Τζίμης Πανούσης

Τα 20 καλύτερα τραγούδια του

Ο Άρης Καραμπεάζης έπεσε μέσα στο λάκκο με τ' αστεία που ο Τζιμάκος σκάβει από παιδί.

(και των Μουσικών Ταξιαρχιών)


JPΟ Τζίμης Πανούσης δεν ενδιαφέρεται πλέον να γράφει τραγούδια. Μου το είπε κάποιος που τον ξέρει, αλλά εντάξει... δεν ήταν δα και κάτι μυστικό. Ουσιαστικά έχει να κυκλοφορήσει νέο δίσκο από το ηχοαισθητικά απογοητευτικό Vivere Pericolosamente του 1993, δηλαδή μια εικοσαετία γεμάτη, ενώ και το δολίως διαφημισμένο ως νέα δουλειά που δόθηκε με την Real News κάπου μες στη χρονιά φέτος, περιείχε διάφορα σκόρπια, που τα ακούμε χρόνια στα live και γενικώς ήταν κυκλοφορία-παρωδία. Με προβλημάτισαν και τα όσα έγραψε ο Δημήτρης Κάζης πριν μερικούς μήνες σχετικά με το αν και πόσο τελικά έχουμε υπερεκτιμήσει ή παραχαϊδέψει τον Πανούση. Σε κάποια έχει δίκιο, αλλά στα περισσότερα θεωρώ ότι έχει άδικο, και επιπλέον του καταλογίζω και ένα πρίσμα όψιμης πολιτικής ορθότητας (ίσως και αναίτιας ηθικής) μέσα από την οποία αντιμετώπισε τον κωμικό-Πανούση. Κατά τα λοιπά έχω ξαναγράψει ότι με αφορμή τον Τζίμη Πανούση ξεκίνησα να ακούω "σοβαρά" μουσική και επί της ουσίας δεν σταμάτησα να τον ακούω ποτέ. Ενθυμούμενος, δε, τις κασέτες στον σκαραβαίο του Μπαμπά στο δρόμο για τον Έβρο (που τότε ήταν 8 ώρες στο νερό, ειδικά αν είχες σκαραβαίο που δεν είχε νερό για τον έλεγχο της θερμοκρασίας του....), εγκατέστησα πρόσφατα σε μόνιμη βάση στο (υδρόψυκτο) αυτοκίνητο μου ένα MP 3 CD με τα άπαντα του Τζίμη, ώστε να διασφαλίσω ότι και ο δικός μου γιος θα μεγαλώσει με Τζίμη Πανούση. Και έπειτα ας κάνει ό,τι θέλει, δε με νοιάζει. Συνεπώς, ιδού ένας απαραίτητος οδηγός για να μεγαλώσετε κι εσείς σωστά τα παιδιά σας και τα παιδιά των φίλων σας:

20. Ο λάκκος με τα αστεία (Vivere Pericolosamente, 1993)

Τα είπαμε και λίγο πριν για αυτό το δίσκο. Ανέλπιστα αδιάφορος έως κακός, κυρίως από την άποψη της αισθητικής του ήχου που τον χαρακτηρίζει σε όλη τη διάρκεια, η οποία ρέπει προς το πλαστικοποιημένα ψηφιοποιημένο σκυλάδικο, ενώ επιπρόσθετα δεν αρνείται τα εντελώς αχρείαστα τραγούδια και κυρίως δεν εκμεταλλεύεται λεπτό την παρουσία των καλών μουσικών, που έχει και πάλι μαζί του ο Πανούσης (Πάζιος-Αχλαδιώτης), μιας και το βάρβαρο programming του Ορέστη Πλακίδη στα πλήκτρα καταπλακώνει τα πάντα. Φωτεινότατη εξαίρεση το εν λόγω αυτοβιογραφικό τραγούδι, όπου ο Πανούσης επεξηγεί καλύτερα από κάθε τρίτο, το πρόβλημα που δημιουργεί σε όλες τις υπόλοιπες πτυχές της προσωπικότητας του (εν προκειμένω μας ενδιαφέρει αυτή του τραγουδοποιού) ο όντως τεράστιος λάκκος με τα αστεία, που συνεχίζει να σκάβει μέχρι σήμερα, με πάντως μειωμένο βάθος είναι αλήθεια.

