There is a ball for every king!

ή μια μικρή αναδρομή στην ιστορία των βασιλείων της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης και της πορείας των ιδρυτών της CM von Hausswolff & Leif Elggren

Με αφορμή τα εγκαίνια της πρεσβείας των ιστορικών αυτών βασιλείων αυτών στην Αθήνα στις 11 & 12 Οκτωβρίου, ο Νικόλας Μαλεβίτσης καταθέτει τα διαπιστευτήρια τους.

Αφορμή για να ξαναφρεσκάρω τα κείμενα που ακολουθούν στάθηκαν οι δύο βραδιές (11 & 12 Οκτωβρίου), για τα εγκαίνια της πρεσβείας στην Αθήνα της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης που στήνει το δισκάδικο Stellage (& εταιρεία) του Viktor Usenko που άνοιξε πριν απο ένα χρόνο περίπου στην Αθήνα, Κυψέλης 49 στο οποίο παράλληλα γίνονται και αρκετές συναυλίες σε συνεργασία με την κασσετοεταιρεία (παρόλο που εκδίδει και βινύλια και CD) Coherent States που τρέχουν απο το 2015 οι Μανώλης Παππάς και Γιάννης Κοντανδρεόπουλος.

Τα κείμενα εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 2015 στο πρώτο τεύχος των εμβοών (μπορείτε να το διαβάσετε εδώ) που ήταν αφιερωμένα στον κόσμο της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης και γινόταν και αναλυτική αναφορά στη δουλειά της Άλλης Πόλης των Θανάση Χονδρού και Αλεξάνδρας Κατσιάνη και στη δουλειά τους είτε ως performer, εικαστικοί αλλά και ως μέλη του γκρουπ Δημοσιοϋπαλληλικό Ρετιρέ.

Η σύνδεση με την Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη σε εκείνο το τεύχος έγινε επειδή οι Θανάσης Χονδρός και Αλεξάνδρα Κατσιάνη είναι απο το 1992 οι πρέσβεις της στη Θεσσαλονίκη. Εν μέρει ως ντοκουμέντο είχε κυκλοφορήσει σε δίσκο η συλλογή 'Aπό Μηχανής Μουσική' από την 'Ανω Κάτω. Ενώ θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος ένα μέρος των δράσεων της 'Αλλης Πόλης ως μέρος επίσης των δράσεων της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης. Επίσημα εγκαίνια πρεσβείας δεν έγιναν ποτέ.

Συλλογικό έργο πολιτών της Εργαλάνδης - Βαργαλάνδης έχει γίνει το 1997 στα πλαίσια της έκθεσης 'Μια συνωμοσία' στη γκαλερί Σαπωνοπείο, Μαρούσι. Ενώ έχει παρουσιαστεί η δουλειά της, χωρίς κάποια ομαδική έκθεση, δράση ή συναυλία το Σεπτέμβριο του 2017 στα πλαίσια ομαδικής έκθεσης στο Momus (Θεσσαλονίκη).

Καλή ανάγνωση!

 

Τα βασίλεια της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης (ή μια προσωπική ματιά χρησιμοποιώντας θραύσματα από συζήτηση με το CM von Hausswolff που έγινε μέσω mail κάποια στιγμή το καλοκαίρι του 2014).

Για τα «βασίλεια» της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης (kingdoms of Elgaland - Vargaland, εν συντομία KREV) έμαθα τυχαία το 1996 χάρη στο Θανάση Χονδρό και στην Αλεξάνδρα Κατσιάνη. πάνω σε μετεφηβική τρέλλα σχεδόν ένα χρόνο αφότου είχα απολυθεί από το στρατό και ως συνέπεια λαθών που έκανα από ένα άκρατο ενθουσιασμό (λέγεται και ξεκαύλωμα) μετά από σχεδόν δυο χρόνια θητείας όπου εκτός από απώλεια χρημάτων, μια ωραία αναποδιά, έδωσε έναυσμα να ξεκινήσει το newsletter μου Absurd (και μια σειρά άλλων καταστάσεων στην πορεία της 15ετούς διαδρομής του).

Πάνω λοιπόν στην τρέλλα των πρώτων εκφάνσεων του Absurd πιάνω τον εαυτό μου να τους λέει ‘γιατί να μην εμφανιστεί η Άλλη Πόλη;’ (χώρος αλλά και καταστάσεις που έτρεξαν σε δύο φάσεις έως το 1997 στη Θεσσαλονίκη οι Χονδρός / Κατσιάνη. Στον χώρο στήνονταν εκθέσεις και πολύ μικρά happening ή performances, ενώ ως συλλογικότερη κατάσταση γύρω από αυτή την ιδέα έγιναν διάφορες δράσεις σε άλλους χώρους ή πόλεις όπως ο Βόλος χάρη στον Κωστή Δρυγιανάκη και μια άλλη παρέα φίλων εκεί.) ως μια ουτοπική χώρα για να λάβω την απάντηση «μα είμαστε ήδη πολίτες μιας τέτοιας χώρας, της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης!». Το κενό των αποριών μου θα γέμιζε ελάχιστες μέρες αργότερα, όταν παραλαμβάνοντας τα τεύχη του περιοδικού τους «Χονδρός/Κατσιάνη» (περιοδικό που έβγαζαν απο τα μέσα των 90s έως περίπου τις αρχές του 2000) που μου έλειπαν καθώς τα είχα χάσει λόγω της στρατιωτικής μου θητείας (εάν κάποιος ενδιαφέρεται για περισσότερες πληροφορίες καθώς και για τεύχη που τυχόν έχουν μείνει διαθέσιμα μπορεί να επισκεφτεί το bandcamp τους και να τους ρωτήσει).

Είχα βέβαια καταφέρει να εκδώσω τον Ιανό, CD του Δημοσιοϋπαλληλικού Ρετιρέ έπειτα από διάφορες περιπέτειες (μπορείτε να το ακούσετε εδώ) ως το κύκνειο άσμα της Harsh Dept (εταιρεία που έβγαλε κυκλοφορίες απο διάφορα πειραματικά σύνολα απο το 1991 έως το 1995) λίγους μήνες πριν απολυθώ, τον Μάϊο του 1995, αλλά φευ καλώς ή κακώς είχα χάσει ένα μεγάλο μέρος της δεύτερης διαδρομής της Άλλης Πόλης (1992 - 1997) και το τελευταίο μέρος της, αν κι εγώ με τη σειρά μου το κατέγραψα μέχρι να συνειδητοποιήσω τι ήταν αυτό που έζησα (τόσο εγώ όσο και άλλοι φίλοι) το παραμύθι είχε τελειώσει.

Δεν είχα προλάβει να μάθω αρκετά πράγματα για την Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη όταν ελάχιστους μήνες μετά, βρίσκομαι να περνάω μια τρελλή εβδομάδα στην Αθήνα με τους ιδρυτές της CM von Hausswolff και τον Leif Elggren αλλά και με άλλους Σουηδούς καλλιτέχνες οι οποίοι ήταν ανακατεμένοι στην Eλγαλάνδη - Bαργαλάνδη χάρη στην έκθεση «Μια Συνωμοσία», στο Σαπωνοποιείο (Μαρούσι), στημένη από την Els Hanappe.

Mπήκα έτσι κατευθείαν στο σύμπαν της το οποίο ξεκινά στις 14 Μαρτίου του 1992 ως μια ανακοίνωση (προκήρυξη θα ήταν η πιο σωστή λέξη) για τη δημιουργία των δύο αυτών βασιλείων (παραθέτω ένα μικρό μόνο μέρος της «διακήρυξης» αυτής όπως παρουσιάστηκε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού «Χονδρός/Κατσιάνη»), το σύνταγμα που τα καθορίζει, προτιμήσεις, κ.ά. (περισσότερες λεπτομέρειες μπορεί κάποιος να διαβάσει εδώ) και από την πρώτη στιγμή ο κόσμος που εμπλέκεται σε αυτή την κατάσταση βλέπει τη δική του οπτική.

Ρωτώντας τον CM von Hausswolff αν ήταν από την αρχή μια δράση στα πλαίσια της τέχνης (ή μη) ή κάτι το άλλο, έξω από αυτά τα μονοπάτια μου απαντά ότι «όχι, από την αρχή είχε το χαρακτήρα μιας ιδέας εννοιολογικής τέχνης, την οποία συλλάβαμε με τον Leif Elggren κάποια στιγμή το 1991 ως μια προέκταση και εξέλιξη της δουλειάς μας». Φυσικά σε μια τέτοια ιδέα και με τον τρόπο που εξελίσσεται (ανακοίνωση ίδρυσης χώρας, σύνταγμα, διαβατήρια, διπλωματικές σχέσεις με άλλες χώρες, πολίτες, κλπ) και όσο περισσότερο κόσμος αρχίζει να εμπλέκεται είναι λογικό να υπάρχουν αντικρουόμενες ιδέες και προτάσεις. Ιδίως όταν το 1994 οι CM von Hausswolff και Leif Elggren κάνουν αίτηση στα Hνωμένα Έθνη (Ο.Η.Ε.) για αναγνώριση της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης ως οντότητας / κράτους (έγινε νέα υπενθύμιση τον Ιανουάριο του 2012 για την έστω και τυπική απάντηση της αίτησης καθώς πλέον η Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη ξεπερνάει σε πληθυσμό άλλα κράτη όπως π.χ. το Βατικανό).

