Subhumans (UK)

Βιογραφικό

Οι βρετανοί anarcho-punks των The Day The Country Died, From The Cradle To The Grave και Worlds Apart. Του Μίλτου Τσίπτσιου

Subhumans UKΤο δεύτερο δισκάκι που ηχογράφησαν οι Mental θα είχε τον τίτλο "Shoot The Hostages" αν ποτέ έβγαινε σε κυκλοφορία. Έτσι, η βραχύβια παρουσία του εν λόγω συγκροτήματος, στιγματίζεται αποκλειστικά με το "The Extended Play EP" που έμελλε να είναι και η μοναδική τους δισκογραφική παρουσία. Κι επειδή τίποτα δεν πάει χαμένο τη σήμερον ημέρα, κοντά τρεις δεκαετίες αργότερα τους ξαναθυμήθηκε η Overground όταν και τους συμπεριέλαβε στη συλλογή της Anti-Society του 2006, με ένα από τα τραγούδια του ακυκλοφόρητου δίσκου τους.

Πάνω κάτω τον ίδιο καιρό, κάποιοι Stupid Humans μετά από πολλούς τριγμούς και ανακατατάξεις, βρέθηκαν στην μεγαλύτερη ανάγκη που μπορεί να έχει ένα γκρουπ. Την ανάγκη του τραγουδιστή. Ο Dick Lukas τραγουδιστής των Mental σώζει την κατάσταση μπαίνοντας σ' αυτό το γκρουπ το οποίο με συνοπτικές διαδικασίες μετονομάζεται σε Subhumans.

Κάπως έτσι ξεκινάει μια πορεία καταρχήν αξιοσέβαστη, μουσικά δημιουργική, άκρως σημαντική, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς υπερβολές, και με τη μέγιστη προσφορά που μπορεί να διαθέσει ένα συγκρότημα σε κάθε τομέα ανάπτυξής του. Από το Σεπτέμβρη του 1980 οι Subhumans ξεκινούν δειλά - δειλά σποραδικές εμφανίσεις που έφταναν τόσο, ώστε να τραβήξουν την προσοχή των Flux Of Pink Indians που εκείνη την εποχή ξεκινούσαν την Spiderleg Records. Το deal δεν άργησε να πραγματοποιηθεί και οι Subhumans οδηγήθηκαν στο στούντιο.

Ως εκείνη τη στιγμή η σύνθεσή του γκρουπ ήταν: Dick Lukas φωνητικά, Bruce Treasure κιθάρα, Grant Jackson μπάσο και Andy Gale ντραμς. Ο τελευταίος θ' αντικατασταθεί από τον δεκαπεντάχρονο τότε Trotsky, και με αυτή την σύνθεση θα κυκλοφορήσουν τον Δεκέμβριο του 1981 τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο Demolition War. Πρόκειται για ένα single με έξι τραγούδια, τα Parasites, Drugs Of Youth, Animal, Society, Who's Gonna Fight In The Third World War? και Human Error. Γρήγορα, αλλά και δεμένα κομμάτια, σε καθαρά punk rock βάσεις, στίχοι που δεν χαρίζονται σε τίποτα και σε κανέναν, και μια φυσιογνωμία που στιγματίζει με την πρώτη επαφή, που ξεχειλίζει από ταλέντο και κάνει ντεμπούτο στο anarcho punk με πάταγο. Αυτή η φυσιογνωμία που αναδεικνύεται είναι του Lukas που προβάλει με έναν χαρακτήρα όλο κότσια και με έναν λόγο σκέτο φαρμάκι στο ύψος ενός Penny Rimbaud ή ενός Colin Jerwood. Οι Subhumans μαζί του φαίνεται πως θα γίνουν ένα συγκρότημα που θα ξεχωρίσει αρχικά, για να προοδεύσει σύντομα. Από τις πρώτες νότες του Parasites ως τις τελευταίες του θεωρητικά αργού Human Error, ενός τύποις reggae αλά Stiff Little Fingers κομματιού, φαίνεται πως το anarcho punk δεν θα σταματήσει στους Crass. Ο δίσκος θα φτάσει μέχρι το νούμερο δεκατρία των ανεξάρτητων, μένοντας εκεί για τρεις περίπου μήνες.