19. Το βουνό της Αφροδίτης (Χημεία και Τέρατα, 1987)

Από αυτό το δίσκο και μετά η μουσική υπόσταση του Πανούση μπασταρδεύεται επικίνδυνα και χάνει την -ούτως ή άλλως άνιση- μάχη, την οποία εξ αρχής επεδίωξε και με τις Μουσικές Ταξιαρχίες, και που αυθαίρετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σύγκρουση της ελληνικής λαϊκο-παραδοσιακής μουσικής με ό,τι δυτικό (το οποίο ο Πανούσης έγκαιρα εκμεταλλεύτηκε όσο και λοιδώρησε, ο συντηρητισμός που του απέδωσε το Κάζης, όντως υπάρχει σε ψήγματα του χιούμορ και των ενορχηστρώσεων του από νωρίς). Το εν λόγω τραγούδι το θυμάμαι σε μία παρουσίαση στην ελληνική έκδοση του περιοδικού Vox (ή μήπως κάνω λάθος;), σε κύκλο τραγουδιών γύρω από το... αιδοίο, όπου ορθά επισημαίνεται ότι ο Πανούσης σε κάποια φάση συνειδητοποιεί ότι πάει να γράψει αριστούργημα και αμέσως.... το γυρνάει στην πλάκα. Είχε απόλυτο δίκιο ο συντάκτης (ξεχνάω δυστυχώς ποιος). Το πρώτο μέρος είναι αδιάφορο, αλλά σε μπάζει στο κλίμα. Από το 01':00'' και για.... ένα ολόκληρο λεπτό καθαρίζει με το αριστούργημα και μετά και μέχρι το τέλος το ρίχνει στην πλάκα ( η οποία δεν είναι και τόσο άσχημη μες στην faux retro πινελιά της).

18. Η αυτοκρατορία των αισθήσεων (Disco Tsoutsouni, 1987)

Με δομή που ακολουθεί, αλλά δεν φτάνει τα μεγαλεία του, το τραγούδι που έδωσε τον τίτλο του στην πρώτη κυκλοφορία των Ταξιαρχιών (σε κασέτα αρχικά, σε CD αργότερα με κάποιο βιβλίο του Πανούση, μετά με τη Real News και φέτος και σε βινύλιο), τοποθετεί έγκαιρα -αλλά και κάπως πρόχειρα- τον Πανούση στην παράδοση των (και) σατιρικών τραγουδοποιών τύπου Λογό(θέτης), Ανδρεάδης, Πουλικάκος της φάσης"πολύ ωραίο στυλ " κλπ, ακόμη και σε αυτά του Χαρυ Κλυν που έχει γράψει ουκ ολίγα αριστουργηματάκια στο είδος και γιατί όχι και του Μαρίνου. Που αν με ρωτήσετε μια χαρά τραγουδιστική παράδοση είναι και αν σκεφτούμε ότι από αυτή άντλησαν μεταξύ άλλων και τα Ημισκούμπρια πολύ αργότερα, θα την βρούμε ακόμη καλύτερη. "To Disco Tsoutsouni είναι ένα CD που το 'φχαριστιέσαι παρότι τα κομμάτια δεν είναι όλα του ίδιου επιπέδου", έγραψε με αφορμή την εφημεριδιακή του επανακυκλοφορία ο Φώντας Τρούσσας και προσυπογράφω απόλυτα. Με έμφαση στο "το 'φχαριστιέσαι" διότι αυτό κυρίως συμβαίνει. Μέχρι το κανονικό ντεμπούτο οι Μουσικές Ταξιαρχίες θα έχουν κάνει μεγάλα άλματα (ενώ αντίθετα οι Ερυθρές θα είχαν εν πολλοίς... ατονήσει).

17. Αχ Ευρώπη (Hardcore Live, 1985)

Τον εν λόγω δίσκο τον έχω σπίτι μου από τότε που κυκλοφόρησε. Μέχρι σήμερα. Δηλαδή από τα 7 μέχρι τα 35 μου. Αρχικά το εξώφυλλο του - με τον Πανούση να φοράει σουτιέν και μάλιστα ικανοποιητικού μεγέθους- με έκανε να αισθάνομαι άβολα, μετά να αισθάνομαι μάγκας που το έχω, μετά ξανά άβολα, μετά αδιάφορα και πλέον συναισθάνομαι και μια σχετική συλλεκτική αξία (για το δίσκο, όχι το σουτιέν). Το Αχ Ευρώπη είναι από τα πιο γνωστά τραγούδια του Πανούση και είναι ηχογραφημένο μόνο ζωντανά. Το έχω και σε εκτέλεση από άλλο live, αλλά τώρα δεν μπορώ να θυμηθώ που. Με λίγο περισσότερη έμφαση στα ωραία πλαστικά κρουστά, αλλά χωρίς τα 'μαλάκα/μαλάκα' κλπ του τέλους, που το απογειώνουν. Και πάλι αν το κοιτάξεις από σήμερα προς τα πίσω, μοιάζει λίγο φοβικό, συντηρητικό και ελληναράδικο, αλλά με τον Πανούση ποτέ δεν ξέρεις σε ποιον ακριβώς κάνει την πλάκα, και αυτό το θεωρώ μεγάλο του προσόν (εν αντιθέσει με τον Λαζόπουλο, που πάντα στοχοποιεί με ανήθικο τρόπο). Από τις λέξεις 1.new wave 2.jazz 3.rock 4.sex 5.drugs 6.rock 'n' roll όταν το πρωτάκουσα δεν ήξερα και δεν είχα δοκιμάσει τίποτε και κατά σειρά εμφανίσεως έμαθα (το αφήνω έτσι... αόριστο, που λέει και ο Πανούσης) το 6 και το 3, το 2, το 1, το 5 και τελευταίο και καταϊδρωμένο στην κυριολεξία το 4. Ενώ κάπου ενδιάμεσα συνειδητοποίησα ότι τα 2 και 3 είναι και ενιαίο σύνολο ενίοτε.