Άνοιγε έτσι μια συζήτηση για τον τρόπο που θα έπρεπε να ελιχθεί και εξελιχθεί το όλο εγχείρημα.Δεν θα κάνω ανάλυση αυτών των συζητήσεων εδώ, καθώς σε μια τέτοιου είδους οντότητα με περισσότερους από 1796 πολίτες σήμερα είναι εύλογο να υπάρχουν αρκετές απόψεις για το συγκεκριμένο θέμα. Από αστείες, σοβαρές ή τελείως τρελλές και παρανοϊκές, όπως αυτή του Zbigniew Karkowski ότι θα έπρεπε από την στιγμή που έγινε η αίτηση στα Hνωμένα Έθνη να προχωρήσει το όλο πράγμα από ένα εννοιολογικό καλλιτεχνικό εγχείρημα σε μία πολύ πιο ριζοσπαστική και ουσιαστική κατάσταση.

Αυτό που προσωπικά όπως και κόσμος με τον οποίο εμπλεκόμαστε στην Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη (ή παλαιότερα με την Άλλη Πόλη και το σύμπαν της) δεν είναι μόνο η καλλιτεχνική διάσταση. Σίγουρα σε τέτοια κατάσταση με αρκετούς καλλιτέχνες ή μη να εμπλέκονται μπαίνουν στη μέση και θέματα με τα πάθη των καλλιτεχνών (πες το p.r., εγωισμοί κοκ), από την άλλη όσον αφορά κόσμο που ασχολείται με κάτι ερασιτεχνικά και τέτοιου είδους εγχειρήματα τραβούν την προσοχή και το ενδιαφέρον του, όχι απλά ως διέξοδοι ή εναλλακτικά μονοπάτια στις αναζητήσεις του μόνο, αλλά και ως μια ευκαιρία να έρθει κάποιος σ’ επαφή με κόσμο με τον οποίο μοιράζεται τις ίδιες ιδέες αφενός και αφετέρου με την όλη διαδικασία να δει αυταπάτες, λάθη, διαστρεβλώσεις, παθογένειες τόσο σε προσωπικό όσο και συλλογικό επίπεδο. Πόσο μάλλον όταν σου ανοίγεται και η ευακιρία μέσω τέτοιων καναλιών να γνωρίσεις διάφορο κόσμο απο διάφορα κράτη και κουλτούρες.

Κι όπως σε όλα τα πράγματα πάντοτε από ένα σημείο και μετά ενέχεται η τριβή, η καθημερινότητα και η ρουτίνα που προκύπτει από αυτή, οπότε μπορεί να ξεκινήσει μια διαδρομή με συγκεκριμένη πορεία και να εξελιχθεί σε κάτι άλλο στη συνέχεια. Έτσι κι εδώ σε μεγάλο βαθμό μπήκε κόσμος με συγκεκριμένες ιδέες και καύλα και στην πορεία άλλοι συνέχισαν αλλιώς τις διαδρομές τους, άλλοι συχνά πυκνά εμφανίζονται με καταστάσεις γύρω από την Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη, άλλοι απλά χάθηκαν ακολουθώντας άλλες διαδρομές στη ζωή τους. Φυσικά πάντοτε γίνονται δράσεις, εγκαινιάζεται μια νέα πρεσβεία ή προξενείο κάπου και γίνεται το ανάλογο σκηνικό ή κάποιος κυκλοφορεί κάτι που έχει σχέση με την αυτή, είτε αυτό είναι μια εκτέλεση του «εθνικού ύμνου» της (υπάρχει μια σειρά από 7” στην Touch καθώς και κάποια CD αναφορικά καιτους καλλιτέχνες που εμπλέκονται σε αυτή). Θα κρατήσω εδώ όμως μια από τις πρώτες μας συζητήσεις με τον CM von Hausswolff τον Οκτώβρη του 1997 που βρήκαμε την ευκαιρία να βρεθούμε και να μιλήσουμε στη διάρκεια ενός ταξιδιού την ατάκα «δεν είναι τι περιμένεις να κάνει η πατρίδα σου (στην προκειμένη η Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη) αλλά τι κάνεις εσύ γι αυτή». Ατάκα που είχα ξανακούσει λίγα χρόνια νωρίτερα όταν είχα γραφτεί μέλος της G.A.S. (Gong Appreciation Society) των Gong παίρνοντας την ως απάντηση σε αντίστοιχη ερώτηση. Σε μεγάλο βαθμό επηρεασμένος τότε από την ελληνική πραγματικότητα ήμουν θιασώτης της ακριβώς αντίθετης λογικής. Ήταν από τις πρώτες φορές που συνειδητοποιούσα αυτές τις λέξεις και σιγά σιγά η εμπλοκή με το κύκλωμα (ιδίως της κασσετοκουλτούρας) μου άνοιξε ορίζοντες αναφορικά με την αντιμετώπιση τόσο καταστάσεων, κυκλωμάτων και κόσμου που εμπλέκεται σε αυτές/α. Θα πρέπει να τονιστεί επίσης ή διαφορά του κυκλώματος των 90s με αυτών των 00s φυσικά. Ως τα μέσα των 90s σε μεγάλο βαθμό τα πράγματα δεν έχουν διαχωριστεί όπως σήμερα. Μπορούσε κανείς να βρει αρκετά πιο περίεργους δίσκους είτε σύγχρονης, είτε free jazz/αυτοσχεδιασμού, κ.ά. σε mail order όπως η Tesco, η Cold Spring, η Old Europa Cafe κ.ά., για παράδειγμα, ή το αντίστροφο. Eύλογα από ένα σημείο και μετά με τη διόγκωση του πράγματος ιδίως χάρη στην ανάπτυξη του internet ήρθαν οι διαχωρισμοί στα μουσικά είδη και πολλά άλλα. Επίσης μεσολάβησε και η πρώτη δεκαετία των 00s που έφερε επίσης στο κύκλωμα κόσμο από άλλα κυκλώματα είτε από techno, electronica, μια νέα γενιά κόσμου από το μέταλ κύκλωμα, κλπ και τις ιδέες τους. Αν ο κόσμος που αγκάλιασε την ιδέα της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης στις αρχές ή στα μέσα των 90s ως τις αρχές των 00s είχε ξεκαθαρίσει μέσα του τι ακριβώς ήταν αυτή η φάση γι’ αυτόν, έμελλε να γίνει το ίδιο και για νεότερο κόσμο που τη γνώρισε μετά.

Για να ξαναέρθω στο εγχείρημα της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης λοιπόν και στις «ρίζες» του ή τα προβλήματά του, καθώς ακόμα και πιο ελευθεριακά πειράματα των 60s ή των 70s αντιμετώπισαν τα προβλήματα τους, θα αναφέρω μόνο χαρακτηριστικά την (αγαπημένη μου) AA Commune η οποία ξεκίνησε από τον Otto Muehl λίγο μετά το 'τέλος' της ομάδας του Βιενέζικου Αξιονισμού. Όχι απλά αντιμετώπισε τέτοιου είδους θέματα, αλλά έφερε σε ρήξη ακόμα και αρχικά της μέλη (αξίζει να αναζητήσει κανείς το βιβλίο The Paradise Experiment - the utopia of free sexuality - Friedrichshof Commune 1973-78’ του Theo Altenberg των εκδόσεων Triton. Ξεκινάει από τις πρώτες ημέρες της Friedricshof Commune, στη μετεξέλιξη της στην AA Commune, στη σταδιακή αλλαγή του χαρακτήρα του Muehl, κοκ).

Αν κανείς θέλει να αναφερθεί στην Ελλάδα τότε ίσως θα έπρεπε να ρίξει μια ματιά στο κοινόβιο των Γερμανών στο Σαρακήνικο της Ιθάκης, πως ξεκινά και εξελίσσεται, να ανατρέξει σε άρθρα γι’ αυτό των τελευταίων τριών δεκαετιών με τα υπέρ και κατά και πως εξελίχθηκαν οι ίδιοι αλλά και τα παιδιά τους.Αλλά πλάτιασα αρκετά, αυτό που μένει από τέτοιου είδους καταστάσεις είναι σε μεγάλο βαθμό και αυτό που πρέσβευε και η (παρα)φιλολογία της 'Αλλης Πόλης (για να μιλήσουμε και για τα δικά μας), η αντιμετώπιση της πραγματικότητας και της καθημερινότητας μέσω ενός άλλου πλαισίου, όχι απαραίτητα έξω από αυτή αλλά χάρη στις μικρές αλλαγές που συντελούνται στον καθένα μας μέσω της συμμετοχής σε τέτοιες καταστάσεις. και κατά πόσο υπάρχει η αντίληψη του τέλους ή της μετεξέλιξης μιας τέτοιας κατάστασης προτού εκείνη παρακμάσει και γίνει είτε παρωδία ή σκιά του εαυτού της. Καταστάσεις που γίνονται σε κάθε τέτοιους είδους εγχειρήματα και εποχές. Αναφερόμενος π.χ. στην free jazz/loft jazz των 60s/70s στέκομαι πάντοτε στο ντοκυμαντέρ «Imagine the Sound» του Ron Mann γυρισμένο στις αρχές 80s (μπορείτε να το παρακολουθείσετε εδώ) το οποίο παρουσιάζει τους Paul Bley, Cecil Taylor, Bill Dixon και Archie Shepp όπως είναι εκείνη τη στιγμή,αφού έχει τελειώσει το παραμύθι των 60s/70s και τα πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει και καταλαγιάσει και μιλάει ο καθένας τους για την πορεία του από τη αρχή έως εκείνη τη στιγμή. Δεν είναι αυτοκριτική αλλά μια αφήγηση ξεκάθαρη από την όποια αχλή μαγείας θα ήθελε κάποιος μουσικόφιλος για συγκεκριμένες φάσεις της καριέρας τους μιλώντας για τα πράγματα νέτα σκέτα πως ήταν κι όχι όπως θα ήθελαν ή θα ήθελε καθένας να είναι.

