Του Σάκη Παπαδημητρίου

Η τζαζ στην Ελλάδα - Μέρος πρώτο (1920-1974)

Για πρώτη φορά μεταφρασμένο στα ελληνικά ένα σπουδαίο κείμενο του Σάκη Παπαδημητρίου για την ιστορία της τζαζ στην Ελλάδα. Η οποία είναι παλιότερη απ' όσο νομίζουμε...

Σάκης Παπαδημητρίου - Φλώρος ΦλωρίδηςΗ Ελλάδα περνάει ήδη τον έβδομο χρόνο [2016-17] μιας βαθιάς κρίσης με τεράστιο χρέος, υψηλή ανεργία, ανυποχώρητη ύφεση και πολλαπλά κοινωνικά προβλήματα. Όπως έχουν γράψει οικονομολόγοι και καθηγητές, ίσως είναι η μεγαλύτερη οικονομική κρίση που έπληξε ποτέ την χώρα στη νεότερη εποχή, χωρίς αυτή να οφείλεται σε πόλεμο ή σε φυσική καταστροφή. Είναι χωρίς αμφιβολία, η χειρότερη περίοδος από την εποχή της Χούντας των Συνταγματαρχών.

Το 1980 η Ελλάδα γίνεται μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 2000 μέλος της Ευρωζώνης με τα θετικά επακόλουθα, αρχικά, και ιδίως με την ενίσχυση του ευρωπαϊκού και μεταρρυθμιστικού της προσανατολισμού. Ένα κύμα αισιοδοξίας και εκσυγχρονισμού καλύπτει τη χώρα στις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια ο ευρωσκεπτικισμός, ή από-ευρωπαϊσμός όπως ονομάζεται τώρα, γιγαντώθηκε ενώ παράλληλα δεν αποδυναμώθηκε ο παλιός και σταθερός αντιαμερικανισμός. Πολλές διαδηλώσεις εξακολουθούν και σήμερα, έστω συμβολικά, να καταλήγουν μπροστά στην πρεσβεία των ΗΠ στην Αθήνα με συνθήματα εναντίον των αμερικανών, τους οποίους θεωρούν υπεύθυνους για όλα τα δεινά της Ελλάδας και του κόσμου γενικώς. Φαίνεται ότι τώρα έρχεται η ώρα της Ευρώπης.

Το πρόσφατο μεγάλο μεταναστευτικό και προσφυγικό ρεύμα αποτελείωσε τη χώρα. Θα χρειασθούν πολλά χρόνια για να επανέλθει σε κάποιους κανονικούς ρυθμούς ή έστω στο επίπεδο προ της κρίσης. Υπάρχει όμως και η ισχυρή πιθανότητα να μην μπορέσει να επανέλθει και να παραμείνει ένα απόβλητο και περίκλειστο κράτος, μετέωρο εσαεί μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Η ελληνική τζαζ δισκογραφίαΕπόμενο ήταν η οικονομική κρίση να χτυπήσει όλων των ειδών τις επαγγελματικές δραστηριότητες και φυσικά τις καλλιτεχνικές. Κι όμως, από την αρχή της κρίσης εκδηλώθηκε η αντίσταση στην κατηφόρα και την αυτοκαταστροφή, από πρόσωπα και ομάδες που αντέδρασαν προτείνοντας δημιουργικές πράξεις και δυναμικές παρεμβάσεις. Οι αμοιβές μειώθηκαν ή εξαφανίστηκαν. Η κατάσταση αυτή ευνόησε πολλά νέα σχήματα ώστε να μπορέσουν να παρουσιάσουν το έργο τους, τις περισσότερες φορές δωρεάν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση θεατρικών παραστάσεων, λογοτεχνικών αφιερωμάτων, περφόρμανς καθώς και στην έκδοση ποιητικών βιβλίων, τις προσωπικές παραγωγές σιντί και κινηματογραφικών ταινιών χαμηλού κόστους κ.α.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει στην εγχώρια σκηνή της τζαζ. Άλλωστε οι μουσικοί της τζαζ ούτως ή άλλως δεν αμείβονται γενναιόδωρα. Πράγματι παρατηρείται μια έξαρση που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορική διαδρομή της τζαζ στην Ελλάδα. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξαν ενεργά τόσα πολλά γκρουπ, τόσοι πολλοί μουσικοί που να σπουδάζουν και να ασχολούνται σοβαρά με την τζαζ. Μετά το αισιόδοξο μήνυμα, εν μέσω σκοτεινού παρόντος, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή!