16. Αέρα (Κάγκελα Παντού, 1986)

Η μουσική έχει παραδοθεί φουλ στα συνθεσάϊζερ και τα κομπιούτερς ('σηκώστε τα χέρια ψηλά, να μην φαίνεται ότι παίζουμε' 'μαγεία το μικροτσιπ, που να τα παίξει αυτά ο Σούκας' θα έλεγε λίγα χρόνια μετά στα live του). Ολίγον τι διδακτικό το τραγούδι και με κάποιες αναφορές επικαιρότητας, που όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, το ξεθώριασαν, αλλά τα μπασίματα στα δύο κουπλέ με τις 'κατοχηκόπληκτες υστερικές μητέρες' και τους 'τσανακογλύφτες' που πιάσανε τα πόστα, είναι εξαιρετικής δυναμικής, όπως άλλωστε και η φράση 'δέκα σόγια μια κομπόστα', που αν δεν υπάρχει ως δημώδης παροιμία, εγώ αν ήμουν ο Πανούσης θα την κατοχύρωνα. Επιπλέον, όσο προχωράει το τραγούδι το πλαστικό υποχωρεί και στο τέλος υπάρχει και ένα ημι-αληθινό πνευστό, σε στυλ κάτι ανάμεσα σε Clarence Clemons και τρομπέτα γηπέδου, που το κλείνει με υπέροχο τρόπο. Το ακούω πολλές φορές στο αυτοκίνητο, έχοντας πιει λίγο παραπάνω ακριβώς γιατί μεταξύ άλλων εκφράζει ιδανικά την απόλυτη βλακεία του να πίνεις παραπάνω και να οδηγείς.

15. Το παιδί του Σωλήνα (Μουσικές Ταξιαρχίες, 1982)

Μέσα από μουσικά περιοδικά της εποχής των early 80s, που ήμουν 4-5 χρονών όταν είχαν πρωτοκυκλοφορήσει, προσπαθούσα να κατανοήσω κάπου στα 90s ποια τέλος πάντων δυναμική είχαν οι Μουσικές Ταξιαρχίες σε πραγματικό χρόνο, πώς (και αν) εντάχθηκαν πράγματι στο ελληνικό ροκ και πολύ περισσότερο στην ελληνική σκηνή και κυρίως το αν υπήρχε κάποια περίοδος που ο παράγοντας Μουσική υπερτερούσε σε σχέση με τον παράγοντα Αστεία, ως προς τον ίδιο τον Πανούση. Δεν έχω καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα ακόμη (εκδ.: δεν ρώταγες εμάς; Τόσα χρόνια μας ξέρεις). Το εν λόγω σχεδόν ρέγκε τραγούδι βρίσκει πάντως σε μεγάλες φόρμες τόσο την μπάντα (αγγίζει έναν ελληνικό ηλεκτρικό ήχο, που ορθά ακροβατεί ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή), όσο και τον στιχουργό Πανούση, με καίρια χτυπήματα του στυλ "το κόμμα μοιράζει κρατικό οξυγόνο/ τρεις μήνες το χρόνο στα μέλη του μόνο". Επίσης είναι εξαιρετικό δείγμα μη πολιτικής ορθότητας (προτού ανακαλυφθεί ο όρος) το να γράψεις τραγούδι με τον τίτλο 'Το παιδί του Σωλήνα' (και με αντίστοιχο περιεχόμενο) την περίοδο που γίνεται το μπαμ με την τεχνητή γονιμοποίηση και δίνεται επιστημονική λύση σε ένα μεγάλο αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων. Βοήθεια μας.