Κάπως έτσι βιώνω τόσο εγώ όσο και άλλοι φίλοι τη φάση της Ελγαλάνδης Βαργαλάνδης (ή άλλοι φίλοι άλλες παρόμοιες φάσεις που έτρεξαν ή τρέχουν) που σίγουρα, έπειτα από σχεδόν 33 χρόνων ζωής και όλων όσων συμβαίνουν, απορεί κανείς αν έχει ακόμα τη δυναμική ή όχι να προτείνει πράγματα. Νομίζω ότι τη γνώμη του CM von Hausswolff τόσο για το τι είναι για αυτόν η Ελγαλάνδη Βαργαλάνδη αλλά για τη δυναμική της θα την μοιραζόμασταν αρκετοί άλλοι φίλοι μαζί του «είναι ακόμα ένα κριτικό έργο που οδηγεί ενάντια σε σύγχρονα συστήματα κρατών και γενικότερους πολιτικούς όρους. Είναι επίσης μια ιδέα που προτείνει την ελευθερία από διάφορους τρόπους δουλειάς». Αυτή η προσπάθεια υπέρβασης αντιλήψεων και δημιουργίας μιας ιδιαίτερης γλώσσας (ή Υπερεγώ σε άλλες περιπτώσεις) είναι που με τράβαγε τόσο στην Άλλη Πόλη των Χονδρού / Κατσιάνη και στην Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη. Η καυστικότητα και η κριτική ματιά που αντιμετώπιζαν τα πράγματα ή παρουσίαζαν καθημερινές καταστάσεις και η στάση απέναντι σε κάθε είδους εξουσία, πολιτική, κλπ. σε μεγάλο βαθμό αυτή η «άναρχη» ματιά ήταν πολιτική από μόνη της. Πόσο μάλλον που «η Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη είναι κάτι που ως ιδέα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη ζωή καθενός», όπως λέει και ο CM von Hausswolff «είναι κάτι ζωντανό και δραστήριο». Για να κλείνω την ματιά μου εδώ, είναι το όχημα που όχι μόνο μ’ έφερε σ’ επαφή με κόσμο, που υπό άλλες συνθήκες ίσως και να μην είχαμε γνωριστεί ποτέ, σε μια προσπάθεια εξεύρεσης της προσωπικής αλλά και της υπερβατικής μου γλώσσας και διαδρομής.

 

CM VON HAUSSWOFF

Μια απο τις πιο αγαπημένες μου φάσεις στο κύκλωμα των πειραματικών μουσικών είναι η δημιουργία ‘οργανισμών’ οι οποίοι ξεκίναγαν τυχαία και αποκτούσαν μια πολύτροπη λειτουργία και αντίληψη καθώς εξελίσσονταν. Συνήθως ξεκίναγε απο ένα φάνζιν ή μια γκαλερί ή μια εταιρεία και στην πορεία ακολουθούσαν τα υπόλοιπα. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει διάφορα παραδείγματα απο Ευρώπη και Αμερική ή και αλλού όπως το Generator του Gen Ken Montgomery στη Νέα Υόρκη (που απο ένα σημείο και μετά συνέχισε να λειτουργεί με τη σύμπραξη του Scott Konzelmann ή αλλιώς Chop Shop) και πέρασε δύο φάσεις πριν να σταματήσει τελείως τις δραστηριότητες του στα μέσα της πρώτης δεκαετίας των 00s, την V2 στην Ολλανδία (το δισκάδικο, βιβλιοπωλείο της οποίας μετεξελίχθηκε στο Worm στο Ρότερνταμ ενώ η ίδια η V2 συνεχίζει στο Den Bosch), τους Club Moral στο Βέλγιο, διάφορες αντίστοιχες καταστάσεις που γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν σε διάφορες καταλήψεις, κοκ.

Μια αντίστοιχη κατάσταση στη Σουηδία ήταν και η Radium 226.05 η οποία ξεκίνησε το 1983 στο Γκέτεμποργκ απο τους CM von Hausswolff και Ulrich Hillebrand, αρχικά ως περιοδικό στη συνέχεια στήθηκε γκαλερί σ’ένα μικρό χώρο που είχε ο Hillebrand και σιγά σιγά άρχισαν να στήνονται εκθέσεις. Καθώς δούλευαν για το περιοδικό συνειδητοποίησαν ότι το ίδιο εύκολα θα μπορούσαν να κυκλοφορούν και δίσκους σε μικρή κλίμακα και ότι δεν ήταν και άσχημη ιδέα για μια εταιρεία και καθώς είχαν την ίδια τρέλλα για λογοτεχνία, τέχνη και μουσική ήταν φυσική εξέλιξη να κινηθούν οι δραστηριότητες τους σε αυτούς τους χώρους. Σε σχέση με αρκετές απο τις προαναφερθείσες εταιρείες/οργανισμούς όπου με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι εκδόσεις και οι κυκλοφορίες τους επικεντρώθηκαν περισσότερο σε πειραματικά μονοπάτια, η Radium έδειξε ένα πολυσυλλεκτικό πρόσωπο κυκλοφορώντας μουσικές που κάλυπταν μια τεράστια γκάμα απο πανκ και συνθ ποπ μέχρι text sound και περίεργα πειραματικά. Όπως λεει και ο Hausswolff ‘οι περισσότεροι συνθέτες και μουσικοί ήταν φίλοι μας και έπαιζαν τα πάντα απο ροκ μέχρι ηλεκτροακουστική και μας άρεσαν όλες οι μουσικές, μας ενδιέφερε το περιεχόμενο όχι η κατηγορία’. Mε αγαπημένους του δίσκους από όσους εκδόθηκαν στην εταιρεία απο τους ‘ροκ’ το πρώτο LP των Union Carbide Productions, το πρώτο βινύλιο των Psychotic Youth και απο ηλεκτρονικά το ‘Flown over by an old king’ του Leif Elggren και το ‘Bad Bye Engine’ των Zbigniew Karkowski / Ulf Bilting.

Παράλληλα όμως ήταν και το όχημα με το οποίο ο CM von Hausswolff θα κυκλοφορούσε και τις πρώτες σόλο δουλειές του καθώς ανέπτυσε τη δική του 'γλώσσα' στον κόσμο της ηλεκτροακοστικής μουσικής. Είτε με συνθέσεις ή με ηχτικά για εκθέσεις ή εγκαταστάσεις. Ή για το ντουέτο των Phauss που ανέπτυξαν με τον Erik Pauser.

Mε το τέλος της Radium 226.05 στις αρχές των 90s ο CM von Hausswolff ξεκίνησε την εταιρεία Αnckarstrom, όνομα παλιού σουηδού στρατηγού που κατηγορήθηκε για αναρχία και για το φόνο του βασιλιά Γουσταύου του 3ου. Στη σειρά κυκλοφόρησαν 11 CD ένα για κάθε γράμμα του ονόματος από διάφορους καλλιτέχνες, ενώ μια συλλογή απο live αποσπάσματα συναυλιών καλλιτεχνών της εταιρείας κυκλοφόρησε αργότερα στα μέσα των 90s απο την Staalplaat. Όπως λέει και ο CM von Hausswolff ‘η Ancarstrom ξεκίνησε όταν η Radium 226.05 πέθανε. Συνειδητοποίησα πόσους νέους φίλους είχα δημιουργήσει απο τον μουσικό και καλλιτεχνικό χώρο και δεν ήθελα να σταματήσω να κυκλοφορώ δίσκους. Αυτοί οι φίλοι ήταν ο John Duncan, o Andrew Mckenzie, o Carl Abrahamsson, o Stelarc, o Al Margolis και ήταν σπουδαίοι συνθέτες και καλλιτέχνες έτσι τους κάλεσα στη σειρά μαζί με κόσμο απο την εποχή της Radium όπως οι Zbigniew Karkowski, Dror Feiler, Leif Elggren και εγώ. Μόνη εξαίρεση ο David Myers (Arcane Device) που δεν τον ήξερα αλλά ήρθα σ’ επαφή μαζί του μέσω του Gen Ken Montgomery. Λίγα χρόνια αργότερα η ολλανδική Staalplaat (πλέον εδρεύει στο Βερολίνο εδώ και μια 20ετία) επανέκδωσε ένα μέρος της σειράς. Όσον αφορά το στήσιμο και τα εξώφυλλα της αρχικής σειράς που ήταν σαν φάκελοι Α5 με το CD και έξτρα θήκη με μικρό βιβλιαράκι λέει ‘έκανα το βασικό στήσιμο των εξωφύλλων σε ένα mac, ο Erik Pauser έστηνε τα ένθετα και τα βιβλιαράκια που συνόδευαν τα CD. Tα ήθελα απλά και καθαρά, βασικά τις ίδιες ιδέες είχαμε και για το περιοδικό Radium. Κατά τη διάρκεια των 80ς είχα δεί αρκετό design ειδικά απο την Aγγλία (Face, κλπ) που ο σχεδιασμός στην ουσία έκρυβε τα περιεχόμενα. ήθελα τα στοιχεία να βρίσκονται μπροστά και ξεκάθαρα. Ένα είδος anti-design μπορείς να πείς...’