Πρώτα από όλα δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη ένα βιβλίο με τον τίτλο Η τζαζ στην Ελλάδα. Έχουν εκδοθεί αρκετά βιβλία ελλήνων συγγραφέων, κριτικών και εκπαιδευτικών και περισσότερα μεταφρασμένα τα οποία καλύπτουν την τζαζ από πολλές πλευρές. Λείπει όμως ένα εμπεριστατωμένο έργο, μια συστηματική μελέτη και έρευνα με ντοκουμέντα, μαρτυρίες, αναλύσεις και κριτικές παρατηρήσεις για όλη αυτήν την πορεία που αρχίζει από τη δεκαετία του ’20.

Υπάρχουν ωστόσο δυο σημαντικές εκδόσεις. Η πρώτη είναι ένα αφιέρωμα στο θέμα Η τζαζ στην Ελλάδα, ένθετο 24 σελίδων στην εφημερίδα Η Καθημερινή με ημερομηνία 23 Ιανουαρίου 2005. Η δεύτερη είναι ένα βιβλίο, μεγέθους σιντί, 144 σελίδων με τον τίτλο Η ελληνική τζαζ δισκογραφία, 1961-2013, έκδοση του περιοδικού Jazz & τζαζ.

Ο ΝέγροςΗ προϊστορία, 1920-1940

Η προϊστορία της τζαζ στην Ελλάδα έχει ως αφετηρία τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, όπως άλλωστε συνέβη και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με δυο συγγραφείς, οι οποίοι έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με το θέμα, η τζαζ σ’ αυτές τις δεκαετίες (δηλαδή η μουσική που ονομαζόταν τζαζ) είχε μεγάλη απήχηση στον κόσμο όσο ποτέ στην Ελλάδα. Πρόκειται για τον Μανώλη Σειραγάκη, καθηγητή θεατρολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και συγγραφέα βιβλίων για το μουσικό θέατρο στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, και τον Αρίωνα, ψευδώνυμο ενός παλιού φίλου και ερευνητή της τζαζ, ιδίως της τοπικής σκηνής της περιόδου 1920-1960.

Ο Μανώλης Σειραγάκης μελέτησε τις παρτιτούρες της εποχής και μας διαβεβαιώνει ότι βρήκε κομμάτια φοξ-τροτ και απαντά στο ερώτημα με ποιόν τρόπο έφτασε η τζαζ στην Ελλάδα, ως εξής: κύριος φορέας εισαγωγής των νέων τάσεων στη μουσική ήταν το θέατρο, κυρίως το ελαφρό θέατρο (επιθεώρηση και οπερέτα). Η τζαζ εισβάλλει στην Ευρώπη ως η νέα χορευτική μουσική και, ως ένα σημείο, παραγκωνίζει το καν-καν, την πόλκα και το βιενέζικο βαλς. Το φαινόμενο αυτό ταξιδεύει και στην Ελλάδα μέσω των μουσικοθεατρικών παραστάσεων. Σε κάποιες παρτιτούρες αναγράφεται ο χαρακτηρισμός φοξ ή ράγκτάϊμ [1] και στις αφίσες ο όρος τζαζμπαντ ως ορχήστρα με πολλά πνευστά και κρουστά. Η Josephine Baker επισκέπτεται την Αθήνα το 1928 και το 1934, ενώ το 1927 είχε προηγηθεί ο Sidney Bechet. Η τζαζ αποκτά διαστάσεις μόδας και επικρατεί ως χορευτική μουσική στα κέντρα διασκέδασης και στα πάρτι. Και πάλι ο Μανώλης Σειραγάκης μάς πληροφορεί: Στα μέσα την δεκαετίας του ’30 η ορχήστρα του μουσικοί θεάτρου ονομάζεται πια συμφωνική ορχήστρα τζαζ και συναντάται εκτός από το θέατρο ακόμη και σε μικρά συνοικιακά κέντρα διασκεδάσεως. Το 1934 ο Γιάννης Κυπαρίσης ιδρύει την Συμφωνική Τζαζ Αθηνών.

