U2

Μεσάνυχτα στον κήπο των ανθρώπων

Ο Στυλιανός Τζιρίτας προσεγγίζει το για πολλούς αλήστου μνήμης "Zooropa" μέσα από μια ευρύτερη οπτική και ένα πρωτότυπα εύστοχο πλαίσιο.

Πτήση πάνω από την Ευρώπη, αυτήν που έχει τραυματίσει και τραυματιστεί, αυτήν που έχει μαστιγώσει και θωπεύσει αισθήσεις και σώματα, μήτρα σφαγέων και μακελάρηδων, επίκεντρο της δυτικής φιλοσοφικής σκέψης, αυτήν που δεν μπορεί να αντέξει μήτε μισή οβίδα ακόμη στην κοιλιά της, την απρόθυμη να παράγει και άλλες μητέρες στρατιωτών.

Το μοτίβο στο πιάνο σε συρραφή με ένα υπόκωφο κύμβαλο μοιάζει και οφείλει να ακούγεται υπνωτιστικό, μεταδίδεται με όλο τον βόμβο στα αυτιά του επιβάτη αυτής της πτήσης, είναι ένας ήχος που δεν λαμβάνεται μέσα από κάποιο καλά κρυμμένο ηχοσύστημα ελεγχόμενο από τον πιλότο, δεν έρχεται στα ακουστικά του επιβάτη, αυτός έχει επιλέξει να ακούει μόνο τις σκέψεις του. Όμως ο ήχος συνεχίζει να υπάρχει. Ο πύργος ελέγχου δίνει σήμα καθόδου, οι τροχοί κατεβαίνουν και το σκάφος κλυδωνιζόμενο μέσα στην ομίχλη και στην πρωινή πάχνη προσγειώνεται.

Ο επιβάτης κατεβαίνει τη σκάλα του αεροπλάνου και πατάει σε ένα έδαφος που κάποτε ήταν στέρεο. Η γεωδαισία της ηπείρου δεν έχει καμία σχέση με την αίσθηση του. Το έδαφος έχει ρωγμές που χάνονται στον ορίζοντα μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι του. Είναι κάτοικος αυτής της ηπείρου ο ίδιος, ξέρει λοιπόν, όπως ο καθένας στη θέση του, τι έχει συμβεί.

Αυτό που συνέβη σε όλους εμάς που κατοικούμε στην Ευρώπη.

Η δεκαετία του ‘90 αποτέλεσε από την αρχή της μια αναθεώρηση της βασικής ιδέας του ίδιου του Διαφωτισμού και των ιδεών που γέννησε η Ευρώπη. Κάτι που ήταν απόλυτα λογικό ως επακόλουθο της μέγγενης στην οποία αναγκάστηκε να βρεθεί η Ευρώπη τη δεκαετία του ’80, παρακολουθώντας τον εαυτό της να διαλύεται ανάμεσα στις δύο προκρούστειες δυνάμεις του Δευτέρου Ψυχρού Πολέμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση δηλαδή. Το τέλος της δεύτερης θα φέρει εκτός από τις τρομακτικές ανακατατάξεις στην Κεντρική Ευρώπη και τις μετακινήσεις πληθυσμών, και την ανάγκη για μια στερεοσκοπική εικόνα των ρευμάτων (ιστορικών, φιλοσοφικών και οικονομικών) τα οποία καθόρισαν τη μοίρα της ηπείρου τους τελευταίους τρεις αιώνες. Μια σειρά γεγονότων της οποίας η απαρχή είναι πολύ πιο πίσω από την ανατίναξη του μοναρχισμού με την εμβληματική κατάκτηση της Βαστίλης, περνώντας όμως από τις ανακατατάξεις εδαφών στον 19ο αιώνα και τη δημιουργία και ανάδυση των νέων κρατών, την Βιομηχανική Επανάσταση και την αποικιοκρατία σε Αφρική και Ασία, κατέληξε σε δύο Παγκόσμιους Πολέμους με μεγάλο ποσοστό των μαχών μέσα στους χάρτες της Ηπείρου, και εν τέλει το Ολοκαύτωμα να στεφανώνει ως ακάνθινος κότινος την πορεία.