Demolition WarΤον Απρίλιο του 1982 οι Subhumans εμπιστεύονται την τύχη τους στα θρυλικά χέρια του μακαρίτη πια John Loder και κυκλοφορούν το επόμενό τους single Reason For Existence. Τα τέσσερα κομμάτια αυτού του δίσκου (Big City, Peroxide, Reason For Existence και Cancer), είναι και πάλι γεμάτα με ενέργεια, με γρηγοράδα και με αφιονισμένα παρόλη την απλότητά τους κιθαριστικά ριφ. Από την άλλη, οι στίχοι του Lukas συνεχίζουν με την ίδια συνέπεια να δίνουν έναν χαρακτήρα σε αυτά που αντιπροσωπεύει το γκρουπ, να μιλούν για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Ακόμη ένα punk rock single υψηλού επιπέδου που συνεχίζει αυτό που ξεκίνησε το Demolition War.

Το ίδιο ισχύει και για το επόμενο single που κυκλοφόρησαν οι Subhumans μόλις τρεις μήνες αργότερα. Ήταν Ιούλιος του 1982 και το όνομα αυτού ήταν Religious Wars. Το ίδιο άξιο, ίσως και καλύτερο από τα δύο προηγούμενα, το Religious Wars είναι ο τρίτος κρίκος στην αλυσίδα των κυκλοφοριών του συγκροτήματος, μια συνέχεια χορταστική που καταξιώνει τους Subhumans στη συνείδηση του κόσμου. Religious Wars, Love Is..., Its Gonna Get Worse και Work Experience τα τέσσερα τραγούδια αυτού του δίσκου, με το ομώνυμο κομμάτι να θεωρείται πλέον από τα κλασικά του χώρου. Πολύ καλά και τα υπόλοιπα, οδήγησαν το single στο top ten του indie chart για πρώτη φορά από τις πολλές που θ' ακολουθήσουν.

Παράλληλα με τις άνωθεν κυκλοφορίες, ο Lukas ξεκινάει την δική του εταιρία ονόματι Bluurg η οποία ειδικεύεται κατ αρχάς στην κυκλοφορία κασετών. Με τον καιρό η Bluurg ανδρώνεται και γίνεται στέγη για αρκετά συγκροτήματα και καλλιτέχνες που θέλουν να μείνουν μακριά από τις δήθεν ανεξάρτητες- εξαρτημένες - εταιρίες σε ένα ξεκάθαρο DIY πλαίσιο. Οι Faction, οι Instigators, οι Naked και ο Nick Toczek ήταν μερικοί από αυτούς που κυκλοφόρησαν υλικό στη εν λόγω εταιρία. Μάλιστα η επιτυχία της ξεκίνησε με το καλημέρα κιόλας. Ήταν μία συλλογή με τίτλο Wessex 82 με τους Pagans τους Organised Chaos τους A - Heads και τους Subhumans, με τους τελευταίους να συμμετέχουν με ένα νέο τραγούδι το No Thanks που ήταν και ο καθοριστικός παράγοντας αυτής της επιτυχίας.

Reason For ExistenceΕπιτέλους τον Ιανουάριο του 1983 βγαίνει και το πρώτο LP του συγκροτήματος. Πρόκειται για το θρυλικό πλέον The Day The Country Died. Αυτός είναι ένας δίσκος ορόσημο για όλο το οικοδόμημα του αγγλικού punk rock, καθώς κυκλοφόρησε σε μια μεταβατική εποχή γι' αυτό, τότε που ο μύθος των πρώτων συγκροτημάτων αυτού του είδους είχε ξεθωριάσει, τότε που παρήκμαζε εξαιτίας των σταρ που κάποτε το ξεκίνησαν, τότε που το να δηλώνεις punk οδηγούσε στη χλεύη και την αποστροφή.