Κική ΚοκόΥπάρχουν ενδείξεις ότι τα μπλουζ και η παλιά μορφή της τζαζ, γνωστή ως ντίξιλαντ, έρχονται στην Αθήνα τη δεκαετία του ’20, σημειώνει ο Αρίων, ο οποίος έχει στο αρχείο του παρτιτούρα φοξ-τροτ του 1924 με ένα τραγούδι από επιθεώρηση. Το 1928 παρουσιάζονται δύο οπερέτες του Ι. Δ. Κομνηνού [2]. Η πρώτη με τον τίτλο Ο Νέγρος (στην αφίσα απεικονίζεται ένας μαύρος μουσικός με γουρλωμένα μάτια και ανοιχτό στόμα να παίζει ντραμς), και η δεύτερη Κική Κοκό με κομμάτια τσάρλεστον, φοξ-τροτ και μπλουζ-φοξ, επηρεασμένη από τις παραστάσεις της Josephine Baker. Ένα κομμάτι του Θεόφραστου Σακελλαρίδη έχει τον πρωτότυπο τίτλο Βακχικό Τσάρλεστον! Δεν βγαίνει όμως το συμπέρασμα ότι όλα αυτά τα έργα, τα τραγούδια και οι συνθέσεις, είχαν πράγματι άμεση σχέση με την τζαζ. Ηχογραφήσεις και δίσκοι δεν υπάρχουν.

Επιδράσεις της τζαζ περνούν σίγουρα στο ελληνικό τραγούδι της εποχής, όπως του Κώστα Γιαννίδη ή Γιάννη Κωνσταντινίδη, ο οποίος είχε πάρει μαθήματα εναρμόνισης για ένα διάστημα στο Βερολίνο από τον Kurt Weil, αλλά και συνθετών που έγραφαν κυρίως οπερέτες και υποστήριζαν την τζαζ ως ένα νέο μουσικό είδος, όπως οι Χρήστος Χαιρόπουλος, Θεόφραστος Σακελλαρίδης, Νίκος Χατζηαποστόλου κ.α. Η επικράτηση των χορών της τζαζ στην μουσική και θεατρική σκηνή της Αθήνας προκαλεί, όπως είναι επόμενο, και αντίδραση. Βγαίνει στην επιφάνεια η αιώνια αντίθεση μεταξύ συντηρητικών και μοντέρνων, μεταξύ όσων προτιμούν το τοπικό στοιχείο και όσων θαυμάζουν το ξένο.

Τα πράγματα όμως δεν εξελίσσονται ομαλά στην πολιτική σκηνή. Ο Ιωάννης Μεταξάς καταλαμβάνει πραξικοπηματικά την εξουσία το 1936 και προτρέπει ως δικτάτορας τη δημιουργία τραγουδιών που να θυμίζουν ελληνικό χωριό! Την περίοδο 1940-1944 η χώρα παραμένει υπό την κατοχή των γερμανικών στρατευμάτων, οπότε κλείνει ένας κύκλος και αρχίζει μια νέα περίοδος της ιστορίας και των καλλιτεχνικών τάσεων.

Σάκη Παπαδημητρίου - Εισαγωγή στην ΤζαζΗ περίοδος 1940-1974

Είναι μια περίοδος μεγάλη που καλύπτει τις τρεις δεκαετίες και λίγα χρόνια από τη δεκαετία του ’70, μέχρι το καλοκαίρι του 1974 όταν έπεσε οριστικά η Χούντα και επήλθε κοινοβουλευτική δημοκρατία. Στα χρόνια της γερμανικής κατοχής η κίνηση ήταν φυσικά περιορισμένη, αν και έχουν δημοσιευτεί φωτογραφίες με ελληνικές χορευτικές ορχήστρες οι οποίες έπαιζαν στις δεξιώσεις των κατακτητών. Μετά την απελευθέρωση, από το 1945, το σουίνγκ επιβάλλεται ως η μουσική και ο χορός της νίκης. Κι έτσι η τζαζ με το μπούγκι, το σλόου ή μπλουζ και κυρίως με το σουίνγκ παίρνει μια θέση στην ελληνική μουσική σκηνή και αυτήν τη φορά επίδρασή της γίνεται ιδιαίτερα εμφανής σε πολλά τραγούδια. Κι αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε όσους θαυμάζουν, αγαπούν και παίζουν τη νέα μουσική αλλά και σε συνθέτες της λαϊκής μουσικής, όπως ο Μανώλης Χιώτης. Εμφανίζονται επιτέλους αξιόλογοι δημιουργοί και σολίστ, όπως οι πιανίστες Γιάννης Σπάρτακος, Κώστας Καπνίσης, Νίκυ Γιάκοβλεφ, ο τρομπετίστας Γιώργος Μουζάκης, ο σαξοφωνίστας Αγάπιος Χατζηνάσιος, οι τραγουδιστές Τζίμης Μακούλης και Τώνης Μαρούδας, οι τραγουδίστριες Μαίρη Λω, Σμαρούλη Γιούλη και πολλοί άλλοι.

