We 're Desperate - The X History
Η ιστορία και η δισκογραφία τους, που απέσπασε υψηλές βαθμολογίες από τον Μίλτο Τσίπτσιο.
Πολλές φορές τα παιχνίδια της μοίρας είναι τόσο καθοριστικά, τόσο συναρπαστικά και όμορφα, που ακόμη και οι πιο ορθολογικά σκεπτόμενοι, οι πιο πραγματιστές, που πορεύονται με γνώμονα πάντα τη λογική, δεν έχουν παρά να υποκλιθούν στη μαγεία των συμπτώσεων. Και χρειάστηκε να συνωμοτήσει το σύμπαν για να ενωθούν τέσσερεις νέοι με διαφορετικές κοινωνικές καταβολές, από τέσσερα διαφορετικά σημεία της Αμερικής, την κατάλληλη στιγμή (τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα), στον κατάλληλο τόπο (Λος Άντζελες), για να εξωτερικεύσουν τις αντιλήψεις τους, να δημιουργήσουν καλλιτεχνικά και να διαπρέψουν μουσικά.
Πρώτος εξ' αυτών κάποιος Tyson Kindell, ένας χαρισματικός μουσικός που το παλμαρέ του περιλάμβανε σπουδές από τα έξι του σε οτιδήποτε σχεδόν έβγαζε ήχο, από ακορντεόν και βιολί, μέχρι πιάνο, κλαρινέτο και φλάουτο. Ένας μουζικάντης περιοπής που αγαπούσε τη soul και ξετρελαίνονταν με το ροκαμπίλι. Μια αινιγματική φιγούρα με ένα μόνιμο σαρδόνιο χαμόγελο κρεμασμένο στα χείλη του, που παράτησε το μίζερο και χωρίς μέλλον περιβάλλον μίας χαμένης μικρής επαρχιακής πόλης στην άκρη του Ιλλινόις, για να ζήσει το όνειρο μετακομίζοντας στην πόλη των Αγγέλων. Εκεί θ' αλλάξει τ' όνομά του σε Billy Zoom και όταν θα βρεθεί μια βραδιά στη δίνη μιας συναυλίας των Ramones, θα αλλάξει και τη ζωή του μια για πάντα.
Ο δεύτερος λέγονταν John Nommensen Duchac και ήταν ένας εκκολαπτόμενος ποιητής και φαντασμένος μουσουργός που και αυτός αφήνει πίσω του τη γενέτειρα του Βαλτιμόρη για να ζήσει τη δική του περιπέτεια στο Λος Άντζελες, εκεί όπου θα μπορούσε ν' αποδώσει με μεγαλύτερη ελευθερία τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες. Αυτός έγινε John Doe και η μοίρα που λέγαμε έφερε στο διάβα του τον τρίτο πρωταγωνιστή των συμπτώσεων, την Christine Cervenkova μια κοπέλα με Τσέχικες ρίζες γεννημένη στο Σικάγο και μεγαλωμένη σε μια μικρή πόλη της Φλόριδα, που νόμιζε πως το ταλέντο της στην ποίηση και τη λογοτεχνία ήταν τόσο δυνατό, μα και τόσο εξτρεμιστικό, που το Λος Άντζελες θα ήταν το μόνο μέρος που θα μπορούσε να το αναδείξει.
Πιστή στη μόδα της εποχής, γίνεται Exene Cervenka και συμφωνεί να μελοποιηθούν τα ποιήματά της από τους Doe και Zoom (που στο μεταξύ είχαν γίνει κολλητοί), μόνο αν τα ερμήνευε η ίδια. Και όταν μέρα με τη μέρα οι τρεις τους διαπίστωσαν πως η χημεία και το ταλέντο τους μπορούσε να τους οδηγήσει κάπου, αποφασίζουν να μπουν δυναμικά στην τοπική punk rock σκηνή, δημιουργώντας το δικό τους συγκρότημα.
Για να γίνει όμως αυτό έπρεπε να βρεθεί ένας ντράμερ ικανός, όχι μόνο στο ν' ανταποκριθεί στα παιξίματα, αλλά το κυριότερο στο να μπορούσε να κολλήσει με την ιδιοσυγκρασία των υπολοίπων. Οι K.K. Barrett των Screamers και Nicky Beat των Weirdos που δοκιμάστηκαν δεν πληρούσαν όλες τις προϋποθέσεις, με τον κλήρο τελικά να πέφτει στον Donald James Bonebrake τον μοναδικό μάλιστα γηγενή του συγκροτήματος, ο οποίος θεωρούνταν από τότε ένας από τους πιο ταλαντούχους ντράμερ της νεοσύστατης punk rock σκηνής του Λος Άντζελες, ντράμερ μέχρι τότε των τοπικών Eyes.