Εκτός των άλλων απο τη Radium 226.05 (εν μέρει) ξεπετάχτηκε και ένα απο τα πιο αγαπημένα μου γκρούπ, οι Phauss, ντουέτο των Erik Pauser και CM von Hausswolff οι οποίοι όντας συντοπίτες απο το Linkoping γνωρίστηκαν το 1973 και όταν ο Pauser μετακόμισε στο Γκέτεμποργκ στο οποίο ήδη βρισκόταν ο Ηausswolff ξεκίνησαν να δουλεύουν παρέα στήνοντας δράσεις και εγκαταστάσεις απο το 1980, μια συνεργασία η οποία κράτησε μέχρι το 1995 και σχεδόν κάθε κυκλοφορία τους όσον αφορά τα ελάχιστα ηχητικά ντοκουμέντα που άφησαν πίσω τους διαφέρει απο την άλλη, τρελλό για την εποχή του το ‘Αudiodrome’, δίσκος ο οποίος περιείχε ηχητικά κολλάζ τους από ηχογραφήσεις που έκαναν ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο, ενώ τελείως διαφορετικό, σχεδόν lowercase πριν εφευρεθεί ο όρος, το ‘godTphauss’, ‘βέβαια το ‘Αudiodrome’ είναι του 1987 και το ‘godTphauss’ του 1994 οπότε υπάρχει χρονική διαφορά μεταξύ τους΄ λέει ο CM von Hausswolff ‘αλλά ακούγοντας τους Phauss απο το 1984 και για μια δεκαετία δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά στον ήχο. Η μουσική στηνόταν για τις εγκαταστάσεις οπότε στηνόταν στο στούντιο επομένως είχε ήδη μια δομή σε σχέση με τα live’. ‘Aναφορικά με το ‘Audiodrome’ βασικά σκεφτήκαμε μια χρονική σειρά απο το α στο β απο την Aλγερία στο Λάος που ξεκίνησε το 1983 και μια δεύτερη το 1986 απο τη Ζυρίχη στη Ζυρίχη (γυρίζοντας τον κόσμο). Ο σκοπός της ηχογράφησης ήταν να συμπιέσει το χρόνο και το ταξίδι και το αποτέλεσμα είχε ως στόχο να λειτουργεί ως καταλύτης αυτών των γραμμών. Να νοιώσεις το συναίσθημα απο τη Δυτική Αφρική και τον κόσμο’.

Σίγουρα ένα ακόμα ‘κλασσικό’ σκηνικό των Phauss είναι το βίντεο με το Aλαμούτ, στο Ιράν, κάστρο, αρχηγείο, ορμητήριο του Hassan I Sabbah και των Ασασίνων του στο Ιράν. Επίσκεψη επεισοδιακή καθώς για να το επισκεφθείς έπρεπε να έχεις συγκεκριμένη άδεια και χαρτιά, καθώς το να μπείς στο Ιράν καθώς ήταν τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση των μουλάδων το 1979 δεν ήταν και μια πολύ εύκολη υπόθεση. Μπορούσες αν ήσουν δημοσιογράφος να πας και ένα απο τα πιο γνωστά ανέκδοτα της φάσης είναι ότι εμφάνισαν ψεύτικα χαρτιά με το Leif Elggren να εμφανίζεται ως διευθυντής προς έκδοσιν περιοδικού που θέλει να παρουσιάσει στο Σουηδικό κοινό την κατάσταση στο Ιράν. Tα χαρτιά θεωρήθηκαν εντάξει, το ταξίδι έγινε και όπως λέει για αυτή τη φάση ο CM von Hausswolff ‘καθώς ταξιδεύαμε γύρω απο τον κόσμο το 1986 για το έργο που αργότερα στήθηκε ως ‘Audiodrome’ υπήρχε ένα μέρος που ήθελα πραγματικά να επισκεφθώ ειδικά και αυτό ήταν το Aλαμούτ στο Iράν. 'Hμουν επηρεασμένος απο τους Βurroughs και Gysin και ήξερα ότι ο Gysin το είχε επισκεφθεί στα 70s. Mέσω του Burroughs απέκτησα και ενδιαφέρον για τον Hassan i Sabbah και φυσικά το να πάω στο Iράν χωρίς να επισκεφθώ το Aλαμούτ μου φάνταζε αδιανόητο. Tο ταξίδι κανονίστηκε απο το υπουργειο iσλαμικής καθοδήγησης στην Tεχεράνη. Mας έδωσαν οδηγό, ένα διερμηνέα / οδηγό και ένα όχημα και πήρε μια μέρα να φτάσουμε εκεί. Φτάσαμε εκεί αργά σχεδόν μια ώρα πριν νυχτώσει έτσι περπατήσαμε ως την κορυφή φωτογραφίσαμε και βιντεοσκοπήσαμε και μετά γυρίσαμε στην Τεχεράνη. έχοντας συναίσθηση του μαγικού ταξιδιού που μόλις είχαμε κάνει στο κέντρο που επινοήθηκαν οι δολοφονίες νοιώσαμε ένα είδος ενοχής όταν μάθαμε ότι ο πρωθυπουργός μας Ούλοφ Πάλμε είχε πυροβοληθεί και σκοτωθεί στο κέντρο της Στοκχόλμης την ίδια μέρα (ακόμα δεν έχει συλληθφεί ο δολοφόνος του!)’.

Αλλά φυσικά όπως κάθε πράγμα έχει αρχή και τέλος, έτσι και οι Phauss έφτασαν στο σημείο καμπής τους που είτε θα έπρεπε να προχωρήσουν αλλιώς στις προσεγγίσεις τους είτε να πορευθούν ο καθένας το δρόμο του, ‘δεν ήταν απόφαση διάλυσης αλλά ένα φυσικό πράγμα. Ο Έρικ ήθελε να ασχοληθεί περισσότερο με το φιλμ και εγώ είχα βαρεθεί να κατεβάζω τις περισσότερες ιδέες για τις δράσεις μας. Ήθελα να εξελίξω αυτά τα πράγματα απο μόνος μου και είχα ήδη ξεκινήσει με το Leif Elggren να δουλεύουμε την ιδέα της Eλγαλάνδης - Bαργαλάνδης. Aπο την άλλη ο Έρικ όπως είπα ήταν περισσότερο λάτρης του φιλμ, είναι επίσης εξαιρετικός φωτογράφος! Το φιλμ του Αλαμούτ που γύρισε είναι φανταστικό αν και η ιδέα του να μοιάζει ως περίπατος είναι δική μου όπως και η μουσική που βασίζεται σε ποίηση των χαφίζ. Έστησε ολόκληρο το φιλμ της αμερικάνικης περιοδείας μας σε ένα τρομερό κολλάζ υλικού. Αργότερα έκανε φιλμ για τους Lucky People Center και ένα τρομερό ντοκουμέντο για τους στρατιώτες του αμερικανοβιετναμέζικου πολέμου. H μουσική των Phauss είναι εξ ολοκλήρου δική μου. Oι ιδέες και η σύνθεση φυσικά βασισμένη σε υλικό απο τις εγκαταστάσεις μας. Aπο τεχνικής πλευράς με βοηθούσαν οι Ηenryk Lipp, Zbigniew Karkowski ή ο Kent Tankred".

Ακολουθώντας το δικό του μονοπάτι (είχε ήδη ξεκινήσει απο τα τέλη των 80s βέβαια με τις πρώτες σόλο κυκλοφορίες του) άρχισε να δημιουργεί τις δικές του μοναδικές ηλεκτρακουστικές συνθέσεις, δουλεμένες σε στούντιο μέρος των οποίων έχει αποτυπωθεί σε διάφορες εκδόσεις ή άλλων εννοιολογικών συνθέσεων που αφορούσαν περισσότερο εγκαταστάσεις ή συναυλίες και που επίσης έπειτα απο σχετική επεξεργασία κυκλοφόρησαν σε δίσκους. Όχι φυσικά ότι σταμάτησαν οι συνεργασίες από τις οποίες προέκυψαν διάφορες ενδιαφέρουσες συνεργασίες όπως π.χ. με τον Michael Esposito ο οποίος ειδικεύεται περισσότερο με EVP και ηχογραφήσεις απο την 'άλλη πλευρά' και που έχει εκδόσει διάφορες κυκλοφορίες είτε μόνος του, σε άλλες εταιρείες. Ή οι πρόσφατες συνεργασίες που εκδόθηκαν στην Touch με τον Chandra Shuka και είναι βασισμένες σε επεξεργασμένες ηχογραφήσεις πεδίου εν είδη travelogue. Αρκετά αγαπημένες μου το «Matter Transfer» του 2014 στη Σουηδική iDEAL του Joachim Nordwall που επεξεργάζεται ηχογραφήσεις της πρώτης δεκαετίας των 00s σε ένα τρομερό αποτέλεσμα, το ‘Still Life / Requiem’ στην Touch ή το πιο αγαπημένο μου ‘Insnitt’ (πάλι στην iDEAL) του 2021 που αφορά ένα θανατηφόρο ηχητικό παιχνίδι απο εγκατάσταση που έστησε στο Γκέτεμποργκ με επιπλέον ήχους απο τους John Duncan και Leif Elggren. Ή το ‘Prisoner of Chillon’ σε συνεργασία με τον Christopher Chaplin που κυκλοφόρησε στην γερμανική Moloko+ και είναι βασισμένο στο ομώνυμο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα στο οποίο έχουν επεξεργαστεί οι ηχογραφήσεις / φωνές διάφορων φίλων τους όπως ο JG Thirwell (Foetus), από τις κόρες του Anna και Maria von Hausswolff).