14. Ο Κάιν ζει (Κάγκελα Παντού, 1986)

Παρότι αποστρέφομαι το ομώνυμο του δίσκου τραγούδι (ίσως και λόγω της υπερ-χρήσης του), το Κάγκελα Παντού βρίσκω ότι είναι από τους πιο "έξυπνους" δίσκους του Πανούση και αν είχε ηχογραφηθεί με τις Μουσικές Ταξιαρχίες θα ήταν ακόμη καλύτερος δίσκος. Οι μάζες και οι χλαπατσοποιημένες αντιδράσεις τους, όσο και η ευκολία με την οποία τις παίρνει με το μέρος της η πασοκολαίλαπα της εποχής, απασχολούν σε όλο το εύρος του δίσκου τον Καλλιτέχνη και αυτό είναι το τραγούδι, που παρά την υπερφόρτωση ρεπορταζιακής επικαιρότητας ('σε γιγαντοαφίσες κορούλα αριστερή' ' ένας Μπέης λίγο ψευδός') δεν αλλοιώνει τα νοήματα του σχεδόν τριάντα χρόνια μετά. Ακόμη μια ωραία ανατρεπτική εικόνα παραπληγικών θεατών με τα κρεβάτια τους που χαζεύουν το θαύμα του Κάιν, χαρίζει στο τραγούδι την ουσία της διαχρονικής του υπόστασης. Λίγο παρακάτω στο δίσκο και το 'Φασμπίντερ και ξερό ψωμί', το οποίο επέλεξα να μην αναφέρω ξεχωριστά, παρότι το θεωρώ από τα καλύτερα τραγούδια του Πανούση, γιατί πλέον τείνω να το χαρακτηρίσω ως μάλλον συντηρητικό στη θέση που παίρνει απέναντι στα πράγματα. Εκτός και αν όντως δεν αντέχουμε τη σάτιρα των πραγμάτων που αγαπάμε (δεν μιλάω για τον Φασμπίντερ).
(με λυπεί το ότι στο www.tzimakos.gr αναφέρεται για τον δίσκο -που ήταν ο πρώτος κάτω από το όνομα Πανούσης σόλο- : "ο Πανούσης παρατάει το ψευδώνυμο "Μουσικές Ταξιαρχίες"... Από πότε τα ροκ συγκροτήματα είναι απλά ψευδώνυμα;)

13. Γαμάτε γιατί χανόμαστε (Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν, 1984)

Ο καλύτερος δίσκος του Πανούση. Από όπου και να το πιάσει κανείς το θέμα, με ανυπέρβλητο εξώφυλλο, συγκρινόμενο μόνο με την συγκλονιστική Χοντρή του ντεμπούτου (κανένα Holy Bible). Και τα 9 τραγούδια θα έπρεπε να είναι στην 20άδα (και τα περισσότερα είναι). Με τη φράση 'Γαμάτε γιατί χανόμαστε' (παρότι την πετσόκοψε στο μπιπ η πράσινη λογοκρισία της εποχής) ο Πανούσης φτιάχνει ισχυρό σλόγκαν, όπως ακριβώς μέχρι τότε έφτιαχνε ο Χάρυ Κλυν και αργότερα θα έφτιαχνε ο Λαζόπουλος και λίγο αργότερα ο Σεφερλής (φθίνει η αισθητική μας ή είναι ιδέα μου;). Το τραγούδι έχει και αυτό έναν ραγκακάτι ρυθμό και χωρίς να είναι κάτι τρομερό μουσικά, εν τούτοις παραμένει και τώρα μια ισχυρή αποτύπωση της Ελλάδας των mid 80s, η οποία μας ακολούθησε για πολλά χρόνια ως είχε τότε, και εν μέρει μας ακολουθεί μέχρι σήμερα. Με το που άκουσα τη φράση 'και το βράδυ στις ταβέρνες/ ρετσίνα και αντάρτικα' ορκίστηκα ότι ποτέ δεν θα ασχοληθώ με τίποτε από τα δύο. Και πάνω κάτω το κατάφερα (με εξαίρεση κάποιες ρετσίνες ως πρωτοετής φοιτητής, που κι αυτές κόπηκαν γρήγορα).