Το γκρουπ πλέον είναι έτοιμο και με τη αδιάφορη ονομασία X βγάζει το πρώτο του σιγκλάκι Adult Books/ We're Desperate στην Dangerhouse Records το 1978. Το σιγκλάκι αν και δε θ' αποκομίσει την αξία που του άρμοζε, θα αποτελέσει μια πρώτη μουσική δήλωση για το τι θα πρέσβευαν οι X στα χρόνια που θ' ακολουθήσουν. Χαμηλών τόνων τραγούδια με εκκωφαντικές εκρήξεις, διπλά αντρόγυνα φωνητικά και κιθαριστικά σόλα που θα παρέπεμπαν σε παλαιότερες περισσότερο rock 'n' roll εποχές. Η συνεργασία τους με την Dangerhouse ολοκληρώνεται όταν συμμετέχουν στην ιστορικής σημασίας συλλογή Yes L.A. με το κομμάτι Los Angeles, ενώ παράλληλα παρουσιάζονται και στο cult πλέον ντοκιμαντέρ της Penelope Spheeris "The Decline Of Western Civilization".
Καθώς περνάει ο καιρός οι X με σύμμαχό τους τα δυνατά τους live, αποκτούν έναν ισχυρό πυρήνα οπαδών και αρχίζουν να θεωρούνται ένα από τα πιο ελπιδοφόρα punk συγκροτήματα του Λος Άντζελες. Το επόμενο βήμα τους είναι η μετακίνησή τους από την Dangerhouse στη Slash Records, το ιδιότυπο παράρτημα του ομότιτλου punk fanzine. Εκεί θα κυκλοφορήσουν τον πρώτο τους δίσκο, το Los Angeles (10) την παραγωγή του οποίου αναλαμβάνει, εντυπωσιασμένος από το πάθος και την ορμή που έβλεπε να βγάζουν στις συναυλίες τους, ο Ray Manzarek ο διάσημος κημπορντίστας των Doors.
Αν θα έπρεπε να χαρακτηριστεί μονολεκτικά το άλμπουμ αυτό, η λέξη που θα το αντιπροσώπευε είναι αριστούργημα. Μια ιδιοφυής και εκπληκτικά προσαρμοσμένη επιμειξία punk rock κιθαριστικών περασμάτων που στη βάση τους ξεκινούν με δανεικά rock'n'roll ριφάκια από Pistols, Clash και Ramones, αναμεμειγμένα με μια speed rockabilly τεχνική θαρρείς βγαλμένη από τα surf του πενήντα. Η αγάπη του Zoom για τις συγχορδίες των Chuck Berry και Billy Haley είναι ξεκάθαρη, τα ντραμς του Bonebrake είναι στακάτα, μετρημένα, ρυθμικά και αλάνθαστα και δίνουν έναν εκπληκτικό ρυθμό, τζαζίζουν σε μερικές στιγμές, τη στιγμή που τα πρωτόγονα ακόμη χτυπήματα του Doe στο μπάσο γεμάτα punk αισθητική, προσθέτουν μια σκληράδα και μια εκλεπτυσμένη μελωδία. Ο ήχος που βγαίνει δεν είναι ένα εξτρεμιστικό hardcore σαν αυτό που εκπονούσαν την ίδια περίοδο οι Black Flag ή ακόμη περισσότερο οι άλλοι συντοπίτες Fear, αλλά είναι τελικά ένα πολυδιάστατο και "ήσυχο" punk που θυμίζει τα πάντα, αλλά δεν μπορεί με τίποτα ν' αντιγραφτεί.
Με τραγούδια ιστορικά πλέον όπως το Johnny Hit And Run Paulene, Nausea, το ομώνυμο, αλλά και την τρομερή διασκευή τους στο Soul Kitchen των Doors, ο δίσκος αυτός έφτασε να γίνει ένας από του πιο κοινά αποδεκτούς punk δίσκους από όλους τους μουσικόφιλους.