Ξεκινώντας από το εξτρεμιστικό και άκρως προκλητικό εξώφυλλο και φτάνοντας ως και το πιο αδύναμο τραγούδι, όλα είναι φτιαγμένα εδώ για να μείνουν κλασικά και να δημιουργήσουν έναν δίσκο αναφοράς. Τέσσερα από τα δεκαέξι κομμάτια του δίσκου τα All Gone Dead, Ashtray Dirt, Killing και New Age είναι παλαιότερα των Stupid Humans γραμμένα από τον τότε τραγουδιστή τους τον Julian Newby. Αυτό το άλμπουμ μπορεί να θεωρηθεί ως και μεγαλοφυές, καθώς συνδυάζει επιτυχημένα τα ελκυστικά ριφάκια του και τις αξιομνημόνευτες μελωδίες, με τους λυρικούς αλλά οργισμένους στίχους και με την άξεστη επιθετικότητά του. Όλη η Οργουελική προφητεία περνάει μέσα από τα αυλάκια αυτού του δίσκου και αρκεί μόνο ένα κομμάτι το "No" και καταφέρνει να χωρέσει όλη την ιδεολογία του punk στις πρώτες αράδες του. Καταφέρνει και συνοψίζει όλη την παράνοια της καθημερινότητας στα "Nothing I Can Do"και "Subvert City", όλη την αποστροφή στους κρατικούς μηχανισμούς στα "Big Brother" και "Black And White". Κοντά στα προηγούμενα προσθέστε τα χορταστικά "All Gone Dead", "Zyklon B-Movie", και "No More Gigs". Για το τέλος έμεινε το Mickey Mouse Is Dead το καλύτερο όλων. Ειρωνικό, κυνικό, σπαρακτικό κομμάτι που εκτόξευσε τους Subhumans στην κορυφή. Ο δίσκος μεμιάς πούλησε κοντά στις εκατό χιλιάδες αντίτυπα και έφτασε ως το νούμερο τρία του τοπ, με το γκρουπ να γίνεται εξώφυλλο στο Sounds. Εδώ ξεκινάνε και οι πρώτες αντιρρήσεις των σκληρότερων ιδεολόγων για το κατά πόσο αυτή η κίνηση ήταν η ενδεδειγμένη. Θυμηθείτε πως δεν θα είναι η τελευταία.

The Day The Country DiedΤον Ιούνιο του 1983 κυκλοφορεί το τέταρτο single των Subhumans με τίτλο Evolution, που είναι και η πρώτη τους κυκλοφορία στην δική τους Bluurg Records. Τα τέσσερα κομμάτια του single είναι τα Evolution, So Much Money, Germ και Not Me. Το Evolution είναι ένα παραδοσιακό boogie style κομμάτι που ανατινάζει τα όρια ταχύτητας επικεντρώνοντας τις ενστάσεις της μπάντας στην αλόγιστη χρήση πειραμάτων πάνω στα ζώα, το So Much Money είναι ένα τυπικό "Σαμπχιουμανίστικο" τραγούδι, παλιό από τις μέρες του πρώτου και μοναδικού τους demo με ευκολοχώνευτες μελωδίες και κοινωνικούς στίχους, όπως και το Germ που μέσα από το κοφτερό τέμπο του αναδεικνύει τις πολιτικοποιημένες θέσεις τους. Το δισκάκι κλείνει με έναν ακόμη punk rock ύμνο το Not Me που επιβεβαιώνει πως οι Subhumans είναι στην κορυφή του anarcho - punk κινήματος.

