Wasted Youth

Slayer - Decade of Aggression

Με αφορμή την επίσκεψή τους για live, θυμόμαστε παλαιότερο…. αποδεικτικό στοιχείο. Του Άρη Καραμπεάζη

(1991- Def American)

{O "ξαφνικός θάνατος" του Jeff Hanneman και η επανα-αποχώρηση του Dave Lombardo για λογιστικούς λόγους, δεν θα μπορούσαν ασφαλώς να σταματήσουν την περιοδεία των Slayer, όπως -ας μη γελιόμαστε- το ίδιο θα συνέβαινε ακόμη και με συγκροτήματα που αφελώς επιμένουμε να θεωρούμε underground και εναλλακτικά του οτιδήποτε. Τα κίνητρα δεν είναι ακριβώς τα ίδια που έκαναν τους εναπομείναντες Joy Division να συνεχίσουν χωρίς τον Ian Curtis, αλλά το αποτέλεσμα είναι τελικά το ίδιο και σε αυτό εμπλέκεται όντως και ο παράγοντας της "αντρικής παρέας" ως μυστική ουσία κάθε ροκ μπάντας (και των γυναικείων ακόμη), ασχέτως αυτή αν στην πορεία έχει μετατραπεί σε εταιρεία. Την Δευτέρα 1/7/2013 η παρέα-εταιρεία των SLAYER προϊσταται του Heavy By The Sea Festival (με εξαιρετικό line up για το οποίο αξίζει όντως κανείς να υποστεί τον ήδη ανυπόφορο Αττικό ήλιο από τις 17:00 για να δει και να ακούσει Kvelertak, Napalm Death, Rotting Christ και τους DOWN του "πολύ" Phil Anselmo, λίγο πριν δημιουργηθεί το σύνηθες απέραντο mosh pit, το οποίο είχαμε συναντήσει τελευταία φορά στη Μαλακάσα προ τριετίας.}

DecadeΤο Decade Of Aggression είναι ο πρώτος δίσκος των Slayer που αγόρασα στη ζωή μου. Και μέσα στους πρώτους δέκα metal δίσκους. Και την επόμενη μέρα ακριβώς πήγα και το αγόρασα και σε μπλουζάκι (μαϊμού υποθέτω....). Και αν υπήρχε και σε σκεύος κουζίνας θα το αγόραζα και την μεθεπόμενη. Όταν κάναμε το αφιέρωμα στα αγαπημένα μας live album εδώ στο Mic το αγνόησα εγκληματικά. Ίσως γιατί από τότε που το πρωτάκουσα το αντιμετώπιζα πάντοτε ως ένα κανονικό "στουντιακό" άλμπουμ της δισκογραφίας τους, και μάλιστα ως το πλέον σημαντικό. Για έναν άνθρωπο που λίγο αργότερα θα άκουγε Pavement και Dead Moon η παραγωγή στο DoA είναι περισσότερο από άψογη. Πειράγματα στο στούντιο, παρεμβάσεις από πάνω ή από κάτω, δεν έχει σημασία. Ο δίσκος έχει στο μέγιστο βαθμό την αίσθηση της live εμπειρίας και συνεπώς όλα τα υπόλοιπα περιττεύουν. Ηχογραφήσεις που συγκεντρώθηκαν από τρεις διαφορετικές εμφανίσεις της μπάντας φιλτράρονται σαν να πρόκειται για μία και μοναδική εμφάνιση και αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό.

Στο οπισθόφυλλο υπάρχει ένα από τα στοιχεία που πάντοτε με συγκινούσε περισσότερο στην εν λόγω κυκλοφορία, ήτοι η ερημωμένη αρένα στην οποία λίγο πριν (όπως πίστευα τότε- αν και σήμερα θα πιθανολογούσα και το λίγο μετά) είχε γίνει ο κακός χαμός. Στο gatefold βινύλιο ακόμη περισσότερες φωτοσυγκινήσεις αυτού του είδους, συνεπώς δεν χρειάζονταν να μπεις καν στον κόπο να ακούσεις για να λατρέψεις και τον δίσκο και τους Slayer, ειδικά αν ήσουν σε στάδιο πρώιμης εφηβείας. Ούτως ή άλλως η υπόθεση artwork, λογότυπα, φωτογραφίες κλπ για τους Slayer -ξεκινώντας από την εμβληματική γραμματοσειρά που χρησιμοποιείται για τη λέξη Slayer και είναι υπεράνω κάθε κανόνα του marketing - ήταν πάντοτε κινητήριος μοχλός της αναγνωρισιμότητας τους, ενίοτε και ανεξάρτητα από την ίδια τη μουσική. Για χίλιους δυο λόγους ήθελε -και φαντάζομαι ακόμη θέλει- ο κάθε έφηβος metalhead να έχει ένα ραφτό Slayer στο τζιν μπουφάν του, ακόμη και αν δεν πολυγούσταρε τη μουσική τους. Και δεν αδικώ κανέναν που το έκανε αυτό. Παρότι θυμάμαι έναν καιρό που "θρυλικές" διαμάχες ανάμεσα σε οπαδούς των Slayer και των Sepultura καθιστούσαν κάτι τέτοιο έως και επικίνδυνο (λέμε τώρα- άσε που έπαιζε πάντα και η ερώτηση "πες μου πόσους δίσκους των Slayer έχεις ρε πιτσιρίκο, αλλιώς σου σκίζω και το μπουφάν και το ραφτό".