Μετά τον πόλεμο ξαναρχίζει η παραγωγή δίσκων 78 στροφών, κάτι απαραίτητο για την καταγραφή των νέων τάσεων. Επίσης, ο Αρίων γράφει στο κείμενό του, Η τζαζ στην Ελλάδα, ότι Για πρώτη φορά η τζαζ βγαίνει στο προσκήνιο και από το 1946 ως τις αρχές της δεκαετίας 1950 εμφανίζεται τακτικά στον Ραδιοσταθμό Αθηνών, στα κέντρα διασκέδασης, στα καταστήματα με δίσκους και έξω από την Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα και σε λίγες μεγάλες πόλεις. Το 1946 ιδρύεται η Ρυθμική Λέσχη της Ελλάδος στην Αθήνα [επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας]. Ένας σύλλογος φίλων της τζαζ που εξέδιδε το δικό του περιοδικό Δελτίο με παρουσιάσεις δίσκων τζαζ και ειδήσεις από τον διεθνή χώρο.

Σάκη Παπαδημητρίου - Σκέψεις για τη σύγχρονη μουσικήΣτα μέσα της δεκαετίας του ’50 καταλαμβάνουν θέση στις βιτρίνες τα πρώτα πικάπ και οι δίσκοι 45 και 33 στροφών, οπότε η τζαζ διαδίδεται πιο εύκολα, έστω και σε περιορισμένο κοινό. Στα νυχτερινά κέντρα το πρόγραμμα διαμορφωνόταν συνήθως ως εξής: στην αρχή, στο πρώτο μέρος, οι μουσικοί έπαιζαν ρυθμικά κομμάτια τζαζ με μικρά σόλο κι ο κόσμος χόρευε. Στο δεύτερο μέρος οι ίδιοι μουσικοί, συν μερικούς ακόμη στην κιθάρα και το μπουζούκι συν απαραιτήτως γυναικείες και ανδρικές φωνές, συνέχιζαν με ελαφρά και λαϊκά τραγούδια.

Παραμένουν όμως κάποιες παρερμηνείες. Η πιο συνηθισμένη ήταν παλιότερα να ταυτίζεται η έννοια τζαζ με τα ντραμς. Μια άλλη περίπτωση, να συγχέεται η τζαζ με το ελαφρό τραγούδι, είτε το ελληνικό είτε, κυρίως, το ξένο. Φυσικά δεν έλειπαν και τα κλισέ, ότι δηλαδή η τζαζ είναι μουσική των πορνείων και του υποκόσμου, ότι οι μουσικοί κάνουν χρήση ναρκωτικών, ότι η μουσική και ο χορός οδηγούν σε ανήθικες πράξεις κ.τ.λ. Επίσης διατηρείται σε όλες τις δεκαετίες η γνωστή πολιτική αντίθεση κι ο χαρακτηρισμός της τζαζ ως μουσικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού.