Τον Οκτώβριο του 1983 βγαίνει ένα δωδεκάιντσο EP γεμάτο ιδιαιτερότητες με τίτλο Time Flies... But Aeroplanes Crash. Η πρώτη ιδιαιτερότητα έγκειται στο γεγονός πως παρόλη την επιτυχία του συγκροτήματος και παρόλο το χρονικό διάστημα που έχει περάσει, για μια ακόμη φορά σε δίσκο των Subhumans θα βρούμε δύο παλαιότερα κομμάτια των Stupid Humans. Είναι τα Get Out Of My Way και First Aid με το πρώτο να κερδίζει κατά κράτος το δεύτερο. Ιδιαιτερότητα νούμερο δύο: Τα τρία από τα οχτώ κομμάτια είναι live με τα δύο από αυτά (People Are Scared και Everyday Life) πρωτοεμφανιζόμενα. Το τρίτο που είναι και σαφώς το καλύτερο, είναι το I Don't Wanna Die που το είχαμε ξανακούσει στο The Day The Country Died. Την τρίτη και σημαντικότερη ιδιαιτερότητα την δημιουργούν τα τρία εναπομείναντα κομμάτια του δίσκου. Και αν το σκαοειδές Word Factory δεν θα προβληματίσει και τόσο, για ένα συγκρότημα σαν τους Subhumans που στο κάτω - κάτω η στιχουργική παίζει καθοριστικό ρόλο στη συνέπειά του, το Suzan μια δακρύβρεχτη - και όμως punk - μπαλάντα παιγμένη στο πιάνο από τον Lukas σίγουρα θα ξενίσει, όπως το ίδιο θα συμβεί με το Work Rest Play Die που κλείνει τον δίσκο ένα κωμικό θεατρινίστικο τραγούδι με σπουδαίο στίχο που το τέλος του έρχεται με έναν ψυχεδελικό τρόπο που όμοιό του σπάνια συναντούμε σε punk rock συγκρότημα.

Και αυτός ο δίσκος γνώρισε μεγάλη επιτυχία χαρίζοντας στο συγκρότημα ένα ακόμη top ten. Μάλιστα οι Subhumans είχαν γίνει εκείνη την εποχή τόσο σημαντικοί σα συγκρότημα, που έφτασαν σε σημείο να θεωρηθούν οι Dead Kennedys της Αγγλίας, χωρίς αυτή η σύγκριση να θεωρείται ιεροσυλία.

From The Cradle To The GraveΤο Φθινόπωρο του 1983 ο Grant αποχωρεί από το συγκρότημα και αντικαθίσταται από τον Phil, μέλος του αδελφικού συγκροτήματος των Pagans. Τον Μάιο του 1984 κυκλοφορεί το δεύτερο LP των Subhumans και πρώτο στην Bluurg, με τίτλο From The Cradle To The Grave. Είναι ένας δίσκος που σε σχέση με τον προηγούμενο δείχνει πιο ώριμος, περισσότερο φρέσκος και με πιο δουλεμένο ήχο. Πλέον οι Subhumans δεν έχουν την ανάγκη ν' αποδεικνύουν ες αεί τις κοινωνικές τους ευαισθησίες, κάτι που τους απελευθερώνει και τους δίνει τη δυνατότητα να επικεντρωθούν περισσότερο στη δομή των συνθέσεων. Έτσι εδώ σχεδόν εκλείπουν οι βιαστικές punk rock επιθέσεις και τα ανελέητα hardcore ξεσπάσματα τα οποία περιορίζονται σε μόνο δύο. Αυτά είναι το γρήγορο Forget και το ακόμη πιο γρήγορο και ανατρεπτικό Reality Is Waiting For The Bus. Μέσα από τα υπόλοιπα το συγκρότημα δείχνει ν΄ ανοίγει τους ορίζοντές του και να δοκιμάζει όλο και διαφορετικά στοιχεία που θα μπορούσαν να καλύπτουν τις ανάγκες ένδυσης των στίχων του Lukas που για μια ακόμη φορά είναι σημείο αναφοράς για αυτόν τον δίσκο. Έτσι το αριστοτεχνικό Waste Of Breath φλερτάρει σε Ska ρυθμούς αρκετά δυνατά, τόσο που πλησιάζει να γίνει χορευτικό, ενώ το Where's The Freedom κοντεύει να φτάσει στα όρια του επικού. Το ίδιο συμβαίνει και με αυτό το παράξενα ονομαζόμενο Us Fish Must Swim Together που ξεκινάει σαν μια ιδιόμορφη μπαλάντα, όπως και το αργό, μακρόσυρτο Wake Up Screaming που μόνο προς το τέλος του ξεσπάει σ' ένα θανατηφόρο ουρλιαχτό. Τα Adversity και Rain τέλος, είναι από μόνα τους δύο τυπικά κομμάτια με τον ιδιαίτερο πατενταρισμένο ήχο των Subhumans. Όλα τα παραπάνω αποτελούν μόνο τον μισό From The Cradle To The Grave. Το υπόλοιπο μισό αποτελείται από ένα, μοναδικό και ανεπανάληπτο δεκαεφτάλεπτο κομμάτι που βάφτισε και το LP. Ένα εκπληκτικό έπος που συγκινεί, μαγνητίζει και καταπλήσσει. Δεκαεφτά λεπτά που περιλαμβάνουν όλες τις επιρροές των Subhumans, που ξεκίνησαν από Sex Pistols και Dead Kennedys και φτάσανε ως τους Crass και τους υπόλοιπους anarcho-punks. Με έναν στίχο γροθιά στο στομάχι σε μια σύνθεση που ώρες - ώρες ξεφεύγει από τα συμβατά όρια και φτάνει ως το space rock των Hawkwind ή το progressive rock των King Crimson, αποτελεί μια μεγάλη έκπληξη από ένα γκρουπ που ως τώρα το τετράλεπτο κομμάτι θεωρούνταν δεινοσαυρικό. Τελικά σε σύγκριση με το The Day The Country Died, το From The Cradle To The Grave είναι ένα σκαλοπάτι πάνω συνθετικά, υπολείπεται όμως ξεκάθαρα στην επιρροή που άφησε το πρώτο. Οι Smiths και το ομώνυμο άλμπουμ τους ήταν αυτοί που δεν επέτρεψαν το From The Cradle To The Grave να ανέβει στο νούμερο ένα του τοπ, σταματώντας το μια θέση πιο χαμηλά.