Το Los Angeles πούλησε άμεσα πενήντα χιλιάδες αντίτυπα, αριθμό δυσθεώρητο για punk rock δίσκο, χωρίς ακόμη η φήμη των X να έχει ξεπεράσει τα όρια της πόλης και ακόμη και σήμερα θεωρείται, όχι άδικα, μέσα στους δέκα πιο επιδραστικούς punk rock δίσκους της Αμερικάνικης ηπείρου.
Πριν ακόμη κοπάσουν οι διθυραμβικές κριτικές για το Los Angeles, οι X συνεχίζουν την πορεία τους κυκλοφορώντας ένα σχεδόν μελιστάλαχτο σιγκλάκι το White Girl/ You're Phone's Off The Hook (But You're Not). Μέσα σ' αυτό φαίνεται ξεκάθαρα η συναισθηματική φόρτιση που επικρατούσε μέσα στο γκρουπ και ιδιαίτερα μεταξύ των Doe και Cervenka. Το ζεύγος είναι πλέον και επίσημα μαζί, σε μία όμως σχέση σκέτο δυναμίτη με προστριβές, συγκρούσεις, πείσματα και ζήλειες, σχέση που αποτυπώνεται σε κάθε νότα του Wild Gift (9,5) του δεύτερου άλμπουμ των X που ακολουθεί.
Το Wild Gift είναι η φυσική συνέχεια του Los Angeles. Άλλωστε δεν είχε συμπληρωθεί καλά - καλά ούτε ένας χρόνος από την κυκλοφορία του, ενώ μερικά από τα τραγούδια του προϋπήρχαν και χρειάζονταν κάποιες μικροαλλαγές στις ενορχηστρώσεις για να πάρουν την τελική τους μορφή.
Ο ήχος είναι αρκετά πιο τυποποιημένος και μέσα στα rock'n'roll πλαίσια, χωρίς να παρασύρεται στα άκρα παρά σε ελάχιστες εξαιρέσεις. Ακόμη, αισθητή είναι η απουσία του οργάνου, κάτι που ξένιζε αρκετά στο Los Angeles, με τον περιορισμό του Manzarek αυτή τη φορά μόνο πίσω από την κονσόλα. Ο Doe προσθέτει ίσως για πρώτη φορά αρμονικές μελωδίες στο μπάσο του, εγκαταλείποντας κατά μεγάλο ποσοστό τα ξερακιανά πρωτόγονα χτυπήματα, ενώ ο Bonebrake συνεχίζει να προσδίδει κύρος με τις μπαγκέτες του που εντυπωσιάζουν και πάλι με τη δυναμική αλλά και την απλότητά τους.
Μα το μεγαλύτερο χαρακτηριστικό του Wild Gift είναι η ψυχή. Η ψυχή που αναβλύζει σε κάθε αυλάκι του δίσκου από τα ζεστά, γεμάτα γλύκα φωνητικά του Doe που παίζουν με μοναδικό τρόπο το ένα - δύο με τα σχεδόν δακρύβρεχτα, τσιριχτά και μονίμως άτονα, απειλητικά και γεμάτα θυμό φωνητικά της Cervenka. Η ποίηση της Cervenka της απόλυτης σταρ του γκρουπ, της πιο "όμορφης" άσχημης που υπήρξε ποτέ στο rock στερέωμα, είναι καταλυτική. Στίχοι που μιλούν για την απόγνωση, την κοινωνική αποχαύνωση, τη δυσκολία της συνύπαρξης και που το κυριότερο πείθουν.
Συνολικά ο δίσκος από την αρχή μέχρι το τέλος βρίθει ηλεκτρισμού με punk rock ύμνους σαν τα The Once Over Twice και We're Desperate και ατόφιων rock μελωδιών όπως των Back 2 The Base, Beyond And Back και White Girl που ναι μεν αισθάνεσαι πως τις έχεις ξανακούσει, αλλά που αποδίδονται με τόσο ιδιαίτερο τρόπο που τις κάνει μοναδικές.
Το Wild Gift μπορεί να μην ήταν τόσο καινοτόμο όσο το Los Angeles, μπορεί να μην είχε την ηχητική πολυπλοκότητα και σίγουρα την επιδραστικότητα, κέρδισε όμως και πάλι το κοινό με το στιβαρό, γεμάτο δυναμισμό και ώριμο ήχο του.