12. 10.000 Watt (Όχι άλλο Νταλάρα) (Hardcore Live, 1985/ Κάγκελα Παντού, 1986)

Επικό κλείσιμο με το ριφ του 'Η πιο καλή γκαρσόνα είμαι εγώ' στην πρώτη ζωντανή ηχογράφηση του τραγουδιού (ενώ και το στουντιακό κλείσιμο κάπου με παραπέμπει, αλλά δεν μπορώ να κεντράρω) στο Hardcore από το Κύτταρο, όπου επιπλέον οι εναρκτήριες βαρυσήμαντες λέξεις 'Όχι άλλο Νταλάρα...' βγαίνουν πράγματι από τα έγκατα της ψυχής του Πανούση (όπως άλλωστε θα αποδειχτεί και σε όλα τα επόμενα χρόνια). Στην κόντρα Νταλάρα-Πανούση είμαι ξεκάθαρα με τον δεύτερο, όχι γιατί τον γουστάρω περισσότερο (που συμβαίνει αυτό), αλλά γιατί όντως με ενοχλεί αυτό που πρεσβεύει ο Νταλάρας, και όσο κι αν είναι κατά καιρούς σημαντικός δημιουργός, αυτό δεν τον ξεπλένει. Όπως δεν τον ξεπλένουν και οι αναίτιες επιθέσεις εναντίον του. Κυρίως γιατί κρατάει τη στάση 'δεν έχω ανάγκη να ξεπλυθώ από κάτι', πράγμα που δεν ισχύει για κανέναν εδώ που τα λέμε. Και εδώ αμέσως μετά τη μεγαλειώδη φράση 'όχι άλλα τραγούδια πλαστικά με λίπος/ προσφυγιά και φτώχεια και στο βάθος κήπος' (που συνοψίζει ότι σιχαινόμαστε στην ελληνική τραγουδιστική παράδοση), ο Πανούσης συναισθάνεται ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να γράφει ολοκληρωμένα αριστουργήματα και αυτομποϋκοτάρεται αφιερώνοντας το τραγούδι 'για σένα μάτια μου' κλπ....

11. One Song For The Calavryta Place (Μουσικές Ταξιαρχίες, 1982)

Γνήσια Πανουσικό τραγούδι, με μετρημένα σουρεαλιστικούς στίχους, ξεσάλωμα στο ρεφρέν, αλλά τελικά βαθιά προσωπικό και σχεδόν μελαγχολικό και αυτό, όπως και Το Αριστούργημα, του οποίου προηγείται (βλ. ψηλά στη λίστα). Τόσο στην κασέτα-ντεμπούτο, όσο και σε αυτό το βινύλιο-ντεμπούτο, τον Πανούση τον απασχολεί έντονα ο κόσμος των μικροαστών και πώς τέλος πάντων την βγάζουν καθαρή εκεί μέσα και δεν τα κάνουν όλα πουτάνα, να τους πάρει ο διάολος και αυτούς να ησυχάσουνε (δηλαδή και ο δικός του κόσμος). Παρόλα αυτά δεν μένει εκτός αυτού του κόσμου, πατάει με το ένα πόδι, και με το άλλο τον χλευάζει, χωρίς πάντως να τολμάει να τον κλωτσήσει. Το γεγονός ότι σήμερα (και εδώ και πολλά χρόνια) έχουμε φτάσει να συζητάμε το ότι το μπουκάλι στον Πανούση είναι πιο ακριβό από τον Ρέμο (και σίγουρα πολύ πιο ακριβό ακόμη και δια του τέσσερα από τις τιμές του μπουρδέλου, τις οποίες κάποτε ισχυρίζονταν ότι έχει ως ψυχολογικό όριο, για να μπορείς να πας στον Πανούση, με όσο θες για να γαμήσεις) δεν είναι διόλου τυχαίο το λοιπόν. Η χρήση λέξεων όπως Απλίκα και το πέρασμα στην αιωνιότητα αξιών όπως το Άκρον Ίλιον Κρυστάλ και ο Οδοντωτός, αποτελούν σημαντική αιτία για την οποία η Πανούσεια σκέψη μας ακολουθεί στην καθημερινότητα μας εδώ και χρόνια.

10. Ναγκασάκι (Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν)

Οι Μουσικές Ταξιαρχίες σε μία γνήσια δυτικά ροκ- ψυχεδελική- εσωστρεφή στιγμή τους και ο Τζίμης Πανούσης σε μία από τις μετρημένες της δισκογραφίας του στιγμές, που δεν υπονομεύει το προϊόν της έμπνευσης του. Τα τελευταία είκοσι χρόνια που τον παρακολουθώ ζωντανά δεν θυμάμαι ποτέ να έχει εντάξει το Ναγκασάκι στο 'αποκριάτικο πρόγραμμα' του και μπορώ να φανταστώ ότι αυτό συνέβη και στον πραγματικό χρόνο της κυκλοφορίας του τραγουδιού. Αξιομνημόνευτο και το γεγονός ότι το τραγούδι στερείται παντελώς ρυθμικής βάσης, μουσικό στοιχείο που ανέκαθεν αποτέλεσε "δεκανίκι" του Πανούση στην προσπάθεια του να γεφυρώσει την μουσική με την πρόζα του. Πολύ όμορφο και σχεδόν δακρύβρεχτο και το σύντομο κλείσιμο με το ακορντεόν που σβήνει μαζί με τα νοήματα του τραγουδιού.