Μέχρι το 1967 όταν η Χούντα καταλαμβάνει την εξουσία, η παρουσία της τζαζ στην τοπική σκηνή συνεχίζεται και ένα μικρό κοινό παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις, άσχετα αν πρωταγωνιστής πάντοτε, και τότε και τώρα, ήταν και είναι το ελληνικό τραγούδι. Επίσης, η παρουσία της τζαζ στον ελληνικό κινηματογράφο είναι σημαντική στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 και ουκ ολίγοι έλληνες συνθέτες έχουν επηρεαστεί από το κλίμα του γαλλικού νουάρ, του καμπαρέ και του μιούζικαλ. Σπουδαίοι συνθέτες με βαθιές γνώσεις: Κώστας Καπνίσης, Μίμης Πλέσσας, Κώστας Κλάββας, Γεράσιμος Λαβράνος, Γιώργος Θεοδοσιάδης, Γιώργος Χατζηνάσιος.

Πολλαπλασιάζονται οι τραγουδίστριες οι οποίες έχουν μεγάλη απήχηση στο ευρύ κοινό και περνούν τα χρώματα της τζαζ στο ελληνικό τραγούδι: Νάνα Μούσχουρη, Τζένη Βάνου, Νινή Ζαχά, Ζωή Κουρούκλη, Αλέκα Κανελλίδου κ.α. Οι ορχήστρες [που μεσουρανούν]: Γιάννη Σπάρτακου, Γεράσιμου Λαβράνου, με τους αδελφούς του Νίκο και Γιώργο, Μανώλη Μικέλη, Λεβ, Γιώργου Μουζάκη, Λούκας, Γιώργου Κατσαρού κ.α. Μια αξιόλογη συμβολή στην τζαζ ήταν η συμμετοχή ορισμένων μουσικών στον διαγωνισμό που διοργανώθηκε από το ραδιοπρόγραμμα Μουσική ΗΠΑ, το 1961. Έλαβαν μέρος ο Μίμης Πλέσσας, ο οποίος και βραβεύτηκε, ο Ανδρέας Οικονόμου και ο Γιάννης Ζόρμπας.

Jo-Ba-Sa + ΦλωρίδηςΌλη αυτή η κίνηση που είχε αυξηθεί στη δεκαετία του ’60, γίνεται συνήθως γύρω από μια εύληπτη, ρυθμική τζαζ με επίκεντρο τα νυχτερινά κέντρα, τα ξενοδοχεία, τα αναψυκτήρια και πολύ σπάνια τις αίθουσες συναυλιών. Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι οι ίδιοι, εκτός από την τζαζ, είχαν συμμετοχή στο ελαφρό και το λαϊκό τραγούδι, στην κινηματογραφική μουσική, τις επιθεωρήσεις, τις θεατρικές παραστάσεις και ποικίλα θεάματα. Η εγχώρια σκηνή δεν είναι ακόμη έτοιμη να προσφέρει πρωτότυπες ιδέες, τουλάχιστον σε ηχογραφήσεις, ούτε έχει εξοικειωθεί με τις νέες τάσεις της μοντέρνας τζαζ. Το ύφος του μπίμποπ και της Δυτικής Ακτής έχει περιορισμένη επίδραση ενώ απουσιάζουν το Τρίτο Ρεύμα, η φρη τζαζ, το πρώτο ατμοσφαιρικό τζαζ-ροκ και φιούζιον.

Εκτός από την Αθήνα παρατηρείται μια ιδιαίτερη κίνηση και στη Θεσσαλονίκη. Το λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό Διαγώνιος δημοσιεύει τακτικά από το 1960 άρθρα του Σάκη Παπαδημητρίου για την ιστορία της τζαζ. Τα κείμενα αυτά συμπληρώνονται και με άλλες πληροφορίες και αποτελούν το πρώτο βιβλίο για την τζαζ στην ελληνική γλώσσα με τον τίτλο Εισαγωγή στην τζαζ, το 1963 [3]. Ο ίδιος παίζει πιάνο, δίνει διαλέξεις, δημιουργεί ένα τρίο [Jo-Ba-Sa] με το οποίο πραγματοποιεί τις πρώτες συναυλίες το 1963 και τέλη του 1972 ιδρύει την Λέσχη Τζαζ στο εντευκτήριο της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας "Τέχνη".