Επιπλέον αξίζει να γίνει μνεία στα συλλογικά project των freq_out που ξεκίνησε ως συλλογική ιδέα εγκαταστάσεων χρησιμοποιώντας ήχους απο διάφορους φίλους του καλλιτέχνες και το οποίο εξελίχθηκε σε κάποια φάση και σε ένα είδος 'ορχήστρας'. Και φυσικά θα πρέπει να γίνει μνεία σε διάφορες καταστάσεις που έχουν στηθεί στα πλαίσια της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης ανά τον κόσμο είτε ως εγκαίνια πρεσβειών ή ηχητικών δράσεων και εγκαταστάσεων που έχουν λάβει χώρα υπο αυτή την ιδέα.

Αναμένοντας λοιπόν την εμφάνιση στην Αθήνα στο Stellage είμαστε περίεργοι να δούμε με ποια άλλη ιδέα θα μας εκπλήξει στο μέλλον...

 

LEIF ELGGREN

Η γνωριμία με τον Leif Elggren στα τέλη του 1996 και εν συνεχεία μια απίστευτη εβδομάδα παρέα με τον CM von Hausswolff στην Αθήνα το Μάϊο του 1997 (με αφορμή τη συμμετοχή της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης στη έκθεση ‘Η Συνωμοσία’ στο Σαπουνοπειίο, Μαρούσι) ήταν ίσως η καλύτερη αφορμή όχι μόνο να κατανοήσω τη δουλειά και τις εμμονές τους αλλά και η τέλεια εισαγωγή - κατάβαση στον κόσμο της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης.Η συζήτηση που ακολουθεί είναι μια μικρή μόνο προσπάθεια εισαγωγής στο σύμπαν του Leif Elggren, στις εμμονές του, καθώς και μια μικρή ψηφίδα χαρτογράφησης των παράλληλων κόσμων που κινείται είτε είναι η εκδοτική Frework Edition (την τρέχει μαζί με τον Τhomas Liljenberg) ή η δισκογραφική Firework Edition Records (που τρέχει μαζί με τον Kent Tankred) ή το ντουέτο των The Sons of God (Kent Tankred / Leif Elggren)...

(Tανίνη) Ακόμα κοιμάσαι κάτω απο κρεββάτια; Ακομα διαβάζεις εκεί ή χαράζεις τα μηνύματα σου στους οικοδεσπότες σου αν μένεις σε σπίτια φίλων;

(Leif Elggen) Μερικές φορές ναι. αλλά όχι τόσο συχνά όσο συνήθιζα. Είναι μια ιδέα που ξεκίνησα πολύ νωρίς και ήταν περισσότερο κάτι το μικρό και ιδιωτικό που μου άρεσε πολύ. Από την αρχή ποτέ δε το σκέφτηκα ως ένα προϊόν ‘τέχνης’. Kαι ίσως να μην είναι καθόλου τέχνη. αλλά αποκάλυψα αυτό το project σε ένα κείμενο που εκδώθηκε σε ένα περιοδικό τέχνης το 2007. Mετά από αυτό το γεγονός λίγο ως πολύ το σταμάτησα.

(Τανίνη) Τι γίνεται με την άλλη πλευρά; Πιστεύεις ότι υπάρχει κάτι στην άλλη πλευρά και ότι πρέπει να συνεχίσουμε να επικοινωνήσουμε ανεξαρτήτως με το τι θα ή δε θα βρούμε;

(LE) Δεν είναι πραγματικά τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουμε αλλά ως άνθρωποι πάντοτε ενδιαφερόμασταν για το ακατανόητο γεγονός της ζωής μετά θάνατο. Δεν ξέρουμε τίποτα για το τι γίνεται αφότου πεθαίνουμε και αυτό είναι που σε φοβίζει. Αρκετοί άνθρωποι φοβούνται να πεθάνουν, φυσικά. Γι΄αυτό δημιουργήσαμε τη θρησκεία, να νοιώσουμε μια άνεση, να πάρουμε κάποιες ‘απαντήσεις’. Ίσως και η τέχνη ως εξευγενισμένη φόρμα της είναι ένα εργαλείο να προσπαθήσουμε να πάρουμε κάποιες απαντήσεις, να προσπαθήσουμε να το κατανοήσουμε.

(Τανίνη) Τι είναι πιο σημαντικό για σένα έπειτα απο τόσα χρόνια; Ο Leif Elggren ο καλλιτέχνης ή ο Leif Elggren ο άνθρωπος;

(LE) Μετά απο τόσα χρόνια, ξέρεις, η καλλιτεχνική φύση και η καθημερινότητα δεν είναι ακριβώς διαχωρισμένες πλέον. Είναι πάνω κάτω το ίδιο. Αλλά το να γίνεις άνθρωπος και να μάθεις πράγματα γι’ αυτή σου την ύπαρξη είναι το πιο σημαντικό για όλους μας. Εξάλλου η ζωή εδώ μοιάζει σαν αίθουσα διαμετακόμισης καθώς είμαστε καθ’ οδόν για κάτι άλλο. Αλλά είναι δύσκολο, καθώς έχουμε οργανώσει και δομήσει τις κοινωνίες μας με τελείως άνισο και άδικο τρόπο. Οι περισσότεροι απο εμάς πρέπει να παλέψουμε κολασμένα για το φαγητό στο τραπέζι μας και μια σκεπή πάνω απο το κρεββάτι μας.

(Τανίνη) Πως προέκυψε το ενδιαφέρον σου για την τέχνη. Θα σε ρωτούσα ίσως το ίδιο και για τη μουσική και τον ήχο και πως ξεκίνησες να μπλέκεις με τον κόσμο της τέχνης; Παραγωγές, εκθέσεις κοκ

(LE) Η τέχνη, είναι μια πολύ δύσκολη λέξη. Aυτό που λέμε τέχνη έχει σχέση με συγεκριμένη ‘δουλειά’, χρήματα, πλούτο. Για μένα η τέχνη είναι περισσότερο μια βασική δραστηριότητα που περιλαμβάνει όλες τις παραμέτρους που υπάρχουν σε αυτή τη ζωή. Όπως να έχεις την ευκαιρία να εξωτερικοποιήσεις την πιο μύχια πλευρά σου, την πιο σημαντική, κάτι που όλοι μοιραζόμαστε. Και να έχεις τη δυνατότητα να προσπαθήσεις να καταλάβεις κάπως του τι γίνεται εκεί έξω στο σκοτάδι. το πιο ουσιώδες, βασικά... Για εμένα ξεκίνησε όταν ήμουν παιδί η επίγνωση αυτών των εργαλείων.

(Τανίνη) Αν δεν απατώμαι στα 70s ήσουν ανακατεμένος με εκδώσεις φάνζιν, περιοδικών, κλπ. Η Firework Edition και η γνωριμία σου με τον Thomas Liljenberg προέκυψε απο εκείνη την ομάδα που συνεργαζόσουν; Και αλήθεια πως γεννήθηκε και υλοποιήθηκε η ιδέα της Firework Edition Records;

(LE) Σωστά. Ήμουν ανακατεμένος με την παραγωγή φάνζιν, βιβλίων, και παρόμοιων εκδόσεων. Έμαθα αρκετά πρακτικά πράγματα εκείνη την εποχή, πως να τυπώνω και να δένω βιβλία και σχετικά με τη διανομή τους. Εκείνη η ομάδα ήταν τελείως διαφορετική με εκείνη που θα ξεκινάγαμε αργότερα την Firework Edition, την εκδοτική εταιρεία που ξεκίνησα με τον Thomas Liljenberg η οποία μπόρεσε να στηθεί επειδή είχα μια παλιά τυπογραφική μηχανή και αρκετά μολυβένια και ξύλινα πρότυπα. Όχι τόσο πολύ διαφορετικές γραμματοσειρές αλλά αρκετές για να ξεκινήσουμε να τυπώνουμε και να εκδίδουμε υλικό σε μικρές εκδόσεις. Ήταν μια σημαντική περίοδος για μένα. Η έκδοση έντυπου υλικού όπως βιβλίων, δίσκων, πόστερ είναι πιο σημαντική για μένα απο το να κάνω εκθέσεις και παρεμφερείς δραστηριότητες. Ο απλός και εύκολος τρόπος να κάνεις μικρές εκδόσεις με κείμενο και εικόνες και να τις διαχέεις είναι πολύ σημαντικό. Το ίδιο όπως να μοιράζεσαι ιδέες και projects, ή συνεργασίες με φίλους και συνεργάτες.