Μετά και τη νέα συγκλονιστική δισκογραφική παρουσία των X με το Wild Gift, άπαντες κοινό και κριτικοί δεν είχαν παρά να υποκλιθούν στο φαινόμενο που άπλωνε τα πλοκάμια του σε ολόκληρη τη χώρα. Παρόλα αυτά στην Αμερική για να ξεπεράσεις το στάδιο του σπουδαίος και να μπεις στο κλαμπ του επιτυχημένος, έπρεπε να έχεις πρόσβαση στα play list των ραδιοφωνικών σταθμών. Οι X μένοντας στη Slash Records, δεν υπήρχε πιθανότητα να επιτύχουν κάτι τέτοιο και έτσι η μεταπήδηση τους στην πολυεθνική Elektra ήλθε ως φυσική συνέπεια.
Οι Doe και Bonebrake σαν ύστατο χαίρε στις ανεξάρτητες ημέρες, συμμετέχουν στο εκπληκτικό A Minute To Pray A Second To Die των Flesh Eaters και αμέσως μετά ξεκινούν τις ηχογραφήσεις για το νέο άλμπουμ των X. Αυτό θα είναι το LP Under The Big Black Sun (10) του 1982. Ένας "καταραμένος" δίσκος καθώς βρίσκει τους X σε μια ιδιαίτερα δυσάρεστη κατάσταση. Η αδελφή της Cervenka βρίσκει τραγικό θάνατο την εποχή των ηχογραφήσεων σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ενώ ήταν καθ' οδόν για το κλαμπ όπου θα έπαιζε το συγκρότημα. Ο πόνος τρομερά μεγάλος, πόνος που διαχέεται σχεδόν σε όλο το άλμπουμ, το οποίο είναι φορτισμένο υπέρμετρα συναισθηματικά από την αύρα του γεγονότος. Δύο μάλιστα κομμάτια είναι εξ' ολοκλήρου αφιερωμένα στο γεγονός, το ανατριχιαστικό Riding With Mary και η σπαρακτική και δακρύβρεχτη μπαλάντα Come Back To Me.
Θεωρητικά είναι ο πιο πολυσυλλεκτικός δίσκος των X. Μια συρραφή ήχου που ξεκινάει από τη "Χαβανέζικη" διασκευή τους στο Dancing With Tears In My Eyes του μπλουζίστα Leadbelly, συνεχίζει χαϊδεύοντας τις ρίζες του παραδοσιακού folk με το Blue Spark και ξεθάβοντας όλη την Αμερικάνικη μουσική παράδοση με το Under The Big Black Sun, κάνει μια rockabilly περασιά στο How I (Learned My Lesson), ώσπου εκτινάσσεται με ηλεκτροφόρους punk δυναμίτες σαν το Because I Do και Real Child και τελικά απογειώνεται με το άπιαστο Hungry Wolf που συμπυκνώνει μέσα του όλα τα παραπάνω.
Ο δίσκος είναι ηχογραφημένος ζωντανά στο στούντιο, γεγονός που του προσδίδει μια αμεσότητα και μια μεγαλύτερη ενέργεια ειδικά στα μέρη με τα διπλά φωνητικά, ενώ πλέον η ποίηση της Cervenka έχει ξεφύγει, αφήνοντας μίλια μακριά όλες τις άλλες πολυδιαφημιζόμενες rock ποιήτριες σαν την Patti Smith ή την Kate Bush.
Από το Under The Big Black Sun ξεπήδησε το σιγκλάκι Blue Spark/ Dancing With Tears In My Eyes με τους X πλέον να βρίσκονται μέσα στα τρία - τέσσερα σημαντικότερα punk rock συγκροτήματα της Αμερικάνικης ηπείρου.
Το 1983 κυκλοφορεί το επόμενο LP των X το More Fun In The New World (9). Σε αυτό έγινε ακόμη μία προσπάθεια να εξαγνιστεί λίγο περισσότερο ο ήχος έτσι ώστε να γίνει πιο προσβάσιμος στους κολεγιακούς ραδιοσταθμούς και σε μια ακόμη μεγαλύτερη γκάμα ακροατών.
Είναι ο πιο rock δίσκος των X με τα τραγούδια να είναι βασισμένα γερά πάνω στις πιο στάνταρ rock φόρμες όπως το The New World και το Devil Doll, να είναι ρυθμικά με γρήγορες και χαρούμενες ενορχηστρώσεις σαν το Painting The Town Blue και Make The Music Go Bang, να παίζουν με το αγαπημένο τους hard των ZZ Top στο Hot House και να εμπνέονται με μπαλάντες σαν το Poor Girl. Εδώ υπάρχει και μια διασκευή τους στο Breathless του Ottis Blackwell που ακούγεται στους τίτλους τέλους της ομότιτλης ταινίας με τον Richard Gere.