9. Μάγισσα Μανούλα (Κάγκελα Παντού, 1986)

Θα μπορούσε να είναι b-side στο αμέσως προηγούμενο της λίστας. Τους συνδέει το κλειστοφοβικό του πράγματος, τους διακρίνουν οι παγκόσμιου ενδιαφέροντος με της εσωτερικής, αλλά πάντως πανθομολογούμενης, ανησυχίας αναφορές. Το θέμα "μάνα-μητέρα-μανούλα-μαμά" απασχόλησε τον Πανούση σε αρκετές στιγμές της τραγουδιστικής του έμπνευσης και ο κάθε επίδοξος Φρόϋντ θα είχε αρκετές κουβεντούλες να πει επ' αυτού. Επιπλέον, ένα από τα πολλά και επαναλαμβανόμενα τραγούδια του Τζιμάκου, στα οποία οι οθόνες και τα ηλεκτρικά κλουβιά πρωταγωνιστούν στο πάνθεον των φοβικών ανησυχιών του ως καλλιτέχνη. Το γεγονός ότι στο δίσκο προηγείται ενός ηλεκτρικού τσάμικου ( ή κάτι τέτοιου ελληνοπαραδοσιακού τέλος πάντων, που αντιμετωπίζεται με συντηρητική ειρωνία), που περιέχει τον ανυπέρβλητο στίχο "ένας ζιγκολό/ ένα παπάρι/ που χαϊδευτικά τον λένε Πάρη" δεν θα έπρεπε ίσως να περάσει απαρατήρητο.

8. Μουσικές Ταξιαρχίες (Μουσικές Ταξιαρχίες, 1982)

Επικό κλείσιμο ντεμπούτου, με τραγούδι ομώνυμο του δίσκου και του ροκ συγκροτήματος, με απολογητικά και συνάμα κατηγορητική διάθεση στο επίτευγμα της μπάντας να δισκογραφήσει. Ο Τζιμάκος πρόωρα θυμίζει τις ιστορίες που λέει ο Ζουγανέλης για τον Άσιμο, ο οποίος από την μία τραγούδαγε ότι τον πείσανε να γίνει ρεβιζιονιστής και να γυρίσει δίσκο, και από την άλλη ξημεροβραδιάζονταν έξω από τις δισκογραφικέ για να του τον βγάλουνε (ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές, μέτραγε και με τον Χάρο της συναυλίας τα σελίνια, με περισσό ζήλο). Στο πάνθεον των επικών στίχων του Πανούση η φράση "νεκρόφιλοι της τέχνης σε τραβάνε/ και ομοφυλόφιλοι της τέχνης μουσικοκριτικοί/ μέρα και νύχτα σε παρακολουθάνε/ και σε ντοπάρουνε για να έχεις αντοχή" και ό,τι προηγείται και έπεται αυτού, κρατάει σταθερά την κορυφαία θέση. Ενώ και η χλεύη προς την επιλογή του ονόματος του συγκροτήματος, είναι - αν δεν μου διαφεύγει κάτι- άνευ προηγουμένου και επομένου, σε έναν ροκ κόσμο που κυριαρχείται από επιτηδευμένα και ανόητα ονόματα ροκ συγκροτημάτων.

7. Καπρί Σε Φινί (Χημεία και Τέρατα, 1987)