(Τανίνη) Ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς σου για να μην πω το σύνολο της δουλειάς σου έχει σχέση με την εξουσία και την καλή / κακή άσκηση της. Είτε αυτή είναι ο ρόλος του βασιλιά, του Πάπα, της εκκλησίας, των πολιτικών, κοκ. Πόσο σημαντική είναι αυτή η άποψη για σένα;

(LE) Πολύ σημαντική! Ένας τρόπος να κριτικάρεις, να ελέγχεις, να είσαι ανεξάρτητος και να έχεις τη δυνατότητα να ‘ελέγξεις’ τη συμπεριφορά ,την ενέργεια και τη δύναμη σε σχέση με αυτό που οι κοινωνίες μας έχουν δημιουργήσει ως κοινωνικοπολιτική και οικονομική ιεραρχία.

(Τανίνη) Τι γίνεται με τα όνειρα; Παίζουν ακόμα το ρόλο τους στη ζωή σου; Πότε ξεκίνησες να κρατάς σημειώσεις για τα όνειρα σου; Έχουν επηρεάσει με τον τρόπο τους τη δουλειά σου;

(LE) Εννοείται πως ναί! Ίσως είναι το μόνο κομμάτι της ιδιωτικής μας ζωής που έχει παραμείνει ακέραιο. Πάντοτε σιχαινόμουν τη νύχτα αλλά κρατούσα σημειώσεις των ονείρων μου απο την εποχή που ήμουν δεκατεσσάρων χρονών. Ο πατέρας μου ήταν υπνοβάτης και κατέβαζε τα κάδρα απο τον τοίχο. Η θεία Astrid έπασχε απο ναρκοληψία και μπορούσε να κοιμηθεί σε οποιοδήποτε μέρος, οποιαδήποτε στιγμή. Όταν κοιμάμαι σηκώνομαι αρκετές φορές το βράδυ για να βεβαιωθώ ότι είμαι ζωντανός. Αυτό είναι σημαντικό, αυτό είναι κάτι που με κρατάει σε εγρήγορση. Θυμάμαι όταν ήμουν έφηβος την αγαλλίαση μου όταν ανακάλυψα το βιβλίο των ονείρων του Emanuel Swedenborg (όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να το διαβάσει ή κατεβάσει δωρεάν εδώ).

(Τανίνη) Ένα άλλο μέρος της δουλειάς σου έχει σχέση με συγκεκριμένες προσωπικότητες όπως ο Swedenborg ή για να μνημονεύσω το πρόσφατο ‘The Rocking Chair’ flexi, ο Πόε. Θα θελες να μου δώσεις μερικές πληροφορίες για το ενδιαφέρον για τη δουλειά τους και την εμμονή σου να ηχογραφείς ήχους σε συγκεκριμένα μέρη που έζησαν;

(LE) H εισαγωγή μου στις παλιές προφητείες των οπτασιών του Swedenborg έγινε σε νεαρή ηλικία και με διέγειραν τόσο η συμπεριφορά του όσο και η έλλειψη σεβασμού που είχε.Tον βλέπω ως ένα σύμβολο ανθρώπου που όπως ο βαρόνος Mυνχαουζεν πιάνεται απο τα μαλλιά του και σώζεται απο εξαντλητικές καταστάσεις.O Swedenborg ήταν σχεδόν εξήντα χρονών όταν ανακύρηξε τον εαυτό του προφήτη και ίσο με τους αγγέλους. Έβλεπε τον εαυτό του ως εκφωνητή και κήρυκα, ως έναν σύνδεσμο μεταξύ αυτού και του επόμενου κόσμου. Eπέτρεψε στον εαυτό του να γίνει μεγαλομανής, επέτρεψε στον εαυτό του να επικεντρωθεί στα ουσιώδη της ζωής, έγινε Θεός.

Δε δουλεύω με τον Πόε τόσο πολύ. Έκανα το εν λόγω flexi όταν πριν απο μερικά χρόνια επισκέφθηκα το σπίτι που είχε στο Μπρονξ, το οποίο σήμερα είναι μουσείο. Τα μόνα έπιπλα που διασώζονται απο τότε μέχρι σήμερα είναι το κρεββάτι του (στο οποίο πέθανε η γυναίκα του) και η κινητή καρέκλα του. Άκουσα ένα πολύ ξεχωριστό ήχο όταν κάποιος ακούμπησε την καρέκλα κι άρχισε να ταλαντώνεται, τον ηχογράφησα και τον αποτύπωσα σε αυτό το flexi. Πολύ απλά αλλά εξίσου διασκεδαστικά. Ο ίδιος ήχος που έκανε ο Πόε όταν ζούσε, τον οποίο ηχογράφησα και έκοψα στο φλέξι έπειτα απο τόσα χρόνια. σα μια γέφυρα ανάμεσα σε τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.

(Τανίνη) Ο Swedenbrog όμως παραμένει μια μεγάλη επιρροή στη δουλειά σου...

(LE) O Swedenborg είναι μια άλλη ιστορία. Συνάντησα τη δουλειά του όταν ήμουν 16. Ανακάλυψα το βιβλίο των ονείρων του. Το μόνο βιβλίο που εξέδωσε στα σουηδικά. Αυτό μου έδωσε το θάρρος να συνεχίσω να καταγράφω τα δικά μου όνειρα κάτι που είχα ξεκινήσει ελάχιστα χρόνια νωρίτερα. Θαυμάζω την ανδρεία στάση του, την ανεξαρτητοποίηση του απο την πολιτική εξουσία και την εκκλησία. Ξέρεις δεν ήταν κάτι σύνηθες ως συμπεριφορά εκείνη την εποχή, ήταν ένας απο τους ελάχιστους. Και τον άφησαν να συνεχίσει, για κάποιο λόγο. αρκετοί είναι εκείνοι που τον θεωρούσαν τελείως τρελό, σχιζοφρενή.

(Τανίνη) Σχετικά με τα EVP (Electronic Voice Phenomena); ανακατεύτηκες και με αυτά, επίσης θα έλεγα και λόγω της συνεργασίας σου με τον Michael Esposito. υπάρχει τελικά τίποτα στην άλλη πλευρά; Και πως ασχολήθηκες με το φαινόμενο; Χάρη στον Friedrich Jurgensson; Ακόμα με στέλνει η επανέκδοση του βιβλίου του Voice Transmissions στην Firework Edition.

(LE) Ναι, ο Michael Esposito με πήρε τηλέφωνο κάποια στιγμή το καλοκαίρι του 2007 και με ρώτησε αν ήθελα να κάνουμε κάτι παρέα. Όταν με κάλεσε ήμουν ακριβώς έξω απο το καλοκαιρινό θέρετρο του Swedenborg για να βγάλω κάποιες φωτογραφίες. Είπα στον Esposito γι’ αυτό και μια βδομάδα αργότερα ήταν στη Στοκχόλμη με την οικογένεια του. Κάναμε κάποιες ηχογραφήσεις στο θέρετρο και έπειτα ο Εsposito γύρισε στο Σικάγο όπου εντόπισε το λιγότερο 100 φωνητικά μηνύματα τα οποία μου τα έστειλε και τα ένωσα όλα μαζί στο δίσκο που βγάλαμε μαζί με το όνομα The Summerhouse (Firework Edition Records).

Σχετικά με τον Jurgenson.Tον θυμόμουν απο τα MME όταν ήμουν νέος. Ήταν κάτι το φανταστικό όταν ισχυρίστηκε ότι είχε έρθει σε επαφή με την άλλη πλευρά.Oι άνθρωποι ήθελαν να τον πιστέψουν φυσικά. Oι δημοσιογράφοι που πήγαν στη συνέντευξη τύπου που έδωσε τότε μίλαγαν για αυτό το γεγονός σα να ήταν ‘επανάσταση’. Ήταν κάτι το μαγικό. Kαι το βασικό πράγμα είναι ότι ο Jurgenson χρησιμοποιούσε την πιο μοντέρνα τεχνολογία της εποχής του, το κασσετόφωνο!

(Τανίνη) Tα σχέδια; ένα άλλο μέρος του εαυτού σου. Μερικές φορές μου βγάζουν ένα είδος παιδικής αφέλειας, ή ώρες ώρες σου δίνουν την αίσθηση ενός ‘προβληματικού’ παιδιού ή ενός παιδιού με ένα περίεργο κόσμο, ένα είδος σχεδίων που σε κάνει να αναρωτιέσαι είναι εντάξει αυτό το παιδί ή έχει πρόβλημα; Ή μήπως θέλει να μας πει κάτι και ψάχνει έναν τρόπο να μας το πει;

(LE) ΧΑΧΑ, ναι ποτέ δεν ξέρεις. Το να κάνω σχέδια για μένα είναι μια απλή και άμεση κατάσταση που έχει σχέση με το γράψιμο και τα όνειρα. Συχνά μιλάω για τα σχέδια μου ως ένα είδος ονείρων που έχω ενώ είμαι ξύπνιος. Κάτι που υλοποιείται γρήγορα σε ένα κομμάτι χαρτί με τη βοήθεια ενός μολυβιού. Συχνά εκπλήσσομαι κι εγώ έπειτα απο μια δουλειά με σχέδια. Είναι σα να τα έκανε κάποιος άλλος ώρες ώρες. Απλά εμφανίζονται στο χαρτί. Ποτέ δε σκοπεύω να κάνω κάτι το εξειδικευμένο όταν ξεκινάω να ζωγραφίζω. Απλά το κάνω. Ξεκινάω απο μια γωνία και αφήνω το μολύβι να συνεχίσει.

