Tρεις καρτ-ποστάλ από το Λονδίνο
Love Is All, Tilly And The Wall, Trembling Blue Stars
Λένε ότι στο Λονδίνο βρέχει σχεδόν πάντα, ότι είναι μια πανάκριβη πόλη, ότι δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου πράσινο και ότι οι κάτοικοι είναι πάντα σκυθρωποί και εκνευρισμένοι. Προσωπικά, το πέτυχα με καιρό που απαιτούσε κοντομάνικο, ξόδεψα ώρες σε δισκάδικα όπου όλα τα cds έκαναν 3 λίρες και τα dvds μόλις 5, περιπλανήθηκα στο αχανές και καταπράσινο Hyde Park που μοιάζει σαν επίγειος παράδεισος, και διαπίστωσα ότι ακόμα και οι αυστηρότεροι Λονδρέζοι φοράνε το καλύτερο χαμόγελό τους όταν τούς δει λίγος ήλιος. Υπάρχουν βέβαια και μερικοί μύθοι που δύσκολα καταρρίπτονται, όπως, για παράδειγμα, η εμμονή των Άγγλων (και όλων των Ευρωπαίων εκτός από μας, για να είμαστε και ακριβέστεροι) να κλείνουν τα πάντα γύρω στις 11 με 12 το βράδυ (το πολύ), με αποτέλεσμα αν θες να διασκεδάσεις μετά τα μεσάνυχτα να είσαι αναγκασμένος να πας σε κάποιο μεγάλο club. Έτσι, όταν τελείωσε η συναυλία των Tilly And The Wall και των Love Is All και κοίταξα το ρολόι και δεν ήταν καν 11, δεν μπορούσα παρά να χαμογελάσω όταν θυμήθηκα ότι, για παράδειγμα, στο Aν Club πολύ σπάνια είχα πετύχει συναυλία που να αρχίσει πριν τις 11.30 (κι όταν είχε συμβεί το αντίθετο, ήταν γιατί μετά θα έπρεπε να δουλέψει σαν ρεμπετάδικο).
Για να αρχίσουμε από τα λιγότερο και να προχωρήσουμε στα περισσότερο ενδιαφέροντα, η πρώτη μας καρτ-ποστάλ αφορά τους Love Is All, ένα ανερχόμενο πενταμελές συγκρότημα από τη Σουηδία, τούς οποίους και πετύχαμε στα μέσα του Σεπτέμβρη σε μια πανεπιστημιακή εστία κάπου στις όχθες του Τάμεση, στα πλαίσια ενός φεστιβάλ που οργάνωναν οι ισλανδικές αερογραμμές. Ο συναυλιακός χώρος ήταν στον πέμπτο όροφο ενός κτηρίου με χαλασμένο ασανσέρ (!$%@*!), αλλά τουλάχιστον στο τέλος κάθε σκάλας σε περίμενε κάποιος να σου δώσει flyers, κονκάρδες ή αυτοκόλλητα (μόνο ο Ραουζαίος έλειπε). Θυμίζοντας το παλιό καλό Ρόδον, ο χώρος γέμισε γρήγορα - υπήρχε κάμποσο στριμωξίδι αλλά όχι σε σημείο δυσφορίας, αν και μόλις βγήκαν οι Love Is All, ο κόσμος είχε μάλλον αραιώσει, κάτι που είτε σημαίνει ότι πολλοί είχαν έρθει μόνο για τους Tilly And The Wall, είτε προνόησαν έγκαιρα να πάνε για φαγητό μιας και, όπως είπαμε, μετά τις 11 η ώρα η μόνη επιλογή για δείπνο θα ήταν κανένα κουτί τσιπς από κάποιο ανοιχτό βενζινάδικο.
