‘The '67 Demos’

Πόσο πιο …ανώμαλοι μπορούσαν να είναι οι Blue Cheer;

Τέλη δεκαετίας του '60 και η μουσική αρχίζει να αγριεύει για τα καλά... Του Στυλιανού Τζιρίτα

Ναι, όντως η λέξη «ανώμαλος» έχει συνδεθεί με ένα κάρο έννοιες οι οποίες απηχούν από μικροαστικές αντιλήψεις περί της διαφορετικότητας μέχρι (αντικειμενικά) επικίνδυνες καρικατούρες της πραγματικότητας. Στην προκειμένη περίπτωση όμως τα πράγματα διαφοροποιούνται. Και αυτό διότι έχουμε να κάνουμε με τους Blue Cheer.

‘The '67 Demos’Για όσους (λέμε τώρα) δεν γνωρίζουν τι εστί το συγκεκριμένο βερίκοκο, να υποσημειωθεί ότι με εξαίρεση τους βραχύβιους Τεξανούς Stereo Shoestring, δύσκολα θα έβρισκε κανείς στην Αμερική των τελών των 60s κάτι πιο άγριο από τους Blue Cheer (ναι, ξέρω, υπήρχε το Ντητρόιτ και οι Stoοges, αλλά πιστέψτε με, οι Blue Cheer ήταν μεν λιγότερο επινοητικοί σε σχέση με το genre του αγρίου rock‘n’roll, εν τούτοις άφθαστα πιο άγριοι, αν μη τι άλλο στο studio και στις παρακείμενες με αυτό ιστορίες που αφορούν τη μπάντα, τα live και τις ηχογραφήσεις της). Το τρίο, παίρνοντας φανερά αφόρμηση από τα ακόρντα και την οπτική του Hendrix, ξυλοφόρτωσε τις ταστιέρες με έναν τρόπο τον οποίο πολλοί έσπευσαν να χαρακτηρίσουν ως δοκίμιο αδαούς περί της μουσικής.

Στην πραγματικότητα ήταν απλά μία έκφανση αγριότητας περί του λευκού θορυβώδους blues. Το ντεμπούτο τους χαιρετίζεται ακόμα ως ένα μνημείο εξαιρετικά άγριου ήχου, και όχι μόνο για την διασκευή στο ‘Summertime Blues’ που χτύπησε κορυφές σε Αγγλία και Αμερική. Το δεύτερο LP τους ήταν και αυτό γκαζωμένο, και μόνο κατά το 1971 καταλάγιασαν οι ρυθμοί (παράγοντας όμως έναν δίσκο που πολλοί θεωρούν διαμαντάκι του «κάνε με ένα τσιγάρο το γύρο της υφηλίου» - δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε).

Να λοιπόν τώρα που πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε από την BeatRocket το demo με το οποίο βγήκαν προς άγρα συμβολαίου οι Blue Cheer (με τον απλό τίτλο ‘The '67 Demos’). Ένα demo τριών τραγουδιών το οποίο στάθηκε και το εφαλτήριο εκεί πίσω στα 1969 για να βρουν συμβόλαιο με την Phillips.