(Τανίνη) Θα ήθελες να μου μιλήσεις για τον Bo Cavefors; Έμαθα για τη δουλειά του χάρη σε σένα. Μου έμοιαζε πάντοτε ως απόβλητο της σουηδικής σκηνής. Αντιμετωπίσατε τίποτα προβλήματα όταν φέρατε στο φως έπειτα απο χρόνια τη δουλειά του και την παρουσιάσατε ξανά σε έκθεση στη Σουηδία; Θα ήθελες να μου δώσεις μερικές πληροφορίες για τη δουλειά του επι τη ευκαιρία; Ήταν μια προσωπικότητα που επηρέασε με τον τρόπο του τον Thomas κι εσένα;

(LE) O Bo Cavefors ήταν ίσως ο σημαντικότερος εκδότης της Σουηδίας κατά τον 20ο αιώνα όταν το 1979 του αφαιρέσανε την εταιρεία του έπειτα απο συνεργασία των δυνάμεων ασφαλείας της Σουηδίας και της (τότε) Δυτικής Γερμανίας επειδή ήταν ο πρώτος στον πλανήτη που τόλμησε να εκδώσει τα κείμενα της RAF (Φραξιά Κόκκινος Στρατός) σε βιβλίο. Δεν ήταν προβοκάτσια απο τη μεριά του Cavefors αλλά προθυμία να ρίξει φως σε υλικό που παρέμενε κρυμμένο. Nα το καταστήσει διαθέσιμο στο κοινό. Αλλά δε του βγήκε. Ο Cavefors έμεινε στον άσο, το στοκ των βιβλίων του είτε χαρίστηκε ή κάηκε. O ίδιος ο Cavefors δραπέτευσε στην Iταλία που έζησε για περισσότερο απο δύο δεκαετίες. Ήταν μια persona non grata. Στις αρχές των 90s ξεκίνησε τον εκδοτικό οίκο Svarat Fanor (Μαύρες Σημαίες) που κατάφερε να βρει διανομέα στη Σουηδία. Στο τελευταίο μέρος των 90s κυκλοφόρησε μια σειρά με βιβλία καλλιτεχνών τα οποία τα έστηνε στο κομπιούτερ του, τα εκτύπωνε, τα έκοβε και έδενε μόνος του σε μικρές εκδόσεις.Τα αποκαλούσε waist coat pocket books. Κυκλοφόρησαν κάπου 200 τίτλοι και ελάχιστοι έχουν δει αυτές τις εκδόσεις.Κυκλοφόρησε και μερικά βιβλία με κείμενα του που κυκλοφόρησαν απο μικρότερους εκδοτικούς οίκους. Ήταν αδιαμφισβήτητα ένας πολύ δραστήριος άνθρωπος και είχε πάρα πολλά να πει αλλά παρέμενε μια persona non grata. Οι κριτικοί και τα μέλη της πολιτιστικής ελιτ παρέμεναν με το μέρος του νόμου. Όπως τα ψευτοπαλλήκαρα στο σχολείο τον άφηναν εκεί έξω στον πάγο. Το 2003 με το συνεργάτη μου Kent Tankred τον προσκαλέσαμε για μια έκθεση στην Umea (στον σουηδικό βορρά) για να μάθει ο κόσμος ποιος ήταν, να μάθουν τη δουλειά του και να δείξουμε ότι ήταν ακόμα δραστήριος και εξακολουθουσε να δουλεύει ανεξάντλητα. Επιλέξαμε για την έκθεση όλα τα βιβλία της Svarta Fanor και ένα μέρος των βιβλίων με τους καλλιτέχνες για την έκθεση. Φυσικά, έμοιαζε να στήνεται μια ενδιαφέρουσα έκθεση και έδινε την αίσθηση ενός αδάμαστου ανθρώπου που παγιδεύτηκε στο απόλυτο σκοτάδι εξαιτίας πανίσχυρων μεθόδων αποκλεισμού απο το πεδίο των τεχνών. Φυσικά η έκθεση έκλεισε την ημέρα που επρόκειτο να γίνουν τα επίσημα εγκαίνια της. Ως επακόλουθο τη μεταφέραμε στη Στοκχόλμη όπου ευγενικά μας παραχωρήθηκε ο χώρος της Fargafabriken όπου χωρίς καμμιά έκπληξη την διάλεξαν οι κριτικοί και την ευτέλισαν ως την ‘ίδια παλιά προβοκατόρικη τακτική’. Αλλά γαμώτο δεν ήταν προβοκατόρικη τακτική! Ήταν μια ενδιαφέρουσα ιστορία που θέλαμε να πούμε, βγαλμένη απο την ίδια την πραγματικότητα. Ένας άνθρωπος που πέρα από τη σθεναρή αντίσταση των δυνάμεων με τις οποίες τα έβαλε, κατάφερε να γυρίσει μια απόλυτη ήττα σε κάτι το θετικό. Ολόκληρη η ιστορία του βγήκε στην επιφάνεια. η ιστορία που μας λεέι για τη δυνατότητα της καλλιτεχνικής δουλειάς να δημιοιυργήσει την ισχυρή πίστη ότι μπορούμε να ζήσουμε αυτή τη ζωή.

(Τανίνη) Μια τυπική ερώτηση Νοτιοευρωπαίου όταν βλέπει έναν Βόρειο... Τα χρήματα για την τέχνη στον Βορρά ρέουν όπως το νερό στα ποτάμια; Απλά κάνεις μια αίτηση με μια ιδέα και επιτόπου παίρνεις χρήματα; Ή η ωμή πραγματικότητα είναι πολύ πιο διαφορετική απο τη μυθοπλασία;

(LE) ΧΑΧΑΧΑ, κατανοοώ ότι μοιάζει έτσι ώρες ώρες όταν το βλέπεις απο απόσταση. αλλά φυσικά ΔΕΝ είναι αυτό το πράγμα! Είναι δύσκολο να επιβιώσεις ως καλλιτέχνης παντού, το ίδιο ισχύει και στη Σκανδιναβία. Είχαμε μια σοσιαλιστική δημοκρατική κυβέρνηση για 70 χρόνια περίπου, οι οποίοι λίγο ως πολύ δημιούργησαν ένα κράτος πρόνοιας που ήταν πραγματικά κάτι το φανταστικό και στο οποίο γινόταν καλή δουλειά. Αλλά εδώ και μερικά χρόνια τα πάντα έχουν αλλάξει όπως και στις περισσότερες χώρες. οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι απλοί άνθρωποι πιέζονται για να επιβιώσουν. Είχαμε ένα πολύ αξιοπρεπές κοινωνικό σύστημα για πολλά χρόνια αλλά κι αυτό τείνει να εκλείψει. Είναι σχεδόν επιστροφή στα βασικά, όπως γίνεται εδώ και χιλιάδες χρόνια, άνισο, αθέμιτο, άδικο...

(Τανίνη) Ή να το θέσω καλύτερα, είναι προστατευμένος ο Βορράς; Aλήθεια αναφορικά με αυτό πως έσκασε η ιδέα γι αυτή την εγκατάσταση και εν συνεχεία για το όλο σχέδιο;

(LE) ‘Τhe north is protected’ αναφέρεται στο βιβλίο ‘Scandinavia is protected’ του Σουηδού καλλιτέχνη Christer von Rosen, κυκλοφόρησε το 1965. Επίσης αναφέρεται από τον Δανό φιλόσοφο Μαρτίνο, στο βιβλίο του ‘Book of Life’. Eπίσης αναφέρεται και από τον Φινλανδό καλλιτέχνη J.O.Mallander που ολόκληρη η δουλειά του έχει σχέση με τη βουδιστική παράδοση στις περιοχές της Σκανδιναβίας. Επίσης αναφέρεται από τον Νορβηγό, παιδί θαύμα, Ole Lykkeøje και τα οράματα του που βγαίνουν πάντοτε αληθινά και τα θαύματα του που γεμίζουν τις κοιλάδες του Gudbrandsdalen καθώς είναι μόνος του με τις κατσίκες και τις αγελάδες του κάθε καλοκαίρι. Ένας άνθρωπος που γίνεται τραγούδι πολύ πριν πεθάνει σε μια περιοχή που είναι πολύ μακριά απο το μέρος που κατοικεί. Aναφέρεται στη μουσική του CD ‘North’ του Hazard που κυκλοφόρησε απο την Ash International το 1999. Υπάρχει επίσης αναφορά στην έκθεση ‘Taking Over’ του Andreas Gedin που έγινε στο Bildmuseet στην Umea στο τέλος του 2000. ”Για δύο χιλιετίες ο Βορράς υπηρξε η περιφέρεια του κόσμου, φυσικά αλλά και πολιτικά, ένα προστατευμένο μέρος της ύπαρξης που παραδόξως τώρα θα παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην ιστορία της ζωής αυτού του πλανήτη.’ (Ναπολέων Βοναπάρτης, από τα ημερολόγια της Αγίας Ελένης) - το κείμενο που σου παράθεσα γράφτηκε και πρωτοπαρουσιάστηκε στον κατάλογο του Nordic Pavilion στη Μπιενάλε της Βενετίας το 2001 - αφιερωμένο στους CM von Hausswolff, Anders Tomren, Tommi Groenlund & Petteri Nisunen.