Αυτούς που αποφάσισαν να αγνοήσουν τους Love Is All, δεν μπορώ να τους αδικήσω και πολύ. Πρόκειται για ένα σχήμα που έχει ένα σημαντικό ατού: έναν εκπληκτικό κιθαρίστα με τη στόφα του σταρ (έχει το πλήρες "πακέτο", που θα έλεγαν και οι κριτικές επιτροπές των απανταχού realities) και εξαιρετική φωνή. Η rhythm section ήταν γεροδεμένη και κάτι πολύ περισσότερο από ικανοποιητική. Ωστόσο, οι Love Is All έχουν και δύο μεγάλες πληγές: α) μια εκνευριστική τραγουδίστρια που μιμείται απροκάλυπτα την Bjork αλλά καταλήγει να ακούγεται σαν κακιά πεθερά και β) ένα μόνιμο μέλος που παίζει σαξόφωνο - κάτι που σημαίνει ότι έχουν αναγκαστικά σαξόφωνο σε ΟΛΑ τους τα κομμάτια. Με τρεις διορθωτικές κινήσεις (άμεση εκδίωξη της τραγουδίστριας και του σαξοφωνίστα, καθώς και προαγωγή του κιθαρίστα από τα δεύτερα φωνητικά στα πρώτα), θα είχαμε ένα εντυπωσιακό power trio, όπως είναι τώρα όμως, οι Love Is All είναι μάλλον αδιάφοροι προς κουραστικοί, παρόλο που διαθέτουν μερικά καλά τραγούδια (με διάσπαρτα emo και post-rock στοιχεία) που μπορούν να σε πιάσουν με την πρώτη. Με μια πρόταση: δε θα αγόραζα το cd τους παρά μόνο αν το έβρισκα από 3 ευρώ και κάτω, αλλά θα έχω το νου μου για τυχόν σόλο καριέρα του κιθαρίστα.
Οι Tilly And The Wall που προηγήθηκαν ήταν σαφώς πιο ενδιαφέροντες, όχι τόσο επειδή έχουν καλύτερες συνθέσεις, αλλά κυρίως γιατί έχουν μια αστείρευτη party-διάθεση και τόσο λαμπερή σκηνική παρουσία που μπορούν να σε συμπαρασύρουν με την υπερενεργητική τους, επιτηδευμένα "τρελή" (με την καλή έννοια) και γλυκερή pop άποψη. Η εικόνα είναι ως εξής: ένας τύπος στα αριστερά παίζει κιθάρα, κι ένας στα δεξιά παίζει keyboards. Στη μέση είναι τρεις εντυπωσιακές κοπέλες, από τις οποίες: η μία τραγουδάει, και πού και πού (σπάνια) πιάνει μια κιθάρα ή ένα μπάσο. Η δεύτερη χοροπηδάει, και όταν το θυμάται, κάνει δεύτερα φωνητικά. Η τρίτη, απλώς χοροπηδάει, σκέτο. Ίσως πρόκειται για τη μπάντα με τα πιο αχρείαστα μέλη στη σύνθεση της, αλλά και πάλι, οι δύο κοπέλες που ουσιαστικά δεν κάνουν τίποτα, έχουν αναγάγει το χοροπηδητό που λέγαμε σε επιστήμη: αυτό που κάνουν λέγεται lap-dancing, και συμβάλλει στον ήχο του συγκροτήματος εν ίδει percussion (έχουν μικρόφωνα κοντά στα πόδια τους)! Εννοείται ότι όλα αυτά χάνονται όταν ακούει κανείς το cd τους, το οποίο είναι απλά ένα μέτριο προς ευχάριστο pop album. Mε μία πρόταση: δε νομίζω να μπω στον κόπο να μάθω τα κομμάτια τους, αλλά αυτό δε θα με εμποδίσει ούτε στο ελάχιστο να περάσω καλά σε μια επόμενη συναυλία τους.
Η τρίτη μας καρτ-ποστάλ αφορά τους Trembling Blue Stars, oι οποίοι, έπειτα από κάποιες απογοητευτικές ζωντανές εμφανίσεις στην Αμερική, είπαν οριστικά και αμετάκλητα να μην ξανακάνουν live. Εννοείται ότι αυτό δε θα μπορούσε να σταθεί ως σοβαρό εμπόδιο για κάποιον που έχει αποφασίσει ότι πρέπει πάσει θυσία να τους δει ζωντανά (δηλ. εμένα), κι έτσι, παρόλο που δεν τούς είδα επί σκηνής να παίζουν, τουλάχιστον τούς συνάντησα σε μια pub και είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Bob Wratten (τον βασικό τους συνθέτη και τραγουδιστή) και την Beth Arzy (μέλος των Trembling Blue Stars από την εποχή του "Alive To Every Smile" album, το 2001). Η pub που είχαν διαλέξει ήταν απέναντι από την είσοδο για το Kensington Gardens, ένα σημείο μέσα στο Hyde Park που η Beth σπεύδει να χαρακτηρίσει ως "το ομορφότερο μέρος στη γη", κάτι που αποτυπώθηκε και στο ομώνυμο κομμάτι που έκλεινε το πιο πρόσφατο album τους "The Seven Autumn Flowers" (2004).
