Trembling Blue Stars

Bluer than blue

Aν ήταν να οριστεί ένα σημείο αφετηρίας στη μουσική πορεία του Bobby Wratten, τότε η καταλληλότερη επιλογή θα ήταν ενδεχομένως η μέρα που αποφάσισε να στείλει το πρώτο demo του στην ανεξάρτητη ετικέτα Sarah Records που είχε τότε έδρα το Bristol. Η κασέτα είχε συνοδευτεί με ένα απίστευτα ευγενικό γράμμα που έδινε λίγες πληροφορίες για το συγκρότημά του, το οποίο έφερε το παράξενο όνομα Field Mice.

Η Sarah Records ήταν ένα label που ειδικευόταν στην pop μουσική, με ιδιαίτερη αδυναμία σε ο,τιδήποτε χαρωπό, γοητευτικά αφελές και απροκάλυπτα ευαίσθητο, ή για να το πούμε και με τη σωστή λέξη, σε ο,τιδήποτε που μπορούσε να χαρακτηριστεί "twee". Πέρα από αυτό, οι ιδιοκτήτες της είχαν και δύο απώτερους σκοπούς: ο πρώτος ήταν να κάνουν το απόλυτο "pop statement", δημιουργώντας έναν δυνατό κατάλογο από singles και σταματώντας στο νούμερο 100, πάνω στο καλύτερο σημείο της πορείας τους. Ο δεύτερος ήταν να δείξουν ότι μια ανεξάρτητη ετικέτα μπορούσε να σταθεί μέσα στη μουσική βιομηχανία και να επιζήσει με τους δικούς της όρους. Και οι δύο στόχοι επιτεύχθηκαν πλήρως: το 100ο single της Sarah ήταν και το κύκνειο άσμα της, κάπου στα μισά του 1995, ενώ η φήμη της ετικέτας χτύπησε αξιοζήλευτα επίπεδα, έχοντας χιλιάδες ορκισμένους οπαδούς, σκορπισμένους σε όλες τις γωνιές του κόσμου.

Her HandwrightingΣε αυτό συνέβαλαν σε πολύ σημαντικό βαθμό οι Field Mice, οι οποίοι υπήρξαν, μαζί με τους Heavenly, το σήμα-κατατεθέν της Sarah. Αν και το group είχε διάρκεια μόλις τρία χρόνια, άφησε πίσω του μια μεγάλη δισκογραφία, γεμάτη από λαμπερά τραγούδια, πολλές φορές αισιόδοξα, κατά κύριο λόγο, όμως, μελαγχολικά και γραμμένα με μια ακατάπαυστα ονειρική διάθεση. Το κομμάτι που έμελλε να γίνει το "anthem" τους, το κλασικό πλέον single "Sensitive", φανερώνει τις διαθέσεις του Bobby Wratten με τον ιδανικότερο τρόπο: "Αν ο ήλιος που δύει με κάνει και κλαίω / γιατί δε θα'πρεπε να μου αρέσει ο τρόπος που είμαι;"...

Υπερασπιζόμενος, έτσι, το δικαίωμά του να είναι ευαίσθητος, ο Wratten δεν έβαλε ποτέ κανένα όριο στο πώς θα βγάλει προς τα έξω τα προσωπικά του βιώματα και τις επιθυμίες του. Με αυτήν την έννοια, οι δίσκοι του ακούγονται σαν ημερολόγια, καθώς αντανακλούν τα συναισθηματικά του σκαμπανεβάσματα. Αυτό που λαμβάνει ο ακροατής δεν είναι βέβαια μια κλειδαρότρυπα από την οποία μπορεί να δει την προσωπική ζωή ενός δημιουργού, αλλά έναν καθρέφτη στον οποίο μπορεί να δει τα δικά του συναισθήματα, έτσι όπως τα εκφράζει κάποιος άλλος. Κι αυτό που πετυχαίνει ο Wratten είναι ότι καταφέρνει να εκφράσει ένα χιλιοειπωμένο θέμα (όπως για παράδειγμα τον ερωτικό ενθουσιασμό ή την απογοήτευση της απόρριψης) ντύνοντάς το με τέτοια λυρικά χρώματα και με τόση ποιητικότητα που καταφέρνει να αγγίξει το δέκτη του άμεσα και ουσιαστικά. Για κάποιους είναι υπερβολικά μελιστάλαχτος, και αυτό είναι κατανοητό. Για κάποιους άλλους όμως, είναι ένας από τους αυθεντικότερους singers / songwriters των 15 τελευταίων χρόνων, ένα ταλέντο που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με εκείνο, για παράδειγμα, ενός Mark Kozelek (Red House Painters).