Καλύτερο κομμάτι του δίσκου το I Must Not Think Bad Thoughts μέσω του οποίου ο Doe εκφράζει την πικρία, αλλά και την αγανάκτησή του για τον αποκλεισμό τους από τα ραδιόφωνα της χώρας.
Συνοπτικά το More Fun In The New World είναι ακόμη ένας πλήρως ικανοποιητικός δίσκος, ο τέταρτος στη σειρά, που ναι μεν δεν φτάνει στο ύψος και την ηχητική ποιότητα των προηγούμενων, στέκεται όμως αξιοπρεπώς και σίγουρα μπαίνει στους καλύτερους της χρονιάς για την Αμερικάνικη ήπειρο.
Δύο σιγκλάκια ξεπήδησαν από αυτό το LP το The New World/ I Must Not Think Bad Thoughts και το Breathless/ Riding With Mary σε μία νέα ακόμη περισσότερο μελαγχολική εκτέλεση.
Ακολουθεί ένα μικρό διάλλειμα και μία ανασύνταξη δυνάμεων που σπάει μόνο για την κυκλοφορία του single Wild Thing/ True Love Part 2. Το Wild Thing είναι η διασκευή τους στο γνωστό τραγούδι των Troogs σε μία εκτέλεση που ακούγεται και στο soundtrack της κωμωδίας Major League του 1989.
Στα πλαίσια αυτού του διαλλείματος, οι Doe, Cervenka και Bonebrake μαζί με τον Dave Alvin των Blasters στην κιθάρα, δημιουργούν τους Knitters μια country, folk, blues μπάντα, κυκλοφορόντας μάλιστα και ένα άλμπουμ το Poor Little Critter On The Road που περιλάμβανε διασκευές σε παραδοσιακά Αμερικάνικα τραγούδια, όπως και καναδυό ακουστικές επανεκτελέσεις τραγουδιών των X.
Όταν επανέρχονται στα X καθήκοντά τους βγάζουν το single Burning House Of Love/ Love Shack στις αρχές του 1985 το οποίο επιτέλους κατάφερε να γίνει ένα μικρό ραδιοφωνικό χιτάκι και ψιλοπαίχτηκε στο MTV αλλά ως εκεί.
Νομίζοντας πως επιτέλους ήλθε η ώρα της αναγνώρισης, οι X σταματούν τη συνεργασία τους με τον Manzarek και παραδίδονται στα έμπειρα, επιτυχημένα μα και ξένα προς αυτούς χέρια του Michael Wagener. Αυτός ήταν γνωστός ως τότε για τις παραγωγές του σε δίσκους συγκροτημάτων όπως οι Dokken, οι Skid Row και οι Motley Crue που ουδεμία σχέση είχαν με τον ήχο των X. Μα οι τελευταίοι θολωμένοι από την αδικία που βίωναν με το να μη γίνουν το επόμενο "μεγάλο όνομα" του Αμερικάνικου rock όπως τους άξιζε, πήραν το ρίσκο και τελικά την πάτησαν.
Έβγαλαν το LP Ain' Love Grand (5) τον χειρότερο δίσκο που κυκλοφόρησαν ποτέ. Εδώ μέσα δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός από αδύναμες συνθέσεις που βαρυγκωμούν κάτω από την λεία και γυαλιστερή σαν γλίτσα παραγωγή. Πρωταγωνιστούν εκείνα τα αλήστου μνήμης συνθεσάιζερ των μέσων της δεκαετίας του ογδόντα με τον ανυπόφορό τους ήχο, τα heavy metal σόλα αλά Poison και Van Halen που σίγουρα ο Zoom σήμερα θα τα' ακούει και θα ντρέπεται και σε ντραμς γεμάτα τραγικό echo. Το μόνο που έλειπε ήταν να δούμε τον Doe με μουσταρδί λαμέ στενό παντελόνι και μακρύ χρυσοκίτρινο μαλλί να μας χαμογελάει ως άλλος Bon Jovi.
