από την ανατρεπτική διάθεση, αλλά και την πρόθεση πρόκλησης, των "προγόνων" τους, εν τούτοις ξεχωρίζουν ακριβώς στο ότι δεν αντιμετωπίζουν το post punk ως μία σκυτάλη που τους παραδόθηκε και πρέπει απλά να την πάνε λίγο παρακάτω μέχρι να την πάρει στα χέρια ο επόμενος. Όπως ακριβώς και οι CCCP ακούγονται σαν μια μπάντα πραγματικά εκτός χρόνου, σαν να βαράνε πριν από τριάντα χρόνια σε ένα υπόγειο στο Βερολίνο και αυτοί, την ώρα που ο κόσμος γύρω τους το έχει ρίξει σε μία σαχλαμαρίζουσα pop που έμελε τελικά όχι μόνο να χαρακτηρίσει την δεκαετία, αλλά και να παρουσιαστεί δεκαετίες αργότερα ως δήθεν αδικημένη από τις σοφιστείες των ροκ δισκοκριτικών. Η ιστορία γράφει όμως ότι πραγματικά αδικημένη είναι η άδολα εμπνευσμένη μουσική, η οποία δεν κερδίζει τη μάχη με το χρόνο ως εμμονή νοσταλγίας, ακριβώς γιατί εξ αρχής δεν είχε σκοπό υποταγής στις ούτως ή άλλως άτακτες διαθέσεις των μεγάλων ακροατηρίων και όχι ασφαλώς λόγω έλλειψης ποιοτικών κριτηρίων.