Τώρα, το γιατί μετά από τόσα χρόνια συνεχούς παρουσίας ο Wratten δεν έχει καταφέρει να θεωρείται τόσο επιδραστικός ή τόσο σημαντικός όσο ο Kozelek, βρίσκει την εξήγησή του καταρχήν στο γεγονός ότι ένα υπολογίσιμο μέρος των συνθέσεων του Wratten ανήκει στο αμιγώς pop ιδίωμα, κάτι που κάνει πολλούς από τους πιουρίστες της alternative σκηνής να τον κατατάξουν στην "άλλη πλευρά". Ακόμα όμως κι αν όλοι ήταν πρόθυμοι να τού συγχωρέσουν ότι υπέγραψε μια μελωδία τόσο ανάλαφρη όσο το "Kiss And Make Up" (μια διασκευή του οποίου υπήρξε το δεύτερο single των Saint Etienne), ή ένα αμιγώς χορευτικό κομμάτι σαν το "Missing The Moon", ο βασικός λόγος που ο Wratten δεν έχει περάσει ποτέ στο προσκήνιο είναι πολύ απλά διότι αυτή είναι η επιλογή του. Το όνομά του δεν υπάρχει σε κανένα δίσκο του, αγνοεί αυτό που οι δισκογραφικές ονομάζουν marketing και ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, εκπλήσσεται ευχάριστα όταν αντιλαμβάνεται ότι κάποιος που δεν τον γνωρίζει προσωπικά μπορεί να πάει να αγοράσει κάποιο από τα albums του.

Lips that taste of tearsΗ πρόωρη διάλυση των Field Mice το 1991 έδωσε τη θέση της στη δημιουργία ενός νέου group που ονομάστηκε Northern Picture Library. Κάτω από αυτό το όνομα, ο Wratten παρουσίασε την πιο ambient πλευρά της συνθετικής του πένας, κυκλοφορώντας το album "Alaska" και μερικά EPs, που δίνουν άνετα τον ορισμό για τη λέξη "αιθεροβάμον". Πρόκειται για την αγαπημένη εποχή του ίδιου του Wratten, μιας και οι συνθέσεις εκείνης της περιόδου ήταν όλες αφιερωμένες στη σχέση του με την Annemari Davies, με την οποία ήταν μαζί στο συγκρότημα. Όταν η σχέση αυτή τελείωσε, αναγκαστικά έπρεπε να διαλυθούν και οι Northern Picture Library. Το ημερολόγιο έδειχνε 1995, η Sarah Records είχε κλείσει κι αυτή, και ήταν η κατάλληλη στιγμή όλοι να γυρίσουν σελίδα.

Ο Matt Haynes, συνιδιοκτήτης της Sarah Records, μετακόμισε στο Λονδίνο και ίδρυσε ένα νέο label με το όνομα Shinkansen. Ο Wratten ξεκίνησε ένα solo project, τους Trembling Blue Stars, και άρχισε να δουλεύει πάνω σε ένα νέο album. Οι στίχοι του δε θα μπορούσαν να είναι τίποτα άλλο από επώδυνες αναπολήσεις από τη σχέση του με την Annemari, νοσταλγικές διαδρομείς, συμπλέγματα ενοχής, βασανισμένες σκέψεις και ωραιοποιημένες αναμνήσεις. Το πρώτο single "Abba On The Jukebox", ένα από τα ομορφότερα singles όλων των εποχών, έδωσε το στίγμα: πρόκειται για μια συρραφή από παλιές ευτυχισμένες στιγμές. Ένα ηλιοβασίλεμα, ένα καινούριο κούρεμα, ένας φάρος να ρίχνει το φως του πάνω στο λιμάνι, μια εκδρομή κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν βάλει να ακούσουν ένα κομμάτι των Abba στο jukebox... το single υπήρξε το πρώτο νούμερο στον κατάλογο της Shinkansen, και η αφετηρία μιας συνεργασίας που συνεχίστηκε για πολλά χρόνια.