RatsΤον Ιανουάριο του 1985 οι Subhumans κυκλοφορούν το επόμενό τους single που έμελλε να είναι και το τελευταίο τους. Όνομα αυτού Rats και τραγούδια του τα Joe Public, Labels, When The Bomb Drops και Rats. Το single αυτό κυκλοφόρησε την εποχή που το Λονδίνο συγκλονίζεται από σκληρές διαδηλώσεις - διαμαρτυρίες τιτλοφορημένες ως "stop the city", οι οποίες αφορούσαν βασικά τις οικονομικές παρατυπίες του κράτους, αλλά επεκτείνονταν και σε άλλους κοινωνικούς τομείς. Οι Subhumans, πλέον ονομαστοί πολιτικοποιημένοι, πρωτοστάτησαν στα γεγονότα αυτά και αφιέρωσαν αυτό το single στην ανάδειξη αυτών των γεγονότων. Στο ομότιτλο μάλιστα χρησιμοποιώντας το αυθάδικο punk rock παίξιμό τους ξεσκίζουν μέσα από τους στίχους τους υπεύθυνους των καταστάσεων. Στο Labels ένα κλασικό γρήγορο τραγούδι, καταφέρονται ενάντια σε αυτούς που κατηγοριοποιούν τους ανθρώπους παραμελώντας την μοναδικότητα του καθενός, το When The Bomb Drops αποτελεί ένα ολοκάθαρο reggae αντιπολεμικό μανιφέστο, ενώ το Joe Public αναφέρεται στον όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται Mr. και Mrs. Average, έχοντας ως ατού του αυτή την καταπληκτικά εμπνευσμένη εισαγωγή που δυναμώνει ακόμη και ένα μέτριο τραγούδι. Και αυτό το single έκανε αρκετά καλές πωλήσεις και έφτασε στο νούμερο δύο του indie top.