Προβληματίστηκα πολύ για τον αν πρέπει να περιλάβω κάποια (από τις πολλές) διασκευές του Πανούση σε αυτό το υπέροχο Top-20. Και έπειτα προβληματίστηκα που κάθομαι και προβληματίζομαι με κάτι τέτοια πράγματα. Πιθανόν, ναι, αυτή είναι η κορυφαία του. Αλλά καμία, ούτε καν η απολύτως αναμενόμενη στην "αυθεντική λαμπάντα" (όπου και το εμβληματικό στιχάκι: "Βραζιλία- Ελλάς/ τα παιδιά μας κιμάς/ για να τρώνε μπιφτέκια οι γιάπις") δεν υπολείπεται έμπνευσης, νοήματος και κυρίως λόγου ύπαρξης. Στις διασκευές του ο Πανούσης αυτοσχεδιάζει και λογοπαίζει με ακόμη μεγαλύτερη ελευθεριότητα από ότι στα δικά του τραγούδια και σε σημεία θυμίζει τον τρόπο που επιλέγει για την γραφή του και ενίοτε για τις ραδιοφωνικές του παρλάτες. Υπάρχουν βέβαια πάντοτε και αυτοί που θεωρούν την θρυλική 'Σουζάνα' του Τζιμάκου, ότι πιο απολαυστικό έχει καταφέρει ποτέ σε διασκευή. Η έννοια του απολαυστικού όμως σπάνια συναντάται με την έννοια του πραγματικά σπουδαίου και εξ αιτίας αυτής της σπανιότητας επελέγη τελικά τούτη η γαλλοπρεπώς ευαίσθητη στιγμή του.

6. Πυγολαμπίδα (Κάγκελα Παντού, 1986)

Οποιοδήποτε τραγούδι μπορεί και περιέχει τον στίχο "Δεν θέλω γκόμενες λεφτά/ βάλε στον κώλο μου φωτιά/ να γίνω εσύ" αφήνει βάσιμες υποψίες ότι για μία πολύ πρώιμη στιγμή της δημιουργίας του είχε πέσει σε πολύ βαθιά νοήματα και αποφάσισε να κάνει λίγο πίσω για να μην αυτοκαταστραφεί. Το πλέον 'κατά ριπάς' από τα πολλά τραγούδια του Πανούση, που δεν ανέχονται την "όπως να 'ναι και με ό,τι να 'ναι" καλοπέραση της μικρομεσαίας τάξης, η οποία πίσω από όλα αυτά τα νοήματα, καλείται τελικά είτε να στρώσει τον κώλο της κάτω και να ανέβει 2-3 τάξεις παραπάνω, είτε να πάει στο διάολο. Όπως και θα γίνει τελικά, κατά πως πάει το πράγμα, σε μία ακόμη επιβεβαίωση της Πανουσικής προφητείας, που βρίσκει τον ίδιο τον Πανούση να μην την υπερασπίζεται επαρκώς.

5. Ανακωχή/ Ένα τραγούδι για το χειμώνα (Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν, 1987)

Αφού φτάσαμε ως εδώ με σημαντικές απώλειες αυτονόητο ήταν ότι στο TOP-5 θα "στριμωχτούν" περισσότερα από πέντε τραγούδια. Τα συγκεκριμένα δύο βρίσκονται στον (ας το πούμε άλλη μια φορά για να το εμπεδώσουμε) καλύτερο δίσκο που κυκλοφόρησε ποτέ ο Πανούσης, αλλά και οι Μουσικές Ταξιαρχίες, και είναι οι κατά τεκμήριο πιο ευαίσθητες στιγμές της δημιουργίας τους εν γένει. Όπως τα περισσότερα τραγούδια του Τζιμάκου, θα μπορούσε να τα είχε γράψει μόνο αυτός. Επιπρόσθετα όμως, εδώ πέρα, μόνο αυτός θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιου είδους συγκίνηση, προσεγγίζοντας θέματα, που στην βάρβαρης αισθητικής πασοκική Ελλάδα της δεκαετίας του '80 δεν αποτελούσαν παρά αντικείμενο κακόγουστης και κακοπροαίρετης χλεύης, που υποτίθεται ότι είχε ως αφετηρία και σκοπό τη σάτιρα (γεγονός που συνεχίζεται βέβαια μέχρι και σήμερα, αν κρίνουμε στα όσα ακούμε περί του συμφώνου συμβίωσης, του παιδιού του Σεργουλόπουλου κλπ από διάφορους χλαπάτσες). Οι μετρημένα ρέγκε μπασογραμμές στο Ανακωχή κλέβουν την παράσταση μουσικά, αλλά τελικά έχω την αίσθηση ότι το Τραγούδι Για το Χειμώνα είναι η κορυφαία ευαίσθητη στιγμή του Καλλιτέχνη.

4. Για τη γιορτή της μητέρας/ Πάρε το Χαπάκι σου (Μουσικές Ταξιαρχίες, 1982)

Ομοίως μπορούν και συνυπάρχουν σε ενιαία μουσική αισθητική, αλλά και ως ευθεία επίθεση σε ότι ξενέρωτο και προλεταριακό περιμένει να πάρει το πτυχίο του για να ξεκινήσει τον αγώνα της ζωής κλπ. Δύο καλώς καμωμένα τραγούδια οριακής αντιμετώπισης της κοινωνικής πραγματικότητας, που ευφυώς ο Πανούσης απέφυγε να τα φορμάρει σε μανιέρα στη συνέχεια της δισκογραφίας του (η διάθεση για μανιέρα θα τον χτύπαγε αλλού, αλλά αυτά τα πρόλαβε ο Δημήτρης Κάζης, όπως είπαμε). Η μπάντα στην κλασική υπέρ-φόρμα της των δύο πρώτων δίσκων, στους οποίους και άντεξε πραγματικά ως τέτοια.