Ο πρώτος δίσκος των Trembling Blue Stars "Her Handwriting" (1996) μπορεί να θεωρηθεί ως το απόλυτο ζενίθ της δημιουργικής πορείας του Bobby Wratten. Ελεγειακός, λυρικός και ατμοσφαρικός, αποτελεί έναν υπέρκομψο pop δίσκο όπου η θλίψη και η ελπίδα συνυπάρχουν σε ισόποσες δόσεις. Η συνέχεια ήρθε το 1998 με το "Lips That Taste Of Tears", όπου ο τίτλος περιγράφει εύστοχα και το περιεχόμενο, μόνο που εδώ οι συνθέσεις είναι πιο αφηρημένες, με κάποια ambient στοιχεία να παραπέμπουν ελαφρώς στις μέρες των Northern Picture Library. To "Broken By Whispers" του 2000 χαμήλωσε τους τόνους για να προσφέρει μια ακόμα σειρά από διαυγείς, συναισθηματικές μελωδίες, ενώ το "Alive To Every Smile" (2001) υπήρξε ένας αισθητικός θρίαμβος, όπου ο Wratten παρουσίασε το πιο πλουραλιστικό πρόσωπό του, φιλτράροντας μέσα από το χαρακτηριστικό του ύφος διάφορες αναφορές, όπως Felt, The Cure και φυσικά όλα τα προηγούμενα groups του. Οι δύο τελευταίοι αυτοί δίσκοι, μάλιστα, κυκλοφόρησαν στην Αμερική από την Sub Pop, κάτι που σημαίνει και ότι ο Wratten έγινε για κάποια εποχή label mate του (χα!) Mark Kozelek...

Broken By WhispersΕίναι κάπως δύσκολο να καθορίσει κανείς πότε και πώς τα πράγματα πήγαν στραβά, αλλά κάποια στιγμή πριν από ένα χρόνο και κάτι, ο Matt έκλεινε το μηνιαίο newsletter της Shinkansen λέγοντας πως οι Trembling Blue Stars είχαν φύγει από το label, δίχως να δίνει περαιτέρω εξηγήσεις. Η επίσημη εκδοχή είναι πως το group ήθελε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του σε μια ετικέτα που θα τούς πρόσεχε περισσότερο, ενώ υπάρχει και η ανεπίσημη εκδοχή που θέλει τις δύο πλευρές να μην έχουν μόνο καλλιτεχνικές διαφορές (για περισσότερες πληροφορίες θα πρέπει να εντοπίσετε κάποιο κουτσομπολίστικο fanzine, αν υπάρχει κάτι τέτοιο). Στους μήνες που ακολούθησαν, οι Trembling Blue Stars έμειναν χωρίς δισκογραφική στέγη, για να καταλήξουν τελικά στη φιλόξενη Elefant Records, την ισπανική ετικέτα που βρίσκεται επάξια στη λίστα με τα απόλυτα pop labels του πλανήτη, παρέα με την Matinee, την Siesta ή την Shelflife.

Σήμερα οι Trembling Blue Stars αποτελούνται από τον Wratten και την Beth Arzy (από το σχήμα των Aberdeen) και έχουν ήδη ηχογραφήσει τον πέμπτο δίσκο του group ο οποίος αναμένεται μέσα στο φθινόπωρο με τον τίτλο "The Seven Autumn Flowers". Τους Trembling δεν τους προτείνουμε για όλους. Όσοι αποφεύγουν τους μελοδραματισμούς και τις προσωπικές εξομολογήσεις, τότε μπορούν άνετα να αγνοήσουν το group. Αυτές εδώ οι γραμμές είναι για όσους αισθάνονται υπερήφανοι που είναι ευαίσθητοι και πιάνουν τους εαυτούς τους να είναι νοσταλγικοί, συχνά σε αρρωστημένο βαθμό. Για όσους ονειρεύονται με νότες και δακρύζουν ίσως πιο εύκολα από ό,τι θα έπρεπε...