Το Νοέμβριο του 1985 οι Subhumans διαλύονται. Λίγο πριν όμως προλαβαίνουν και κυκλοφορούν το τρίτο τους LP με τίτλο Worlds Apart. Θα ήταν απολύτως φυσιολογικό να ήταν ένας δίσκος κατώτερος των προηγούμενων, καθώς τα στάνταρ των The Day The Country Died και From The Cradle To The Grave ήταν φοβερά υψηλά. Μην ξεχνάμε πως οι Subhumans δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένα anarcho - punk συγκρότημα που απλώς εξέφραζε τους προβληματισμούς του μέσω μουσικής. Το "καλό" άλμπουμ συνεπώς δεν ήταν πανάκεια για αυτούς, ούτε θα χαλούσε κάποιο image σε περίπτωση αποτυχίας. Κανονικά η φθορά στη σχέση μεταξύ των μελών που όντως υπήρχε, η δυσκολία του να παραμείνεις στην κορυφή, η κούραση από την non stop προσπάθεια, ή έστω η βιασύνη για μια νέα κυκλοφορία, θα έπαιζαν ρόλο και το Worlds Apart θα ήταν τουλάχιστον ελλιπές. Τελικά η διάψευση όλων των παραπάνω θα έρθει μέσα από τα αυλάκια του δίσκου. Το Worlds Apart είναι ένας δίσκος εξίσου θαυμαστός όσο και οι δύο προηγούμενοι, ενώ σε μερικές στιγμές του φροντίζει να τους ξεπερνάει. Οι αλλαγές στα παιξίματα είναι πλέον ξεκάθαρες με το συγκρότημα να προχωράει τις συνθέσεις του ένα βήμα παραπέρα από τις συμβατές punk rock φόρμες, επεκτείνοντάς τις με καθοριστικά όμορφες πινελιές.

Worlds ApartΤη στιγμή που στους προηγούμενους δίσκους τα experimental στοιχεία ήταν λιγοστά, εδώ διευρύνονται και χαρακτηρίζουν τον δίσκο από την αρχή ως το τέλος, χωρίς σε καμιά στιγμή να παραλείπονται οι κοινωνικές ευαισθησίες που εκφράζονται μέσα από τους -για μια ακόμη φορά- καταπληκτικούς στίχους του Lukas. Είναι σα να ξεκινάει από εκεί που σταμάτησε το τραγούδι From The Cradle To The Grave. Σε ένα αρκετά υψηλό επίπεδο δίσκου, τουλάχιστον τα μισά από τα κομμάτια του Worlds Apart άνετα μπορούν να συμπεριληφθούν στα καλύτερα του συγκροτήματος. British Disease, Apathy, Businessmen, το Pigman και το φρενιασμένο Can't Hear The Words είναι κάποια από αυτά.

Και στα άλλα, και με εξαίρεση το ρεγκοειδές Fade Away, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η ηχητική παραζάλη στο μυαλό του Bruce και το αδιάκοπο σφυροκόπημα του μπάσου του Phil. Πολλές φορές μέσα στο δίσκο αυτοί οι δύο οδηγούν τα κομμάτια σε ένα hard rock κρεσέντο πασπαλισμένο από progressive περάσματα περασμένης δεκαετίας. Έτσι τ' αδιάκοπα σολαρίσματα στο Get To Work On Time δίνουν τη θέση τους στο γεμάτο πολυπλοκότητα του Carry On Laughing και στο πανδαιμόνιο του Straight Line Thinking. Τέλος άξιο αναφοράς σε αυτό τον δίσκο είναι το τραγούδι Ex Teenage Rebel που αν το κυκλοφορούσαν οι Green Day θα μιλούσαμε για μια από τις μεγαλύτερες pop - punk επιτυχίες.

Και ενώ το γκρουπ ανήκει πλέον στην ιστορία, η Bluurg βγάζει ίσως τον πολυτιμότερο δίσκο των Subhumans. Πρόκειται για το EP - LP μία συλλογή που περιλαμβάνει ολόκληρα και τα τέσσερα πρώτα σιγκλάκια του συγκροτήματος. Τώρα τα Demolition War, Reason For Existence, Religious Wars και Evolution είναι ξανά στη διάθεση του κοινού, από τη στιγμή που οι αυθεντικές πρώτες κόπιες είχαν ήδη εξαντληθεί και άρχισαν ν' αποκτούν συλλεκτική αξία.