AggressionΜετά από δύο δεκαετίες ακροάσεων και έχοντας στο μεταξύ ακούσει εξαντλητικά όλη τη δισκογραφία τους, μπορώ και επιμένω να ισχυρίζομαι ότι πρόκειται για την καλύτερη κυκλοφορία των Slayer. Κανείς δεν θα διαφωνήσει ότι η επιλογή των τραγουδιών (και ενώ μέχρι τότε το συγκρότημα είχε κυκλοφορήσει τους πέντε δίσκους που ήταν τελικά και οι καλύτεροι του μέχρι σήμερα και μάλλον μέχρι τέλους- ενώ είχε υπάρξει και ένα ακόμη live album, αλλά όχι τέτοιων αξιώσεων) είναι εκ των ων ουκ άνευ αλάνθαστη. Χωρίς να γνωρίζω ή να μπαίνω στον κόπο να ψάξω με ποια σειρά έπαιζαν αυτά τα τραγούδια στα live, στο δίσκο θεωρώ ότι έχουν μπει με στρατηγική χωροταξία, που εξυπηρετεί ακριβώς τις ανάγκες της κατ' οίκον ακρόασης. Ειδικά το πρώτο από τα δύο άλμπουμ είναι εξαντλητικό. ΟΚ, υπάρχουν δύο μόλις κομμάτια από το ντεμπούτο Show No Mercy, αλλά αυτό είναι απολύτως δίκαιο διότι πρόκειται για έναν μάλλον αμήχανο δίσκο, ενός συγκροτήματος που ήξερε ότι θα γίνει σπουδαίο λίγο αργότερο. Η αλήθεια είναι ότι όχι μόνο οι επόμενοι δίσκοι είναι καλύτεροι αντικειμενικά, αλλά και ότι όταν έρχεσαι να παίξεις live έχοντας κυκλοφορήσει πριν ένα αριστούργημα όπως το Seasons In The Abyss, ο πειρασμός είναι μεγάλος ακόμη και να το παίξεις στην ολότητα του. Όχι τυχόν για να το προωθήσεις, αλλά γιατί πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να μείνει κάτι από έξω (ναι, είναι ο αγαπημένος μου "κανονικός" δίσκος Slayer). Καθώς η κραυγή Angel Of Death μιξάρεται δολίως στο δίσκο πριν καν εκπνεύσουν οι τελευταίες κιθάρες του Mandatory Suicide γίνεται απόλυτα κατανοητό ότι το Decade Of Aggression είναι δίσκος που μόνο ως ηχητικό background δεν μπορείς να ασχοληθείς μαζί του, αλλά αντίθετα επιβάλλει την παρουσία του και σχεδόν απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του ακροατή, πρώιμου εφήβου και μη.