Η μπάντα έφυγε από την γενέθλιο γαία της (βλέπε Βοστόνη) και πήγε στο San Francisco, καθόλου περίεργη κίνηση αν σκεφτεί κάποιος ότι το acid εκεί μοσχοβολούσε (δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε…). Ο τοπικός underground σταθμός ήταν ο KMPX-FM και ο Abe “Voco” Kesh (1933–1989) ήταν από τους παραγωγούς οι οποίοι στέκονταν γερά και στις δύο όχθες (βλέπε μπάντες και εταιρείες). Αυτός ξεκίνησε να παίζει το demo των Blue Cheer σε καθημερινή βάση στην εκπομπή του και μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα, οι μυημένοι μιλούσαν για κάτι τύπους που περισσότερο ούρλιαζαν τα blues παρά τα τραγουδούσαν. Δεν είχαν άδικο όσοι το έλεγαν, είτε για καλό είτε για κακό. Και τούτο διότι το τρίπτυχο του demo ήταν χαοτικό. Το ‘Summertime Blues’, η μετά από λίγο καιρό επιτυχία τους, εδώ σε μία πιο κοφτερή σε επίπεδο ενορχήστρωσης εκτέλεση, με λιγότερα κενά ανάμεσα στις φράσεις του Peterson. Εκεί όμως που γινόταν πραγματικά θόρυβος επιπέδου Sonic Youth (δεν το πιστεύετε είμαι σίγουρος) είναι στο solo. Κρασαρισμένο feedback μηδενιστικής λογικής, με απαρχή μεν την πεντατονική, στη συνέχεια όμως τραβά περισσότερο κατά τους Ιταλούς Θορυβοποιούς παρά τον Muddy Waters (πόσο μάλλον τον Cochran).

Blue CheerΣτο ντεμπούτο της μπάντας το σημείο αυτό εξευγενίστηκε (αν μη τι άλλο ακούστηκε ρυθμός, πριν ήταν αποκλειστικά feedback). Τα υπόλοιπα τραγούδια του demo ήταν τα ‘Second Time Around’ και ‘Doctor Please’, τα οποία επίσης εμφανίστηκαν σε τελείως διαφορετικές μορφές στο ‘Vincebus Eruptum’ της επόμενης χρονιάς, έναν δίσκο που παραμένει ακόμα και σήμερα ο απόλυτα σημαδιακός της (και ας ήταν πιο καλοδουλεμένο σε επίπεδο συνθέσεων το ‘Outside Inside’ που ακολούθησε).

Αν και δύσκολο εκ πρώτης όψεως, ή μάλλον ακοής, μιας και οι Blue Cheer είχαν τη φήμη κατοχής ενός θηριώδους σετ ενισχυτών αλλά και την εικόνα ενός κτηνώδους τρόπου μεταχείρισης τους. Οι πρόβες τους ακούγονταν ευκρινώς έξω από το χώρο του studio για αρκετές δεκάδες μέτρα στους απέξω δρόμους.

Τρελή πορεία εξαρχής από ένα τρίπτυχο demo, το οποίο οδήγησε μεν στη κορυφή των charts μέσω του ‘Summertime Blues’, αλλά αυτή ακριβώς η γρήγορα επιτυχία έφερε και πίεση και τα νεύρα τεντώθηκαν (ο τίτλος του ‘Outside Inside’ που ακολούθησε απηχεί την προσπάθεια της εταιρείας, εν μέσω τουρνέ, να τους χώσει στο πρώτο στούντιο που έβρισκε ελεύθερο ανά πόλη-σταθμό της περιοδείας για να γράψουν γρήγορα έναν δίσκο ανάλογης λογικής). Μετά από άλλους δύο δίσκους και αλλαγή του ήχου (ή αν μη τι άλλο λείανση των γωνιών), κάμποσες αποχωρήσεις και δεκάδες καυγάδες, η μπάντα έφτασε στο πρώτο της τέλος το 1971. «Πρώτο» διότι ακολούθησαν στις επόμενες δεκαετίες άλλες δύο. Και όσο και αν τούτο ακούγεται αντίθετο με την αναμενόμενη κατάληξη σε τέτοιες περιπτώσεις, δύο επιτυχημένες επανασυνδέσεις.

Υποσημείωση #1: Το όνομα της η μπάντα το πήρε από ένα χοντροκομμένο στα αποτελέσματα του παραισθησιογόνο.
Υποσημείωση #2: Ήμασταν αρκετά τυχεροί ως Έλληνες που μπορέσαμε να τους χαρούμε προ ετών στο Κύτταρο, και αν και απίστευτο μετά από τόσα χρόνια, επί σκηνής δεν είδαμε σε καμία περίπτωση τίποτις παπουδόγερους να κολλάνε ένσημα, αλλά πραγματικά μία κόλαση ήχου.