Παράλληλα με αυτή την κυκλοφορία, βγαίνει στην αγορά ένας ακόμη δίσκος. Ονομάζεται 29:29 Split Vision και είναι ένα mini LP με το περιεχόμενό του ν' αποτελείται από κομμάτια που ξέμειναν από προηγούμενες κυκλοφορίες. Χωρίζεται - προφανώς χρονολογικά - στην Old Side και τη New Side. Κατ' αρχήν αναφερόμενοι στην Old Side, είναι απορίας άξιο πως τα τέσσερα τραγούδια της τελικά απορρίφθηκαν από κάποιο άλμπουμ, καθώς η ποιότητά τους τα καθιστά ισάξια. Για να μην πούμε πως κάνα δυο βλέπε Walls Of Silence ή Somebody's Mother είναι από τις καλύτερες συνθέσεις του γκρουπ. Όσο για τη New Side, μας μπερδεύει λίγο αλλά φανερώνει τις νέες κατευθύνσεις των Subhumans. Υπάρχουν τρία τραγούδια από την καινούργια φάση που ακολουθούσε το γκρουπ στις μουσικές του κατευθύνσεις, τα οποία είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους βασισμένα πάνω στη Reggae, τη Ska και με χαρακτηριστικό τους τα ατελείωτα ψυχεδελικά σολαρίσματα, που καμία σχέση δεν έχουν με αυτά που μας είχαν συνηθίσει ως τότε.

EP-LPΜε αυτή τη γλυκόξινη γεύση του 29:29 Split Vision κλείνει η πρώτη περίοδος της ύπαρξης των Subhumans. Μα πριν ο αλέκτωρ λαλήσει τρεις, ο Lukas δημιουργεί ένα νέο συγκρότημα τους Culture Shock κυκλοφορώντας μαζί τους τρεις δίσκους και μερικά singles. Τρία χρόνια μετά, μαζί με τον Trotsky θα συμμετάσχει στους Citizen Fish, στους οποίους αργότερα θα ενσωματωθεί και ο Phil. Οι Citizen Fish υπάρχουν ακόμη και σήμερα και συνεχίζουν να ταράζουν συνειδήσεις με αυτό το ιδιόμορφο πολιτικοποιημένο Punk - Ska που παίζουν.

Φτάνοντας στο σημείο οι Citizen Fish ν' αποτελούνται κατά τα τρία τέταρτά τους από τους Subhumans, δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια να προστεθεί και ο Bruce να δραστηριοποιηθούν ξανά το 1990 για μερικές συναυλίες. Αυτές οι συναυλίες, σημείωσαν τρανταχτή επιτυχία και ευκαιρίας δοθείσης η Bluurg ρίχνει στην αγορά τη συλλογή Time Flies + Rats που περιλαμβάνει ακριβώς αυτό που αναφέρει δηλαδή το Time Flies συν το Rats που στο μεταξύ είχαν και αυτά εξαντληθεί ως μεμονωμένα.

Το γκρουπ ξαναπέφτει σε νέα χειμερία νάρκη η οποία θα διαρκέσει άλλα οχτώ χρόνια, για να φτάσουμε στο 1998 όπου οι Subhumans επιστρέφουν σε πιο μόνιμη βάση. Πρώτη τους ενέργεια είναι η κυκλοφορία του Unfinished Business. Είναι ένα CD απελπιστικά μικρής διάρκειας που περιέχει εφτά παλαιότερα τραγούδια ξεχασμένα στα συρτάρια, τα οποία ρετουσάρονται και επανηχογραφούνται έτσι σαν δοκιμή, για να μετρήσει ξανά το συγκρότημα τις δυνάμεις του μετά από τόσα χρόνια στη ναφθαλίνη. Καθαρό punk rock, γρήγορο, ενεργητικό, ένα μείγμα νεανικής τρέλας με εμπειρία πολλών χρόνων. Πάντως χωρίς να προσθέτει κάτι στην υστεροφημία των Subhumans, είναι μια αγορά που απευθύνεται περισσότερο στους φανατικούς του γκρουπ.