Για τις καλές ροκενρολ μπάντες συνηθίζουμε να λέμε το αριστοτελικό περί του συνόλου που είναι κάτι πολύ περισσότερο από τα επιμέρους στοιχεία που το αποτελούν (sum more than its parts, που παρά την περήφανη ελληνική καταγωγή του ακούγεται πλέον καλύτερα στα αγγλικά ειδικά όταν μιλάμε για μουσική), στην περίπτωση των Slayer όμως (και ειδικά επί σκηνής, επομένως και σε αυτή την κυκλοφορία-) τα επιμέρους στοιχεία επιμένουν να ξεχωρίζουν διακριτά μέσα σε ένα ούτως ή άλλως άψογο σύνολο. Και για πρώτη (και τελευταία) φορά σε μια δισκογραφική αποτύπωση του φαινομένου Slayer δίνεται η ευκαιρία στον ανήσυχο ακροατή να ακούσει το κάθε ένα από αυτά τα στοιχεία ξεχωριστά. Με πρώτο τη τάξει σε αυτή την διακριτότητα τον Dave Lombardo, που το μεγαλύτερο μέρος της φήμης του ως ο καλύτερος ντράμερ του μέταλ το οφείλει (δικαίως) στο ότι επί σκηνής αποδεικνύει πώς ό,τι ακούς μπορεί και το κάνει μόνος του (κατά συνθήκη πάντα). Τα τύμπανα του βρίσκονται σε πρώτο πλάνο σε όλη τη διάρκεια του Decades Of Aggression, ακούς το πρώτο και το τελευταίο χτύπημα στα πιατίνια και τέλος πάντων όλες οι επικές περιγραφές για το παίξιμο του επαληθεύονται πανηγυρικά. Ομοίως για τα φωνητικά, τις κιθάρες ακόμη και το κρίσιμο μπάσο του Tom Araya, που αποκτά επιτέλους τη σωστή του διάσταση στον ήχο των Slayer. Rick Rubin λέγεται και είναι απλό. Κατόρθωσε και εκμεταλλεύτηκε την δημοκρατία της live εκτέλεσης των τραγουδιών με τον καλύτερο τρόπο, διαιωνίζοντας την επ' άπειρο και παραδίδοντας για πρώτη και τελευταία φορά τους Slayer ως τους πραγματικούς πάνκηδες της μέταλ ιστορίας, μακριά από τεχνικούρες και στουντιακές επανεκτυπώσεις του μεγαλείου τους.

Slayer2Στα χρόνια που ακολούθησαν την κυκλοφορία του Decades Of Aggression, η πορεία των Slayer ήταν προδιαγεγραμμένη. Ήταν πλέον πολύ μεγάλοι και πολύ ικανοί για να "πεθάνουν" μαζί με το thrash metal. Δεν λιγοψύχησαν στη nu metal σανίδα επιβίωσης και τελικά βύθισης (όπως οι Sepultura για παράδειγμα), αλλά ούτε και της αντιστάθηκαν πλήρως εδώ που τα λέμε. Η δισκογραφία τους ακολούθησε μεν (και συνεχίζει να ακολουθεί) φθίνουσα (αλλά πάντως όχι όσο κάποιων άλλων) πορεία, το brand name της μπάντας όμως έγινε απίστευτα ισχυρό και οι Slayer ξέφυγαν από τα όρια του metal και δικαίως αναγνωρίζονται πλέον ως μία μπάντα που έχει προσφέρει τα μέγιστα στην ραχοκοκαλιά της ροκ ιστορίας και όχι στα επιμέρους (αλλά πάντως πιο γοητευτικά) παρακλάδια αυτής. Τους άξιζε, και αν κρίνουμε από τις ζωντανές του εμφανίσεις μέχρι σήμερα, παρά τους εκάστοτε διαξιφισμούς και ελλείψεις, συνεχίζει να τους αξίζει, καθότι όποτε, όταν και με οποιαδήποτε τυχόν σύνθεση ελλείψεων ανεβαίνουν οι Slayer στη σκηνή, το σκηνικό του Decade Of Aggression αναβιώνει με σχεδόν ανατριχιαστικό τρόπο. Δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας πάνω σε αυτό και με το know-how που έχουν θεωρώ δύσκολο το να αφήσουν κάποτε, εκτός αν τους πάρει από κάτω το απόλυτα επαγγελματικό attitude.

Όντας ευτυχής και περήφανος κάτοχος της δισκογραφίας των Slayer σε διάφορα format, στο βινυλιακό box set που κυκλοφόρησε πριν δύο χρόνια, στο εύχρηστο cd box από παλιότερα κλπ, αν τυχόν επιλέξω να ακούσω κάτι στο σπίτι (που ομολογώ ότι δεν είναι και πολύ συχνό) θα είναι αυτός εδώ ο δίσκος στην κόπια που αγοράστηκε για πρώτη φορά, η οποία δεν είναι και τόσο στα καλά της από κάθε άποψη, αλλά "παίζει" πολύ καλύτερα από ό,τι ακολούθησε αυτής. Η πρώτη δεκαετία των Slayer δεν ξεχώρισε μόνο της ειλικρινούς επιθετικότητας της, αλλά ακριβώς επειδή σε όλη της τη διάρκεια στιγματίστηκε από μία εξωφρενική μπάντα που έπρεπε επειγόντως να ξεβράσει τη μουσική που είχε μέσα της. Και το έκανε με εντυπωσιακό τρόπο!