Αν και το Ain't Love Grand ήταν ο πιο επιτυχημένος εμπορικά δίσκος των X, ο στόχος που είχε τεθεί όσον αφορά την πρόσβαση στο ευρύ κοινό του εναλλακτικού rock δεν είχε ακόμη επιτευχθεί. Ούτε η πρόσβασή τους στους κολεγιακούς σταθμούς ήταν η αναμενομένη τη στιγμή μάλιστα που αυτή την πρόσβαση απολάμβαναν άλλα γκρουπ σαφώς υποδεέστερα.
Αμέσως μετά την κυκλοφορία του δίσκου ο Zoom κουρασμένος από τη συνεχόμενη συναναστροφή του με τους υπόλοιπους τρεις, αηδιασμένος από τη μουσική βιομηχανία και πικραμένος από την εμπορική αποτυχία, παρατάει το γκρουπ και ασχολείται με τη δεύτερη μεγάλη του αγάπη, την κατασκευή και επιδιόρθωση μηχανημάτων ήχου. Τον ίδιο καιρό και η θυελλώδης σχέση Doe - Cervenka λαμβάνει οριστικά τέλος, ενώ στα καλά νέα περιλαμβάνεται η εμφάνισή του μουσικού ντοκιμαντέρ X: The Unheard Music που διηγείται την πορεία του γκρουπ σχεδόν από τη γέννησή του μέχρι και λίγες ημέρες πριν την αποχώρηση του Zoom.
Πάντως ούτε η φυγή του κιθαρίστα, ούτε ο χωρισμός του ζεύγους πτόησαν το συγκρότημα το οποίο ανασυντάσσεται και με τον παλιόφιλο Dave Alvin ξεκινά μια νέα σελίδα με το σιγκλάκι 4th Of July/ Positively 4th Street, το πρώτο σύνθεση του Alvin, με το flip side να είναι διασκευή στο τραγούδι του Bob Dylan. Αμέσως μετά με τον Tony Gilkyson των Lone Justice στην κιθάρα κυκλοφορούν το έκτο τους άλμπουμ See How We Are (8,5).
Σαφώς ανώτερο του προκάτοχού του το See How We Are επαναφέρει τους X στις ρίζες του, προσφέροντας ένα χορταστικό δείγμα ατόφιου και ανάλαφρου κθαριστικού rock'n'roll. Το δίδυμο Doe και Cervenka, εμφανίζονται εντελώς ανανεωμένοι και μάλλον πιο απελευθερωμένοι καθώς η συζυγική ζωή τους είχε παρέλθει οριστικά, οι αρμονίες τους κινούνται σε υψηλά επίπεδα και συνθέτουν και ερμηνεύουν σημαντικής ομορφιάς τραγούδια όπως τα I' Lost, Surprise Surprise, Left And Right, ενώ εκτελούν και την καλύτερη μπαλάντα που έγραψαν ποτέ το See How We Are.
Ο δίσκος κλείνει με το Cyrano De Berger's Back σε πια πάντως κατώτερη εκτέλεση από αυτή που είχε πρωτακουστεί στο A Minute To Pray A second To Die των Flesh Eaters.
Για την προώθηση του δίσκου οι X ξεκίνησαν μια παναμερικανική περιοδεία κομμάτι της οποίας ηχογραφήθηκε για το διπλό live LP τους Live At The Whisky A Go - Go (9). Και τι ειρωνεία να μην έχει κυκλοφορήσει ποτέ ζωντανός δίσκος με τον Zoom στη σύνθεση και να κυκλοφορεί με τον Gilkyson που δεν είχε παρά λίγους μήνες στην μπάντα. Πάντως έτσι ή αλλιώς το γκρουπ καταφέρνει και διατηρεί ακόμη την ορμή και την ενέργεια των πρώτων ημερών, παίζοντας ακόμη καταπληκτικά ένα σετ αναδρομή σε όλη την καριέρα του, καθώς περιλάμβανε τέσσερα κομμάτια από το Los Angeles, το Wild Gift, και το Under The Big Black Sun, τρία από το More Fun In The New World και το Ain't Love Grand που σημειωτέων ακούγονται καλύτερα από τα αντίστοιχα του άλμπουμ, δύο από το See How We Are ενώ υπάρχουν και καναδυό από Knitters μεριά, όπως κάποια ακυκλοφόρητα και το So Long του Folk τραγουδοποιού Woody Guthrie.