Με βασική προτεραιότητα τους Citizen Fish, οι Subhumans φυτοζωούν με σκόρπιες συναυλίες, άντε βαριά - βαριά καμιά μικρή περιοδεία. Το 2003 όμως οι Subhumans πραγματοποιούν μια μεγάλη περιοδεία στην Αμερική. Μία συναυλία του γκρουπ στην Corona της Καλιφόρνιας ηχογραφήθηκε και αποτέλεσε την επόμενη κυκλοφορία τους. Λέγεται Live In A Dive και αποτελεί μέρος της σειράς της Fat Wreck Chords με τον ίδιο τίτλο που ξεκίνησε το 2001 με τους No Use For A Name και συνεχίστηκε επιτυχώς με αρκετά μεγάλα ονόματα του Αμερικάνικου punk όπως οι Sick Of It All και οι Lagwagon.

29:29 Split VisionΟ δίσκος είναι διπλός, κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2004 και έδωσε αφορμή για μία ακόμη εκδήλωση αντίρρησης των φανατικών anarcho - punks. Τι δουλειά είχαν οι Subhumans στην Fat Wreck; Κάνανε και αυτοί το punk εμπόριο; Μήπως θα φτάσουν στο σημείο να υπογράψουν και σε καμία πολυεθνική; Τέλος πάντων οι αντιρρήσεις κάμπτονται από το αποτέλεσμα του δίσκου. Με μια κουβέντα. Το Live In A Dive είναι κα-ταπλη-κτι-κό. Είναι ο καλύτερος punk rock live δίσκος που κυκλοφόρησε ποτέ. Είκοσι έξι τραγούδια σαν ένα greatest hits που περιλαμβάνει όλα τα κλασικά αριστουργήματα της καριέρας των Subhumans από την αρχή ως το τέλος της πορείας τους. Έτσι εδώ θα βρούμε τέσσερα κομμάτια από το Demolition War, το Peroxide από το Reason For Existence, δύο από το Religious Wars, έξι από το The Day The Country Died, το Evolution από το ομώνυμο single, το Work - Rest - Play - Die από το Time Flies, τέσσερα από το From The Cradle To The Grave, το Joe Public του Rats, τέσσερα από το Worlds Apart, το Somebody's Mother από το 29 - 29 Split Vision και ένα νέο το This Years War που μερικά χρόνια αργότερα θα χρησιμοποιηθεί στο καινούργιο άλμπουμ του γκρουπ.

Ο δίσκος βοηθείται από τον πολύ καλό ήχο, την στιβαρή παραγωγή, την υψηλή πιστότητα εγγραφής και κυρίως από την ενεργή συμμετοχή του κοινού που τραγουδάει μαζί με τον Lukas όλα τα τραγούδια. Ο ίδιος με σωστή διαχείριση, δεν δυσκολεύεται να φέρει στα μέτρα του τα κομμάτια που έγραψε δυο δεκαετίες πριν, τότε που η σχεδόν παιδική φωνή του πετούσε άλλες κορόνες. Αυτός ο δίσκος είναι το τέλειο δείγμα για κάποιον που θέλει να ξεκινήσει την ενασχόλησή του με τους Subhumans. Μαζί με αυτό το live κυκλοφόρησε και ένα DVD από τη συγκεκριμένη περιοδεία, με αποσπάσματα αυτής από Σικάγο, Μινεάπολη και Μιλγουόκι. Λέγεται All Gone Live και είναι το καλύτερο συμπλήρωμα που μπορεί ν' απαιτήσει και πιο δύσκολος οπαδός.

Οι Citizen Fish και οι Subhumans εξακολουθούν και περιοδεύουν, εξακολουθούν και δισκογραφούν. Το Σεπτέμβριο του 2007 οι Subhumans επιστρέφουν στην Bluurg για το Internal Riot και απ' ότι φαίνεται για μία ακόμη μεγάλη περιοδεία στην Αμερική.