(Τανίνη) Άλλη μια εμμονή σου είναι το κίτρινο και το μαύρο. Δε χρησιμοποιείς μόνο κιτρινόμαυρη ταινία αλλά και τα 2 χρώματα σε κυκλοφορίες ή οτιδήποτε. Αλήθεια τι συμβολίζει για εσένα και τη δουλειά σου;

(LE) ‘Αποφασίζω να διεκδικήσω αυτό το σύμβολο, σημάδι, εικόνα, το συνδυασμό μαύρου και κίτρινου, οπουδήποτε εμφανίζεται σε αυτό ή σε όποιον άλλο κόσμο, σε οποιαδήποτε μορφή, φόρμα, πρότυπο ή σύνθεση, ασχέτως αν είναι στρατιωτικό ή πολιτικό. Αποφασίζω να ισχυριστώ ότι είμαι ο εντολέας και ιδιοκτήτης του’. Το βιβλίο ‘Yellow & Black’ είναι η επιτομή μιας ιδέας που βρήκε το δρόμο της μέσα απο διάφορα σχήματα και καταστάσεις στην πάροδο των χρόνων. Μια δήλωση νομιμότητας που παρουσιάζεται, μια δήλωση του εαυτού τοποθετημένου στην ιεραρχική τάξη του κόσμου. - είμαι η δημιουργηθείσα δημιουργία που με τη σειρά της δημιουργεί νέες δημιουργίες ή είμαι η δημιουργηθείσα δημιουργία η οποία δημιουργεί το δικό μου δημιουργό;

Στην πορεία της δουλειάς μου με αυτά τα κιτρινόμαυρα ορθογώνια βρίσκω αντιστοιχίες με τη διεθνή χρήση του αυτού του συνδυασμού χρωμάτων, π.χ. να εκφράσουν κίνδυνο ή να τραβήξουν την προσοχή. Τοποθετημένα για να οριοθετήσουν μια περιοχή, ένα σύνορο, ένα γεγονός που πρέπει να μαθευτεί. έκανα ένα ντοσιέ με 23 έγχρωμες φωτογραφίες που δείχνουν μια επιλογή αυτών των συμβόλων και την παρουσία τους στη Στοκχόλμη, π.χ πινακίδες και ζωγραφισμένα πρότυπα στο δρόμο, στο μετρό, σε σκάλες, σε πόρτες, σε ηλεκτρικές συσκευές, σε προεξοχές, σε διάφορα αντικείμενα ή σε επικίνδυνα τοποθετημένα δοκάρια, σε γάντζους γερανών που κρέμονταν σε διάφορα σημεία, κ.λ.π.

(Τανίνη) Και τι γίνεται αναφορικά με τις διάφορες έννοιολογικές καταστάσεις που κατά καιρούς εμφανίζεις; Πάρε για παράδειγμα το zzzz που έχεις 2 τύπους να ροχαλίζουν, το 9.11 που έχεις δύο τύπους να γελάνε ή θα ‘λεγα το πρόσφατο sleepwalking όπου έχεις ένα τύπο να χτυπάει ρυθμικά τα πόδια του και να χορεύει μες τα μαύρα μεσάνυχτα σε ένα συγκεκριμένο σημείο κάποιου δρόμου... Πάντοτε φαίνεται να υπάρχει μια ιδέα πίσω απο ένα project.

(LE) Ναι πάντοτε υπάρχει. Φυσικά. Αλλά όχι για ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ project! Για μένα είναι μια σταθερή και συνακόλουθη δουλειά. Συνήθως λέω ότι είναι σα σχεδιάζεις και να χτίζεις ένα κτίριο, ένα σπίτι. Κάθε τμήμα του εξαρτάται απο όλα τα υπόλοιπα. Κάθε τμήμα χρειάζεται τα υπόλοιπα σε μια λεπτή συνεργασία. αναγκαιότητα και πλοήγηση, το ξέρεις κι εσύ αυτό. Όσον αφορά τα cd που ανέφερες είναι μέρος του βιβλίου ‘Experiment With Dreams’, κυκλοφόρησαν 6 CD που είχαν σχέση με αυτό το βιβλίο. Και διάφορα άλλα βιβλία και έντυπο υλικό.

(Τανίνη) Τι είναι η Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη για εσένα;

(LE) Η KREV (Eλγαλάνδη - Eαργαλάνδη) είναι μια πλατφόρμα με την οποία κινούμαστε ελεύθερα στο χώρο και στο χρόνο.

(Τανίνη) Πιστεύεις ότι η Ελγαλάνδη - Βαργαλάνδη έχει πετύχει τον σκοπό της κάνοντας και καθημερινούς ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με αυτό που λέμε ‘τέχνη’ ή ‘κόσμος της τέχνης’ να αναμιχθούν σε δράσεις της;

(LE) Νομίζω ότι ιδέες όπως τα βασίλεια της Ελγαλάνδης - Βαργαλάνδης μπορούν να εμπνεύσουν κόσμο να κάνει πράγματα που δεν ήξεραν ότι ήθελαν ή μπορούσαν να κάνουν.

(Τανίνη) Πάμε στους The Sons of God. Πότε γεννήθηκε η ιδέα; Ήξερες τον Κent (Tankred) πριν ξεκινήσετε ή ήταν η εποχή που πρωτοσυναντηθήκατε; Πως προέκυψε το όνομα υπήρχε ή υπάρχει συγκεκριμένη σημασία για εσάς τότε και τώρα;

(LE) Ξεκίνησα να συνεργάζομαι με τον Kent Tankred το 1985. Μερικά χρόνια αργότερα ξεκινήσαμε τους The Sons of God. Το είδαμε ως ένα πολύ ωραίο όνομα, ίσως βγάζει λίγο μια μεγαλομανία αλλά έχει σχέση με το γεγονός ότι σε αυτό τον πλανήτη γεννιέσαι όπως ο Ιησούς Χριστός. Είμαστε όλοι γιοι και κόρες του Θεού. Είμαστε όλοι ίσοι και έχουμε τα ίδια δικαιώματα. Όλοι μας! Τόσο οι άνθρωποι όσο και τα ζώα. Δεν πρέπει να λέγεται αυτό τόσο συχνά!

(Τανίνη) Μια τυπική αντίληψη των σετ και των κυκλοφοριών σας είναι το παιχνίδι με τις ιεραρχίες, την τάξη και μοιάζει ώρες ώρες ειδομένο απο μια πιο αναρχική ή μηδενιστική ματιά όταν ως θέμα σας παρουσιάζετε τον Θεό, τον Πάπα, τους βασιλείς, κοκ.

(LE) Οι The Sons of God θέσαμε τους εαυτούς μας στη θέση της πολιτικής άμυνας και προσπαθούμε να την εμποτίσουμε με σθένος και θάρρος. “Οι Τhe Sons of God δουλεύουν στα όρια μεταξύ performance, εγκατάστασης και μουσικής. Τα πάντα συνδράμουν στο όλον και παρέχουν τη βασική δομή για αυτό το περίεργο και επεκτατικό πνεύμα που είναι φανερό στο τρόπου που δουλεύουν οι Τhe Sons of God. ηχητικά αντικείμενα, προηχογραφημένες συνθέσεις, φυσικά απαιτητικές κινήσεις, η φωνή, οι σκηνοθετημένες συναντήσεις όταν παίζουν ζωντανά και οι συνθήκες κάτω απο τις οποίες γίνεται αυτό, τα αντικείμενα, όλο αυτό αποτελεί το θεμέλιο για μια προσπάθεια να πετύχουν αυτές τις αφανείς στιγμές όπου η καθημερινή ζωή ενώνεται με την ηρωϊκή φύση του εσωτερικού μας κόσμου.” Προσπαθούμε να βρούμε τον δρόμο μας σε μία θέση ή κατάσταση που μπορεί να παρομοιαστεί με θαύμα. Ψάχνουμε για ένα σημείο που όλες οι απόψεις πάνω στις οποίες δουλεύουμε θα συγκλίνουν και θα συμβεί κάτι το απίστευτο. Φέρνουμε μαζί αυτές τις απόψεις τις ανθρώπινης συμπεριφοράς μέχρι να φτάσουμε σε ένα σημείο που όλα θα το υπερβούν φτιάχνοντας κάτι το διαφορετικό. Συνήθως δουλεύουμε με φυσικότητα με στόχο να θέσουμε τους εαυτούς μας σε ένα σημείο που θα είναι εφικτό να το φτάσουμε (αυτό το σημείο). Οι προετοιμασίες μας μπορεί να μην είναι ευδιάκριτες στο κοινό. Ίσως να έχουμε μείνει όρθιοι όλο το βράδυ και να παρατηρούμε ή να έχουμε καταβάλλει τους εαυτούς μας με χειρωνακτική εργασία. Αυτό κάνει εφικτή τη σύνδεση με την καλλιτεχνική μας δουλειά και μας ανοίγει καταστάσεις στις οποίες δε θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε πρόσβαση με άλλο τρόπο. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγουμε να εμπλακούμε σε δεδομένες αισθητικές χειρονομίες που μπορούν να μας οδηγήσουν σε προκαθορισμένες δράσεις ή πορείες. Μερικές φορές είχαμε αντικείμενα όπως πέτρες στα παπούτσια μας που αποσπούσαν την προσοχή μας απο το να δημιουργήσουμε μια συνειδητή αισθητική. Με αυτό τον τρόπο τα πράγματα μπορούν να λάβουν χώρα έξω από τον συνειδητό έλεγχο και μπορούμε να είμαστε πιο αυθεντικοί.”