Ο ουμανισμός ως σκέψη και θέση τέθηκε αναγκαστικά στο επίκεντρο των φιλοσοφικών διαστίξεων εκ νέου. Αυτό που αναφέρει στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 ο διακεκριμένος γάλλος διανοητής Paul Ricoeur, «πώς ήταν δυνατόν το Ολοκαύτωμα να μην επαναφέρει και πάλι στο προσκήνιο το κλασικό φιλοσοφικό ερώτημα του πώς δηλαδή είναι δυνατόν να θεωρήσουμε ότι ο Θεός είναι συγχρόνως αγαθός και παντοδύναμος και όμως το κακό υπάρχει;» (Le mal: Un défi à la philosophie et à la théologie/Labor et Fides/1986)*, είναι καταλυτικό στο μνημονικό ετούτης της ηπείρου. Η θεολογία και η πορεία αυτής είναι κάτι που βαδίζει πάντα άρρηκτα με το βάδισμα της Γηραιάς Ηπείρου. Η αμφισβήτηση του θεού ως όντος το οποίο ρυθμίζει τύχες και διαβάσεις των ανθρώπων μπορεί να αρτιμελήθηκε γενικότερα μέσα στον 20ο αιώνα, αλλά ειδικότερα μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε μία νέα κραυγή, κραυγή η οποία ήθελε να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του Όντος με τον Άνθρωπο. Στα κανάλια αυτής της υπό αμφισβήτηση σχέσης, το κάθε ευρωπαϊκό δίποδο και έλλογο πλάσμα όφειλε (συνειδητά ή ασυνείδητα) να τοποθετήσει εαυτόν σε έναν καινούργιο χάρτη, ειδικότερα μετά τα δραματικά της πτώσης του βερολινέζικου τείχους.

Ποιο ήταν το Κακό που έπρεπε να παταχθεί; Ποιο ήταν το κέλευσμα που έπρεπε να εισακουστεί προσεκτικά;

Ο άνθρωπος και ο τόπος του.

Ο άνθρωπος και η σχέση του με το λάθος και την αποδοχή αυτού, κάτι που πηγαίνει πέρα από την θρησκευτική έννοια της αμαρτίας.

Η θεώρηση ότι το γερμανικό έθνος είναι υπεύθυνο για το Ολοκαύτωμα τα τελευταία χρόνια δίνει τη θέση του στην άποψη η οποία θεωρεί τη γενικότερη ευρωπαϊκή κουλτούρα υπεύθυνη για τη σφαγή των (όποιων) «άλλων», οπότε η τιμωρία του γερμανικού έθνους με τη διχοτόμηση του φαντάζει πια ως μία απόρροια τιμωρίας του αμαρτωλού με θρησκευτικούς όρους, κάτι που ξαναφέρνει στο προσκήνιο το Ανώτερο Ον ως διαστολέα της συνείδησης. Η πτώση του Τείχους στην πραγματικότητα ήταν η νίκη έναντι της πίστης στον Κόσμο του Δικαίου. Ο νέος, μετά την Πτώση του Τείχους, άνθρωπος, γνώριζε πια ότι δεν μπορεί να συντάσσει τη μοίρα του βάσει θρησκευτικών τυπολογιών.

Μπορεί οι U2 να βρίσκονταν πια στην Ιρλανδία για τις ηχογραφήσεις αυτού του όγδοου δίσκου της καριέρας τους, αλλά αφενός μεν η σχέση τους με τον καθολικισμό (μία ατόφιας ενοχικής διάτασης θρησκευτική πλεύση) αφετέρου δε η βαθιά εντυπωμένη μέσα τους σχέση με τη γερμανική πρωτεύουσα, όπως αυτή σχηματοποιήθηκε τα προηγούμενα χρόνια κατά τις ηχογραφήσεις του ‘Achtung Baby’, έβαλαν το λιθαράκι τους. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι μερικά τραγούδια του ‘Zooropa’, του δίσκου που ηχογραφούν ως επόμενο βήμα, έχουν τη ρίζα τους στα sessions της μπάντας στα Hansa Studios (by the wall, για να θυμηθούμε τους στίχους του γνωστού τραγουδιού).

Δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια εποχή και ο κινηματογράφος εξετάζει την έννοια Ευρώπη, μερικοί από τους σημαντικότερους συνθέτες εικόνων του ευρωπαϊκού σινεμά, θα προχωρήσουν σε ταινίες οι οποίες θα αντιμετωπίσουν τον σκεπτικισμό περί Ευρώπης από διαφορετική σκοπιά και θεώρηση. Ο λόγος για τους Wim Wenders, Krzysztof Kieslowski και Lars Von Trier και τα φιλμ ‘Faraway, So Close’, ‘Blue’ και ‘Europa’, αντίστοιχα. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να φαντάζει ως ένας απλός οικονομικός θεσμός στα μάτια μας, όμως ο βαθύτερος σκοπός της είναι η ένωση του εντός της ηπείρου πνεύματος ως ανάχωμα στην ταχυφαγική αμερικανική σκέψη. Μόνο τυχαία τα άστρα της Ε.Ε. δεν θα βρεθούν στο κατά τα άλλα μάλλον (;) άτυχο εξώφυλλο του ‘Zooropa’. Το μαιευτήριο του δίσκου είχε παραδόξως στηθεί, ακόμα και στην τιτλοφορία του, στον δρόμο, κυριολεκτικά.