Συναυλίες που ξεχώρισαν σ’ αυτήν την περίοδο. Ο Dizzy Gillespie με μεγάλη ορχήστρα εμφανίζεται στην Αθήνα τον Μάιο του 1956. Η ηχογράφηση τελικά πήρε τη μορφή του δίσκου Dizzy in Greece [4] με εξώφυλλο τον τρομπετίστα να ποζάρει στην Ακρόπολη φορώντας τη στολή του τσολιά! Ο Louis Armstrong με σεξτέτο και την τραγουδίστρια Velina Middleton ήρθε τον Απρίλιο του 1959. Ακολουθεί τον Ιανουάριο του 1960 ο Red Nichols and His Five Pennies. Τον Απρίλιο του 1963 μία συναυλία-σοκ με τον γερμανό τρομπονίστα Albert Mangelsdorff, πρώτη επαφή του κοινού με φρη τζαζ επί σκηνής. Η Indiana University Big Band επισκέπτεται την Ελλάδα και δίνει συναυλίες σε μεγάλες αίθουσες προσελκύοντας τη νέα γενιά. Ένας από τους σολίστ, ο νεαρός τρομπετίστας Randy Brecker. Το 1965 ένα δεύτερο πρωτοποριακό γερμανικό σύνολο με τον Gunter Hampel, τον Alexander von Schlippenbach, τον Manfred Schoof και άλλους. Σημαντική εμφάνιση το καλοκαίρι του 1967 του κουαρτέτου Stan Getz με τον Chick Corea.

Dizzy in GreeceΗ Χούντα ανέκοψε βίαια την πνευματική και καλλιτεχνική αναγέννηση της δεκαετίας του ’60 και επέβαλλε μια αισθητική κακού γούστου και εθνικοπατριωτικών εξάρσεων. Επιβλήθηκε λογοκρισία στις εκδόσεις βιβλίων, περιοδικών, εφημερίδων και δίσκων καθώς και απαγόρευση δημόσιων συγκεντρώσεων και εκδηλώσεων. Τα συνθήματα των στρατιωτικών: Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών και Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας το καθεστώς έδωσε ένα καίριο πλήγμα στον πολιτισμό και τις τέχνες. Η τζαζ, έτσι κι αλλιώς, είχε ήδη χτυπηθεί από την κυριαρχία του ροκ και της ποπ, ενώ το λαϊκό τραγούδι της εποχής επικρατούσε πλήρως ως τρόπος έντονης έως βάρβαρης διασκέδασης και φυγής από την καθημερινότητα και τους περιορισμούς της εξουσίας. Το Ινστιτούτο Γκαίτε συνεισέφερε στην αντίσταση των πνευματικών ανθρώπων διοργανώνοντας αρκετές συναυλίες γερμανικών σχημάτων, προωθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο την ευρωπαϊκή σκηνή της τζαζ η οποία θα διαμορφωνόταν ισχυρότερη τις επόμενες δεκαετίες.

Παραπομπές

[1] 1922: Οι πρώτες ελληνικές συνθέσεις με επιρροές από την τζαζ είναι ήδη γεγονός, όπως τα "κοντά  φουστάνια" του Θεόφραστου Σακελλαρίδη γραμμένο σε Ragtime και "η βασίλισσα του  foxtrot" του Ιωσήφ Ριτσιάρδη. [πηγή: MusicHeaven]

[2] Κομνηνός Δ. Ιωάννης [πηγή: Εικονικό μουσείο αρχείου Κουνάδη]

[3] στοιχεία για την ιστορία της jazz στη Θεσσαλονίκη [πηγή: Δισκορυχείον]

[4] Dizzy in Greece [πηγή: Wikipedia]

Το παραπάνω ενδελεχές κείμενο του Σάκη Παπαδημητρίου δημοσιεύτηκε στην αγγλική γλώσσα στον τόμο HISTORY OF EUROPEAN JAZZ [Equinox Publishing 2018] με επιμελητές τους Francesco Martinelli και Alyn Shipton, ο οποίος πρωτοπαρουσιάστηκε στην Λισαβόνα στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο για την Τζαζ στις 15 Σεπτεμβρίου 2018. Στο σύνολό του το βιβλίο αυτό είναι μια εμβριθής μελέτη για την ιστορία της τζαζ στην Ευρώπη, που απλώνεται σε 750 τυπωμένες σελίδες με 250 φωτογραφίες και 40 άρθρα από 45 συνολικά συγγραφείς - μελετητές.

για την αντιγραφή [παραπομπές και λίγα σχόλια]
Κώστας Γ. Καρδερίνης