Παρά τη μεγάλη του διάρκεια το διπλό αυτό live καταφέρνει και κρατάει τον ακροατή σε εγρήγορση με την ποικιλία των ήχων του από punk σε rockabilly, από εκεί σε folk μετά σε country και πάλι στο punk. Ίσως μια μικρή παραφωνία είναι ο Gilkyson που παρότι είναι φανταστικός κιθαρίστας, υπάρχουν σημεία που δεν μπορεί να βγάλει την τεχνική του Zoom, ιδιαίτερα στα κομμάτια του Los Angeles.
Αυτή ήταν και η τελευταία δισκογραφική παρουσία του γκρουπ για τα επόμενα έξι περίπου χρόνια, διάστημα μέσα στο οποίο το κάθε μέλος χωριστά ασχολήθηκε με σόλο δουλειές που άλλες ήταν ενδιαφέρουσες και άλλες λιγότερο.
Ο Doe κυκλοφόρησε ένα LP στην Geffen με πιο country - folk χαρακτήρα, ενώ έστρεψε την προσοχή του περισσότερο προς τον κινηματογράφο παίζοντας σε αρκετές ταινίες.
Περίπου το ίδιο συνέβη και με την Cervenka που έβγαλε και αυτή δύο σόλο δίσκους, εξέδωσε ποιητικές συλλογές και έπαιξε σε καναδυό ταινίες, σε μία εκ των οποίων γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγο της Viggo Mortensen τον γνωστό Aragom στον Άρχοντα των δαχτυλιδιών.
Τέλος ο Bonebrake εξαργύρωσε το άριστο παίξιμό του παίζοντας ως session μουσικός κυρίως σε jazz συγκροτήματα.
Το 1993 έξι χρόνια μετά το See How We Are, οι X ξαναμπαίνουν στο στούντιο για το επόμενό τους LP Hey Zeus! (7).
Απρόσωπος δίσκος, χωρίς συνοχή με συνθέσεις του Doe που κινούνται σε alternative ρυθμούς σαν αυτούς που χάραζαν εκείνη την εποχή οι Replacements και οι Meat Puppets, ή της Cervenka που βαδίζουν στα όρια των Pixies, ή φλερτάρουν με το μοδάτο τότε grunge. Συχνά περιπλέκονται και κάποιες country και folk συγχορδίες σα να ξύπνησε ο Johnny Cash και αποφάσισε να ντουμπλάρει τους Nirvana. Το Lettuce And Vodka και το Someone's Watching Me απλώς ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα εν' τέλει βαρετά κομμάτια.
Τον ίδιο καιρό ο Doe συνεχίζει να παίζει σε ταινίες και τηλεοπτικά σήριαλ, όπως και να κυκλοφορεί δίσκους επικεντρωμένους πιο πολύ στην country, ενώ η Cervenka από την πλευρά της μαζί με τον Bonebrake και τον Matt Freeman από τους Rancid δημιουργούν τους Auntie Christ κυκλοφορόντας μάλιστα και ένα άλμπουμ. Πολυγραφότατη και αεικίνητη η Exene φτιάχνει και ένα άλλο γκρουπ τους Original Sinners με δύο άλμπουμ κοντά στον ήχο των X.
Το Hey Zeus ήταν και ο τελευταίος δίσκος τους καθώς στο Unclogged (8) που ακολουθεί περιλαμβάνονται ζωντανά εκτελεσμένα παλαιότερα κομμάτια τους σε ακουστικές μα άκρως ενδιαφέρουσες εκτελέσεις, ενώ αυτό που σίγουρα θα ενθουσιάσει τους πάντες είναι το διπλό CD Beyond And Back: The X Anthology (10) του 1997 με κομμάτια του παρελθόντος, κάποια demo που είχαν μείνει στα συρτάρια, ακυκλοφόρητο υλικό που δεν χώρεσε στα άλμπουμ, καθώς και κάποια live.
Το 1999 είναι η χρονιά της μεγάλης επιστροφής του Zoom και από τότε μέχρι σήμερα περιοδεύουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ενώ εμφανίζονται και σε επιλεγμένα φεστιβάλ, παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας της Cervenka με τη σκλήρυνση κατά πλάκας που την ταλαιπωρεί.
Η τελευταία τους κυκλοφορία είναι το DVD-CD X - Live In Los Angeles (9) που γιορτάζει την επέτειο των είκοσι πέντε χρόνων από το ντεμπούτο τους LP.