Η Zoo TV Tour, η πιο συμπαγής θεματική και αισθητικά πορεία των U2 στις ανά τον κόσμο αρένες είχε ξεκίνησε ως προωθητική του ‘Achtung Baby’ στις 29 Φεβρουαρίου του 1992 στη Φλόριντα των ΗΠΑ και τελείωσε μετά από 157 συναυλίες σε τέσσερις ηπείρους στις 10 Δεκεμβρίου του 1993 στο Τόκυο. Ανάμεσα στα support acts κατά τη διάρκεια της τουρνέ βρέθηκαν οι Pixies, οι Velvets (ναι αυτοί…), η PJ Harvey και οι Public Enemy. Η ένταση αλλά και οι προσλαμβάνουσες ήταν σε τέτοιο βαθμό που οι Edge και Bono θεώρησαν ότι έπρεπε να αποτυπωθούν με κάποιο τρόπο. Μετά την αρχική τους άρνηση και μετά από πολλές συζητήσεις (στα όρια της έντονης φιλονικίας), οι Mullen και Clayton ενστερνίστηκαν το σκεπτικό, για να καταλήξουν οι ηχογραφήσεις (Φεβρουάριο με Μάιο του 93 στο Δουβλίνο) να γίνουν η πιο κολλεκτιβική δουλειά της μπάντας στη γενικότερη δισκογραφία τους. Μπορεί οι Flood και Brian Eno που ανέλαβαν την παραγωγή (τελικώς προστέθηκε και ο Edge ως συμπαραγωγός λόγω της εκτενούς δουλειάς που ανέλαβε σε σχετικά πόστα) να χρειάστηκε να επινοήσουν μέχρι και έναν πολύπλοκο τρόπο καταγραφής των sessions με DAT (η ηχογράφηση δούλευε παράλληλα σε τρία επίπεδα: ηχογραφήσεις, post production και δημιουργικά sessions με αυτοσχεδιασμό πάνω σε προηγούμενες ιδέες), τελικώς όμως όλοι δούλευαν στο studio, «κανείς δεν καθόταν περιμένοντας κάποιον να κάνει κάτι» όπως υποσημείωσε ο Larry Mullen Jr σε συνεντεύξεις του εκείνη την εποχή, «όλοι δουλεύαμε με κάποιο μηχάνημα συνεχώς». Αυτό αντανακλάται στο τελικό αποτέλεσμα. Καταρχήν έχουμε τον δίσκο των U2 με τα πλέον πολυποίκιλα φωνητικά του Bono. Φαλτσέτο, βαρυτονικά, υψηλοτονικά [το ‘Stay (So Far, So Close)’ που αργότερα θα βρει τη θέση του, με άλλη εκτέλεση, στην προαναφερθείσα ταινία του Wenders έχει τα φωνητικά με την υψηλότερη νότα που έχει ηχογραφήσει ποτέ σε στούντιο ο Bono], μία αναπάντεχη εσωτερικότητα στις ερμηνείες, η οποία τραβάει μακριά από τις αμερικάνικες μανιέρες των τελών της προηγούμενης δεκαετίας αλλά και τις αυτοερωτικές μαγγανείες των φωνητικών στο ‘Achtung’. Οι συνθέσεις ήταν σπαράγματα άλλων ήχων. Βόμβοι από κατεδαφίσεις και επιτόπιες ηχογραφήσεις στα στενά ανάμεσα στο στούντιο και την παρεπιδημούσα μπυραρία, πετσοκομμένα μηνύματα τηλεφωνητών και θραύσματα αποτυχημένων ηχογραφήσεων, τραμπουκισμένες μηχανές παραγωγής ρυθμών, δεσποτική ηχώ, λαμνοκοπούσες κιθάρες και κυκλώπειο μπάσο.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό που έγραψε στην κριτική του ο Jon Pareles για τους New York Times «δίσκος και τραγούδια που δεν έχουν στόχευση τα στάδια, συνθέσεις που είναι φτιαγμένες για να ακούγονται αργά το βράδυ από ραδιοφωνικούς σταθμούς και στα ακουστικά όταν μιλάμε για προσωπικές ακροάσεις». Με όλη την φρενίτιδα και την πίεση των ημερομηνιών της Zoo TV

To ‘Zooropa’ θα δει το φως των δισκοπωλείων στις 5 Ιουλίου του 1993 και ενώ σε καμία περίπτωση δεν είχε την απαστράπτουσα πορεία του προκατόχου του, εντούτοις έκανε λαμπερή παρουσία σε charts ανά τον κόσμο, με τις πωλήσεις του σήμερα να είναι πάνω των 3 εκατομμυρίων αντιτύπων, και τελικώς με τα χρόνια να λαμβάνει αξιέπαινη θέση στις προτιμήσεις των οπαδών της μπάντας στη γενική θεώρηση της δισκογραφίας τους, ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης ατμόσφαιρας που το διατρέχει, απότοκο μίας εποχής υψηλών ταχυτήτων και ραγδαίων αλλαγών.

*Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις το 2006 με τον τίτλο "ΤΟ ΚΑΚΟ: Μία πρόκληση για τη Φιλοσοφία και τη Θεολογία".