α) Οι ειδήσεις: Oι Trembling Blue Stars ετοιμάζουν νέο δίσκο με τίτλο "The Last Holy Writer", ο οποίος θα βγει κατά πάσα πιθανότητα στις αρχές του 2007, με ένα single / EP να έχει προηγηθεί γύρω στα Χριστούγεννα. Σύμφωνα με τη γνωστή τακτική συνεχούς εμπορικής αυτοκτονίας που ο Bobby ακολουθεί ευλαβικά εδώ και 18 χρόνια, τα κομμάτια του EP δε θα υπάρχουν στο album. Το "The Last Holy Writer" θα είναι το τελευταίο album των Trembling Blue Stars (το ξέρω ότι σας το πέταξα απότομα, αλλά κι εμένα κεραμίδα μού ήρθε). Μετά από αυτό, ο Bobby σκοπεύει να αποσυρθεί ήσυχα, και να περάσει τα επόμενα χρόνια ακούγοντας μουσική, μιας και αγοράζει περισσότερα από όσα προλαβαίνει να ακούσει, με αποτέλεσμα να έχει μαζευτεί στο σπίτι του μπόλικο stock ανεξερεύνητης μουσικής (πχ την επόμενη της συνάντησής μας είχε σκοπό να κατέβει στην Oxford Street για να πάρει το νέο album των Yo La Tengo).
β) Τα νέα κομμάτια: Το Mic είναι στην ευχάριστη θέση να σας παρουσιάσει ένα αποκλειστικό preview τεσσάρων εκ των νέων κομματιών του group: το "Idyllwild" είναι μια νοσταλγική και ταξιδιάρικη pop σύνθεση, με εξαίσια φωνητικά από την Beth και ένα αέρινο, γλυκόπικρο ρεφραίν - ύμνος στην αιώνια νεότητα. Το "The Tenth Of Always" είναι πιο σκυθρωπό και ενδοσκοπικό, με το ένα μάτι στραμμένο στις κλασικές μελαγχολικές στιγμές του συγκροτήματος και με το άλλο να επανεξετάζει τις πιο πειραματικές φόρμες των The Occasional Keepers, του side-project δηλαδή στο οποίο συμμετέχει ο Bobby μαζί με τον Ceasar των The Wake. Το "Sacred Music" είναι με μια λέξη μαγικό (θα είναι μεγάλη έκπληξη αν αυτό ΔΕΝ είναι το καλύτερο τραγούδι του album), ένα υπεραισθαντικό πεντάλεπτο από όπου η συνθετική ευστροφία του Bobby ξεχειλίζει από όλες τις μεριές, ενώ ο περιβόητος Ian Catt (γνωστότερος ως ο παραγωγός των Saint Etienne) έχει κάνει θαύματα στην παραγωγή, έχοντας προσθέσει και ένα μαγευτικό string section. Tέλος, το "This Once Was An Island", βρίσκει το group στις πιο πειραματικές του διαθέσεις, σε ένα ηλεκτρονικό κομμάτι με δραματικές εναλλαγές εικόνων που θα ζήλευαν έντονα οι New Order ή ακόμα και οι Pet Shop Boys. Aς σημειώσουμε εδώ ότι οι Trembling Blue Stars έχουν ηχογραφήσει και μια διασκευή στο "Coming Up For Air" του Grant McLennan για το επερχόμενο tribute. Είναι η μοναδική διασκευή που υπάρχει κάτω από το όνομα των Trembling Blue Stars, μιας και ο Bobby δεν πολυψήνεται γενικά με την ιδέα των διασκευών, αλλά εδώ έκανε μια εξαίρεση, μιας και η μουσική του McLennan σήμαινε ανέκαθεν πολλά για εκείνον. H εκδοχή τους στο "Coming Up For Air" αντανακλά αυτήν την αγάπη, παράγοντας ένα ερεθιστικό τετράλεπτο που μοιάζει με ό,τι καλύτερο θα μπορούσαν να μάς δώσουν οι σημερινοί Mojave 3.
γ) Η γνώμη του αδερφού μου: Κι επειδή, ως γνωστόν, δεν είμαι ο πιο αντικειμενικός κριτής σε ό,τι αφορά τη μουσική των Trembling Blue Stars, θα σας καταγράψω τις αντιδράσεις του αδερφού μου ο οποίος έτυχε να βρίσκεται παρών κατά την ακρόαση των νέων κομματιών. Ο αδερφός μου είναι γύρω στα 40, στέκεται παγερά αδιάφορος απέναντι στην ξένη μουσική, αλλά μπορεί να αναγνωρίσει ένα όμορφο τραγούδι όταν το ακούσει. "Αυτά είναι τα παιδιά που συνάντησες;" μου λέει, "ναι" του απαντάω, "ρε συ, αυτοί είναι πολύ ωραίοι!" μου αποκρίνεται, "το ξέρω!" του κάνω, "καλά, και δεν είναι γνωστοί;" με ρωτάει, "είναι γνωστοί σε κάποιους μικρούς κύκλους" του απαντάω διπλωματικά, "πώς και δεν τούς παίζει το ραδιόφωνο;" απορεί με συγκινητική αθωότητα, "υπάρχουν πολλά ωραία πράγματα που δεν παίζονται από το ραδιόφωνο..." αποκρίνομαι με έναν αναστεναγμό. Το επόμενο μεσημέρι που είχαμε βγει να φάμε, μού σιγοψυθίριζε το ρεφραίν του "Idyllwild". Είναι κι αυτό μια μορφή δικαίωσης: το "Idyllwild" δε θα παιχτεί από κανένα ραδιόφωνο, αλλά τουλάχιστον μπόρεσε να κολλήσει στο κεφάλι κάποιου που είναι εκτός οποιουδήποτε μουσικού κυκλώματος. Ο Bobby θα ήταν περήφανος.