3. Αποκάλυψη Τώρα/ Εκλογές (Disco Tsoutsouni, 1980/ Μουσικές Ταξιαρχίες, 1982)

Η αναφορά στη δεύτερη ηχογράφηση του τραγουδιού για τις ανάγκες του κανονικού ντεμπούτου των Μουσικών Ταξιαρχιών γίνεται απλώς για λόγους ιστορικής τάξης. Όπως ήδη επισημάνθηκε εμφατικά και εξαντλητικά και από τον Φώντα Τρούσσα στο Δισκορυχείον του και στο παραπάνω λινκ, η εκτέλεση στο -κατά τα άλλα αμήχανο- ντεμπούτο είναι... χιλιόμετρα πιο φευγάτη από αυτή που ακολούθησε. Τόσο για τις Ταξιαρχίες, που επιδίδονται σε πραγματικά δαιμονισμένο funk, από αυτό που αρνήθηκαν να εξελίξουν στην πορεία τους, όσο και στην ερμηνεία του Πανούση, που σχεδόν σε πείθει ότι στο τιμόνι βρίσκεται όντως κάποιος Θανάσης ο οποίος πρέπει να κάνει απαραίτητα ια στάση, γιατί όλοι είμαστε πραγματικά γερασμένοι για να αντέξουμε να δούμε και το παρακάτω. Οι στίχοι του Γρηγόρη Ψαριανού ως γνωστόν ο οποίος και την ευχή του είδε να πραγματοποιείται, αλλά και τα πρόστιμα να επιβάλλονται παντού, εκτός από το "γαμήσι" (ακόμη).

2. Είμαι Γυφτάκι (Δουλειές του Κεφαλιού, 1990)

Λίγο πριν εκδιώξει -κακήν κακώς και με το έτσι θέλω- την τραγουδιστική του μούσα-, ο Πανούσης γράφει ένα από τα απόλυτα αριστουργήματα του, καλωσόρισμα, αποχαιρετισμό, πρόλογο και επίλογο, μιας σκληρής δεκαετίας, κατά την οποία ο καθένας που την έζησε πραγματικά ενδιαφέρθηκε για τον εαυτό του περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Αφοριστικό ως προς τις προθέσεις του και απομακρυσμένο από τα κατά καιρούς κατηγορώ της δισκογραφίας του, που πάντοτε εμπεριείχαν μία έστω και καλά κρυμμένη δόση συντήρησης, το Γυφτάκι του Πανούση διαρκεί αρκετά λιγότερο από τρία λεπτά, αποτελώντας έναν σχεδόν τελετουργικό μονόλογο, που έρχεται, λέει την αλήθεια του, κατεβάζει δυο-τρεις χριστοπαναγίες προς κάθε κατεύθυνση και χάνεται από τα μάτια του οδηγού, όπως και ο εικονικός ήρωας του με το που ανάψει το πράσινο φανάρι. Το ερμηνεύει εδώ και χρόνια με καλοδεχούμενη συνειδητή "αφέλεια" και ο Φοίβος Δεληβοριάς, το πνεύμα του οποίο (ασυνείδητα καταρχήν μέσα από συζητήσεις, ερωτήσεις μου και επισημάνσεις του) συμμετέχει σε αυτό το TOP 20, εν τέλει και μέσα από κοινές επιλογές ειδικά για τις πρώτες θέσεις .

1. Δεύτερη Προβολή (Αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν, 1982)

"Ένα τεράστιο μουνί, με κονδυλώματα/ γεννάει πτώματα, μικροαστών....
Ένα τεράστιο μουνί, μες στο κεφάλι μου/ δίνει στο χάλι μου κάποιο ρυθμό"

Με αυτά τα δεδομένα είναι μάλλον δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι ο Πανούσης είναι πιο σημαντικός ως χωρατατζής- κωμικός, από ότι ως δημιουργός πραγματικά ξεχωριστών τραγουδιών, που στις πιο σπουδαίες στιγμές τους δεν βρίσκουν το ταίρι τους ακόμη και ανάμεσα στα δικά του υπόλοιπα τραγούδια.