δ) Oι Trembling στην pub: Δεν πίνουν, δεν καπνίζουν, είναι χορτοφάγοι. Μού διηγούνται την περιοδεία τους στην Αμερική στα χρόνια όπου είχαν υπογράψει με την Sub Pop, και μού λένε γελώντας ότι ο οδηγός του φορτηγού, συνηθισμένος στις καφρίλες των Mudhoney, των Thermals ή των The Catheters, τούς είχε πει ότι είναι η πιο βαρετή μπάντα με την οποία έχει ταξιδέψει ποτέ. Η Beth πειράζει τον Bobby ότι το "Never Loved You More" μοιάζει με το "Fade Into You" των Mazzy Star, κι εγώ του λέω ότι τα εξώφυλλά τους - και ειδικά αυτά των Field Mice - είναι γενικώς απαράδεκτα. O Bobby είναι ντροπαλός και κοιτάει συχνά κάτω, αλλά όταν μιλάει για τη μουσική του, το πρόσωπό του φωτίζεται ολόκληρο και φανερώνει την εικόνα ενός ανθρώπου ευτυχισμένου που έχει τουλάχιστον το χάρισμα να εκφράζεται μέσα από την τέχνη του. Κατά το τρίτο περίπου sparkling water που είχε παραγγείλει, μού λέει ότι δε θα υπάρξει άλλο album των Trembling Blue Stars μετά από το επόμενο, κι εκεί χρειάζομαι ένα ακόμα τζιν. Δηλώνει μάλλον απογοητευμένος που δεν είναι ευρύτερα γνωστός. Κάποια στιγμή, το φλας μιας φωτογραφικής μηχανής αστράφτει μέσα στην pub, και αναρωτιέμαι μισοαστεία - μισοσοβαρά αν κάποιος fan τον αναγνώρισε και τον φωτογράφισε. Τού το λέω, και ξεκαρδίζεται στα γέλια... "μπα, όχι!... η φήμη μου δεν έχει φτάσει ακόμα ως εκεί!..."
ε) Check-in: Το αεροδρόμιο του Gatwick είναι σαν το παλιό δικό μας αεροδρόμιο του Ελληνικού (δηλ. το απόλυτο χάος). Για κάποιο λόγο, οι Άγγλοι έχουν εξισώσει τα αυξημένα μέτρα ασφαλείας με αυξημένη ταλαιπωρία των επιβατών, κι έτσι υπάρχει μία και μόνο ουρά για όλες τις πτήσεις. Μια φωνή από το μεγάφωνο σε προειδοποιεί για τα πράγματα που απαγορεύεται να έχεις μαζί σου στο αεροπλάνο, μέσα σε αυτά και οι αναπτήρες. (Μετά την πτήση, συνειδητοποίησα ότι είχα εν αγνοία μου όχι έναν, αλλά δύο αναπτήρες ξεχασμένους μέσα σε μια πλαϊνή τσέπη, και δε χτύπησε ούτε το παραμικρό καμπανάκι στον κατά τα άλλα εντατικό έλεγχο ασφαλείας). Μια τυπική ξενέρωτη Αγγλίδα μου είπε να βάλω τη τσάντα που είχα στον ώμο μου σε ένα κουτί για να δει αν χωράει, αλλιώς θα έπρεπε να την κάνω κι αυτή check-in μαζί με τη βαλίτσα. Η τσάντα ήταν παραγεμισμένη με cds και δε χώραγε, της λέω "come on!", μού λέει "no way!", ανοίγω την τσάντα, βγάζω το cd με τα νέα κομμάτια των Trembling και της λέω, ok, πάρε την τσάντα, αλλά αυτό το cd θα το πάρω στο αεροπλάνο μαζί μου.